Ὢ Παναγία Δέσποινα
μὲ τὸν Μονογενῆ Σου
στ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
νὰ δώσεις τὴν εὐχή Σου.
Ἀπόψε λάμπει ὁ οὐρανός,
ἀπόψε λάμπει ἡ σφαῖρα,
ἀπόψε στεφανώνεται
ἀητὸς τὴν περιστέρα.
Γειτόνοι καὶ γειτόνισσες
προβάλετε νὰ δεῖτε,
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται,
νὰ τὸ ὑποδεχθεῖτε.
Παντρεύεται ὁ αὐγερινὸς
καὶ παίρνει τὸ φεγγάρι,
ἂς εἶναι καλορίζικοι
μὲ τοῦ Θεοῦ τὴ χάρη.
Χελιδονάκια καὶ πουλιὰ
λαλοῦν στὰ δώματά σας
καὶ λένε καλορίζικα
στὰ στεφανώματά σας.
Ἐγύρανε τὰ στέφανα
σὲ ἀσημένιο τάσι,
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
νὰ ζήσει νὰ γεράσει.
Ὅσ᾿ ἄστρα ἔχει ὁ οὐρανὸς
καὶ ὁ χειμώνας χιόνια,
τόσα σᾶς εὔχομαι νὰ ζήσετε
εὐτυχισμένα χρόνια.
Ἅγια νὰ εἶναι ἡ στιγμή,
κάνουμε τὸ σταυρό μας
καὶ στέλνουμε τὶς προσευχὲς
γιὰ νύφη καὶ γαμπρό μας.
Ἅγια νὰ εἶναι ἡ στιγμή,
Θεὸς θέλει βοηθήσει,
ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλονε
νὰ μὴ βαρυγκομήσει.
Νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρός,
χωρὶς καημὸ καὶ βάρος(η),
ὁ πεθερός, ἡ πεθερά,
οἱ φίλοι, κι ὁ(οἱ) κουμπάρος(οι).
Νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρὸς
εὐτυχισμένα χρόνια
νὰ τοὺς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ δοῦν
παιδιὰ μὰ καὶ ἐγγόνια.
Προχώρει γλῶσσα μου, ἄρχισε
τραγούδια ν᾿ ἀραδιάζεις,
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
νὰ τὸ καλοτυχιάζεις.
Γιὰ τὴ νύφη
Ἀπόψε γάμος γίνεται
σ᾿ ὡραῖο περιβόλι
ἀπόψε ἀποχωρίζεται
ἡ μάνα ἀπὸ τὴν κόρη.
Κι ἀπόψε ξεχωρίζονται
σὰν κεῖνα τὰ πουλάκια
π᾿ ἀφήνουν τὶς φωλίτσες τους
καὶ πᾶνε στὰ κλαδάκια.
Νύφη καμπάνα Φράγκικια
βενέτικο ρολόγι
ὅπου χτυπᾷς στὴ Βενετιὰ
κι ἀκούγεσαι στὴν Πόλη.
Ὡσὰν τῆς νύφης τὸ κορμὶ
εἶδα μηλιὰ στὴν Πόλη
ὅπου τὴν εἶχε ὁ Βασιλεὺς
μέσα στὸ περιβόλι.
Ποιὸς κρίνος λευκοφόρετος
σοὔδωσε τὴν ἀσπράδα
καὶ ποιὰ μηλιὰ ροδομηλιὰ
τὴ ροδοκοκκινάδα.
Σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο γύρισα
σ᾿ Ἀνατολὴ καὶ Δύση
τὰ μάτια μου δὲν εἴδανε
τέτοια ὡραία νύφη.
Ἡ νύφη μας εἶν᾿ ὄμορφη
ὡσὰν τὴν Παναγία
ὅπως ὁ πολυέλαιος
ποὖναι στὴν ἐκκλησία.
Νύφη σκῦψε καὶ φίλησε
τὰ πόδια τῶν γονιῶν σου
διότι πολὺ κουράστηκαν
νὰ φτιάξουν τὰ προικιά σου.
(Νύφη) ἐσὺ ὅπου κάθεσαι
εἶναι ξερὰ τὰ ξύλα
κι ἀπὸ τὴν ὀμορφάδα σου
ἀνθοῦν καὶ βγάζουν φύλλα.
Σκῦψε (Νύφη) καὶ φίλησε
τῆς πεθερᾶς τὸ χέρι
π᾿ ἀνέτρεφε τέτοιονε νιὸ
νὰ σοῦ τὸν δώσει ταῖρι.
Σοῦ εὔχομαι (Νύφη) μας
τὸ πρῶτο ζυμωτό σου
ζάχαρη νἆν᾿ τ᾿ ἀλεύρι σου
καὶ γάλα τὸ νερό σου.
Ἄκουσ᾿ ἐδῶ (Νύφη) μας
νὰ τόνε κανακίζεις,
μὲ μέλι καὶ μὲ ζάχαρη
τὸν (Γαμπρό) σου νὰ ταΐζεις.
(Νύφη) μας καλορίζικη
σήμερα εἶν᾿ ἡ χαρά σου
ᾖρθαν τ᾿ ἀηδόνια ἀπ᾿ τὴ Βλαχιὰ
νὰ δοῦν τὴν ὀμορφιά σου.
(Νύφη) μας ἀψεγάδιαστη
νὰ ζήσεις, νὰ γεράσεις
τὸ κρίνο ποὺ σοῦ δώσαμε
νὰ μὴ μᾶς τὸ μαράνεις.
(Νύφη) μας τὸ νυφικὸ
ἀγγέλοι σοῦ τὸ ράψαν
καὶ στὴ δεξιά του τὴν πλευρὰ
(Γαμπρὸς) σοῦ ἐγράψαν.
(Νύφη) μας καλορίζικη
βασιλικοῦ κλωνάρι
πόσα φλουριὰ ἀγόρασες
αὐτὸ τὸ παλικάρι;
(Νύφη) μας καλότυχη
νὰ ζήσεις νὰ γεράσεις
καὶ στῶν παιδιῶν σου τὶς χαρὲς
κουφέτα νὰ μοιράσεις.
(Νύφη) δὲ θέμε πλούτη ἐμεῖς,
μόνο τὴν ὀμορφιά σου,
ὁποῦ ῾χει τὸ κορμάκι σου
καὶ ἡ σεμνὴ καρδιά σου.
(Νύφη) σὰν τὸ κρύο νερὸ
μοιάζει τὸ προσωπό σου,
ἀφοῦ τώρα παντρεύεσαι
τὸν ἀγαπητικό σου.
(Νύφη) νὰ μπεῖς στ᾿ ἀρχοντικὸ
μὲ τὸ δεξί σου πόδι
καὶ νὰ σκορπίσεις ὕστερα
κατάχαμα ἕνα ρόδι.
Πῶς πρέπει τὸ τριαντάφυλλο
μὲς στὴ χρυσὴ τὴν κούπα
ἔτσι πρέπει κι ἡ νύφη μας
στὰ νυφικά της ροῦχα.
Νύφη μας καμαρωμένη
καὶ στὸν κόσμο ξακουσμένη,
τὰ μαλλιά σου μπρίλιες-μπρίλιες
῾κεῖνον πού ῾θελες ἐπῆρες.
Γιὰ τὸ γαμπρό
(Γαμπρὲ) νὰ τήνε χαίρεσαι
τὴ νέα ποὺ ἐπῆρες
γιατὶ ἀπ᾿ οὖλα τὰ καλὰ
τὴν προίκισαν οἱ μοῖρες.
Εὐχαριστῶ τὸν Κύριο
καὶ τοῦ φιλῶ τὸ χέρι
γιὰ τέτοια νύφη καὶ γαμπρὸ
καὶ τέτοιοι συμπεθέροι.
Γαμπρέ μας, κρῖνε τοῦ μπαξὲ
ψηλό μας κυπαρίσσι
νὰ τὰ χαρεῖς τὰ μάτια σου
ποὺ διάλεξαν τὴ νύφη.
(Γαμπρὲ) μιὰ χάρη σοῦ ζητῶ
θέλω νὰ μοῦ τὴν κάμεις
τὸ ρόδο ποὺ σοῦ δώσαμε
νὰ μὴ μᾶς τὸ μαράνεις.
Γιατὶ ἐμεῖς τὴν εἴχαμε
σὰν ἄνθος στὸ ποτήρι
καὶ τώρα σοῦ τὴ δίνουμε,
χαλάλι σου ἂς γίνει.
(Γαμπρέ), τήνε (νύφη) μας,
νὰ μὴν τήνε μαλώνεις
νὰ τὴν ταΐζεις ζάχαρη
καὶ νὰ τὴν καμαρώνεις.
(Γαμπρέ), τὴν (νύφη) ν᾿ ἀγαπᾷς
νὰ μὴ τήνε μαλώνεις
σὰν τὸ σγουρὸ βασιλικὸ
νὰ τήνε καμαρώνεις.
(Γαμπρὲ) ἐμπρὸς στὴν ἐκκλησιὰ
καὶ στάσου στὸ στασίδι
ἀπόψε στὴν ἀγκάλη σου
θὰ ἔχεις μουσαφίρη.
Ἀπόψε μας τὸν πήρανε
τὸν πολυέλαιό μας
ποὺ ἄναβε καὶ στόλιζε
ὅλο τὸ σπιτικό μας.
Σὲ σένα πρέπει νὰ πατεῖς
σὲ ζυγιασμένο χῶμα
νὰ σειέται νὰ λυγίζεται
τὸ ὄμορφό σου σῶμα.
Ν᾿ ἀρχίσω ἀπὸ τὴν κεφαλὴ
νὰ πῶ γιὰ τὰ μαλλιά σου
νὰ πῶ καὶ γιὰ τὸ μπόι σου
καὶ τὴν κορμοστασιά σου.
Σὰν ἀητὸς πετᾷς ψηλά,
καλὰ μαντάτα στέλνεις,
σὰν ἄγγελος πατεῖς στὴ γῆ
κι ὡραῖα χαμπέρια φέρνεις.
Λεβέντης εἶσαι μάτια μου
λεβέντικα χορεύεις
λεβέντικα πατεῖς στὴ γῆ
καὶ κουρνιαχτό δὲ σέρνεις.
Γαμπρὲ βλαστάρι ὄμορφο
βέργ᾿ ἀπὸ κυπαρίσσι
ἡ νύφη μας νὰ σ᾿ ἀγαπᾷ
σὲ ὅλη της τὴ ζήση.
Γαμπρέ μας νὰ τὰ χαίρεσαι
τὰ ὄμορφά της κάλλη
ὁποῦ δὲν ξαναεἴδαμε
νὰ τά ῾χει καμιὰ ἄλλη.
Ψηλὲ λιγνέ μου τσελεμπῆ,
τῆς Πόλης παλληκάρι
λάμπουν σου τὰ ματόφρυδα
σὰν ἥλιος, σὰν φεγγάρι.
Δὲν εἶναι μόνη τύχη σου
ποὺ νύφη καλὴ λαμβάνεις
συνάμα καὶ πεθερικά,
ἀρχοντικὰ θὰ κάνεις.
Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν καὶ πρόσεχε
τὴν συμπεριφορά σου
σκῦψε τώρα καὶ φίλησε
τὴ χεῖρα τῆς πεθερᾶς σου.
Καὶ γιὰ τοὺς δυό
Ὅλα τ᾿ ἀστέρια τ᾿ οὐρανοῦ,
ἡ Γῆ καὶ ἡ Σελήνη
ᾖρθαν νὰ δώσουνε εὐχὴ
στ᾿ ἀντρόγυνο π᾿ ἐγίνη.
Ὅλα τ᾿ ἀστέρια τ᾿ οὐρανοῦ
θὰ κάμουνε ζυμάρι
νὰ ζυμώσουνε τὸ μάλαμα
μὲ τὸ μαργαριτάρι.
Γαμπρέ μας ὡραιότατε
νύφη μας Ἀρετοῦσα
τί ὡραῖο ζεῦγος εἴδανε
αὐτοὶ ποὺ σᾶς κοιτοῦσαν.
Νὰ μᾶς ἐζήσουνε κι οἱ δυὸ
νὰ πιοῦμε στὴν ὑγειά τους
νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς
νὰ δοῦμε τὰ παιδιά τους.
Νὰ ζήσετε χρόνια πολλὰ
καὶ κάθε εὐτυχία
αὐτὸ εἶναι γιὰ τοὺς φίλους σας
μεγάλη ἐπιθυμία.
Στὸ πάπλωμά σας κέντησαν
ἀητοὺς νὰ τὸ στολίζουν
γαρύφαλλα τῆς λεβεντιᾶς
νὰ τὸ μοσχομυρίζουν.
Εἶν᾿ ὁ γαμπρὸς ὁ Βασιλεὺς
μὲ τὰ χρυσὰ γαλόνια
κι ἡ νύφη ἡ βασίλισσα
μὲ τὴ χρυσὴ κορόνα.
Γαμπρὸς εἶναι γαρύφαλλο
νύφη τριανταφυλλάκι
παράγαμπρος παράνυμφη
τῆς νύχτας φεγγαράκι.
Ὄμορφα ποὺ ταιριάσατε
οἱ δυό σας μέσ᾿ στὴν Πόλη
σὰν τὰ κυπαρισσόμηλα
ποὖναι στὸ περιβόλι.
Γιὰ τοὺς κουμπάρους
Πολλὰ τραγούδια λέγουμε,
ὅλα εἶναι διαλεγμένα,
μόνο γιὰ τὰ κουμπαρικὰ
δὲν εἴπαμε κανένα.
Ὤ, πρέπουν στοὺς κουμπάρους μας
ἔπαινοι καὶ τραγούδια
ὁποῦ ῾ρθαν καὶ ζευγάρωσαν
αὐτὰ τὰ δυὸ πιτσούνια.
Ὡραῖα ποὺ ταιριάσανε
κι οἱ δυό τους μία ὄψη
κι ὅπου ἄλλαξε τὰ στέφανα
χάρος νὰ μὴν τὸν κόψει.
Ὁ γαμπρὸς εἶναι ἡ Βενετιὰ
καὶ ἡ νύφη εἶν᾿ ἡ Σμύρνη,
κι ὅποιος τοὺς ἐστεφάνωσε
νὰ ζήσει χίλιοι χρόνοι.
Χαρᾶς τὰ συμπεθερικὰ
καὶ τοὺς προξενητάδες
ποὺ βρῆκαν καὶ ταιριάξανε
αὐτὲς τὶς δυὸ λαμπάδες.
Κουμπάρε, πρωτοκούμπαρα.
ποὔβαλες τὸ στεφάνι
νὰ σ᾿ ἀξιώσει ὁ Θεὸς
νὰ βάλεις καὶ τὸ λάδι.
Γιὰ τὸ νυφικὸ κρεβάτι
Τὸ νυφικὸ ποὺ στρώνουμε,
ἡ Παναγιὰ μαζί τους,
καὶ νὰ τὸ καμαρώνουνε
γονεῖς καὶ ἀδελφοί τους.
Τὸ νυφικὸ ποὺ στρώνουμε,
ἂς εἶναι εὐλογημένο,
νὰ ζεῖ τὸ νέο ἀντρόγυνο
πάντα ἀγαπημένο.
Κι αὐτὰ τὰ ροῦχα τ᾿ ἀκριβὰ
τὰ μοσχομυρισμένα
Θεέ, νἆν᾿ καλορίζικα
καὶ καλομοιριασμένα.
Γαρυφαλλιᾶς γαρύφαλλα
καὶ κανελιᾶς κανέλα
τὰ ροῦχα σας μυρίζουνε
σὰν μόσχος στὴν κασέλα.
Γιὰ τὴν γαμήλια τράπεζα
Ἕνα τραγούδι θὰ σὰς πῶ
ἐπάνω στὸ κεράσι·
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνηκε,
νὰ ζήσει νὰ γεράσει.
Ἕνα τραγούδι θὲ νὰ πῶ
ἐπάνω στὸ ρεβύθι·
χαρὰ στὰ μάτια τοῦ γαμπροῦ,
ποὺ διάλεξαν τὴ νύφη.
Ἕνα τραγούδι θὲ νὰ πῶ
ἐπάνω στὴ δεκάρα·
νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρός,
κουμπάρος καὶ κουμπάρα.
Ἕνα τραγούδι θὲ νὰ πῶ
ἐπάνω στὸ λεμόνι·
νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρός,
κι οἱ συμπεθέροι ὅλοι!
Ἕνα τραγούδι θὲ νὰ πῶ
ἐπάνω στὸ τραπέζι·
νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρὸς
κουμπάροι, συμπεθέροι.
Καὶ πάλι θὰ τὸ ξαναπῶ
ἐπάνω στὸ ποτήρι·
νὰ ζήσει ὅλο τὸ κάλεσμα
κι ἐκεῖνος ποὺ σερβίρει.
Τὸ τελευταῖο ποὺ θὰ πῶ
σ᾿ αὐτὸ ἐδῶ θὰ μείνω
νὰ ζήσει καὶ ὁ ποιητής,
ἄνδρας καὶ ἐπιστήμων.
Γιὰ τὴ συντροφιά
Στὶς ἀκριβές σας τὶς χαρὲς
νὰ ξαναμαζωχτοῦμε
κι ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς
πάλι νὰ εὐχηθοῦμε.
Ξεφάντωση θὰ κάνουμε
μέχρι νὰ ξημερώσει
καὶ ὁ Θεὸς τὶς ῾πεθυμιές,
ποὔχετε νὰ σᾶς δώσει.
Πολλὰ τὰ χαιρετίσματα
ποὺ πέμπω στὴ παρέα
κι ἐλπίζω νὰ περάσουμε
πάρα πολὺ ὡραῖα.
Χαίρομαι τὴ παρέα σας
κι ἂς εἶναι κι ἄλλη τόση
καὶ δὲ κινοῦμαι ἀπ᾿ ἐδῶ,
ὥσπου νὰ ξημερώσει.
Τέτοια παρέα ὄμορφη
ἄξια, τιμημένη
καθ᾿ ἕνας τὴν ἐπιθυμεῖ
καὶ μὲ χαρὰ ἀναμένει.
Τὴ συντροφιά σας χαίρομαι,
τὴ συναναστροφή σας,
ἄχ, καὶ νἄηταν μπορετὸ
νἆμαι πάντα μαζί σας.
Πάντα μ᾿ ἀρέσει νὰ γλεντῶ,
μὲ τέτοιας λογῆς ἀνθρώπους
ποὺ πίνουν τὸ καλὸ κρασὶ
κι ἔχουν ὡραίους τρόπους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου