Ο Ενοριακός Ναός των Αγ. Δέκα έχει τις αρχές του στην α΄ Βυζαντινή περίοδο (12ος αιώνας). Η σημερινή του μορφή είναι αποτέλεσμα επεμβάσεων, ανακαινίσεων και ανακατασκευών τόσο στην β΄ Βυζαντινή περίοδο και στην περίοδο της Ενετοκρατίας όσο και στα τέλη του 19ου αιώνα-αρχές 20ου αιώνα.
Ο ρυθμός του ναού είναι Βασιλική Τρίκλιτη Κεραμοσκέπαστη, με υπερυψωμένο το κεντρικό κλίτος το οποίο είναι αφιερωμένο στους Αγίους Δέκα μάρτυρες Πόμπιο, Ευάρεστο, Σατορνίνο, Ζωτικό, Βασιλείδη, Θεόδουλο, Εύπορο, Γελάσιο, Ευνικιανό και Αγαθόποδα.
Το βόρειο κλίτος είναι αφιερωμένο στον Άγιο Χαράλαμπο και το νότιο στον Άγιο Τίτο. Τα κλίτη χωρίζονται μεταξύ τους με 2 σειρές μαρμάρινων κιόνων, ενωμένοι με τόξα, στα οποία σώζονται μόνο μερικές τοιχογραφίες που χρονολογούνται από την ίδρυση του ναού.
Ο νάρθηκας στα δυτικά βρίσκετε σε επίπεδο 1μ περίπου ψηλότερο απ’ αυτό του κυρίως Ναού, ενώ το κωδωνοστάσιο του κατασκευάστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.
Ο Ναός υπήρξε επισκοπικός επί αρχιερατείας του επισκόπου Βασιλείου Μαρκάκη. Έχει συντηρηθεί από την 13 εφορεία βυζαντινών Αρχαιοτήτων ενώ ο προαύλιος χώρος του Ναού διαμορφώθηκε από την πρώην κοινότητα Αγ. Δέκα.
Στις 23 Δεκεμβρίου κάθε χρόνο εορτάζεται η μνήμη των Αγίων με την παρουσία πολλών Ιεραρχών και πλήθος κόσμου.
Oἱ Ἅγιοι Δέκα Μάρτυρες, ἱ. εἰκόνα τοῦ Ἱ. Ἐνοριακοῦ Ναοῦ Ἁγ. Δέκα τῆς ὁμώνυμης Κώμης, ἔργο Κων. Πετράκη 1851.
Στό πίσω μέρος τῆς εἰκόνας ὑπάρχει σημείωση ὁ ὁποία λέει γιά τή θαυματουργό αὐτή εἰκόνα ὅτι τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα 1μ.μ. τοῦ ἔτους 1986, διασώθηκε θαυμαστῶς ἀπό πυρκαϊά. (Ἀπό τό βιβλίο «Οἱ Ἁγ. Δέκα Μάρτυρες οἱ ἐν Κρήτῃ 250 μ. Χ.» τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδάκη, Ἀρχιμ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, Πρωτοσυγκέλλου Ἱ. Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας.)
Οι άγιοι Δέκα μάρτυρες μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος. Από αυτούς, οι μεν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός, ήταν από τη Γορτυνία της Κρήτης. Ο Ζωτικός, από την Κνωσό. Ο Αγαθόπους από το λιμένα Πανούρμου. Ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά. Ο Ευάρεστος και ο Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο.
Και οι δέκα με πολύ ζήλο εργάζονταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου στο νησί. Καταγγέλθηκαν στον έπαρχο Κρήτης, που ήταν συνώνυμος του αυτοκράτορα, ονομαζόταν δηλαδή κι αυτός Δέκιος. Ο έπαρχος, όταν είδε την ανθηρή νεότητά τους και το αρρενωπό τους παράστημα, προσπάθησε να τους παρασύρει με πολλές υποσχέσεις εγκόσμιων απολαύσεων και ηδονών. Αλλά όταν είδε ότι τίποτα δεν πετύχαινε, διέταξε να τους μαστιγώσουν, και κατόπιν τους λιθοβόλησαν.
Οι γενναίοι μάρτυρες του Χριστού υπέμειναν ηρωικά τα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού: «Ἀνδρίζεσθε καὶ κραταιούσθω ἡ καρδία ὑμῶν, πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ Κύριον» (Ψαλμός Λ' στ. 25). Δηλαδή, να έχετε γενναίο και ανδρείο φρόνημα, και η καρδιά σας ας γίνεται κραταιά και ατρόμητη, όλοι εσείς που ελπίζετε στον Κύριο. Κατόπιν, με διαταγή του έπαρχου, οι στρατιώτες έκοψαν με τα ξίφη τους τις τίμιες κεφαλές των δέκα χριστιανών Αγίων