Με σεβασμό και σεμνότητα, τα Ανώγεια τίμησαν σήμερα Τρίτη 7 Νοεμβρίου, τους ήρωες της Αρκαδικής εθελοθυσίας, στον χώρο του ανδριάντα του πυρπολητή της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, Εμμανουήλ Αναγνώστου Σκουλά, που βρίσκεται έξω από το Κέντρο Υγείας, σε μια όμορφη εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δήμος Ανωγείων.Η φετινή εκδήλωση είχε μια ιδιαίτερη παρουσία με ισχυρούς συμβολισμούς, αυτής του Σεβασμιότατου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ.κ Ειρηναίου που βρέθηκε για πρώτη φορά στην επέτειο μνήμης των ηρώων της Αρκαδικής Εθελοθυσίας από τα Ανώγεια, όπου και τέλεσε την επιμνημόσυνη δέηση στον χώρο.
Την Μητρόπολη Ρεθύμνου εκπροσώπησε ο ηγούμενος της Μονής Βωσάκου Τιμόθεος. Το παρόν στην τελετή έδωσαν μεταξύ άλλων ο Δήμαρχος Ανωγείων Εμμανουήλ Καλλέργης και σύσσωμο το δημοτικό συμβούλιο, ο Αντιπεριφερειάρχης Τεχνικών Έργων Νίκος Ξυλούρης, ο Αντιπεριφερειάρχης Πρωτογενή Τομέα Εμμανουήλ Χνάρης, ο πρώην Δήμαρχος Ανωγείων Σωκράτης Κεφαλογιάννης, ο διοικητής του αστυνομικού τμήματος Γ.Προδρόμου και άλλοι.
Μετά την επιμνημόσυνη δέηση κατατέθηκαν στεφάνια από τους επισήμους στον ανδριάντα του πυρπολητή του Αρκαδίου, ενώ ακολούθησε ενός λεπτού σιγή και η ανάκρουση του Εθνικού μας Ύμνου από τα παιδιά του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου Ανωγείων που βρέθηκαν στην εκδήλωση μαζί με τους καθηγητές και δασκάλους τους. Το ιστορικό της ημέρας εκφώνησε ο ιστορικός ερευνητής Γεώργιος Σκουλάς του Μιλτιαδαντρέα με αρκετά νεότερα στοιχεία για τον πυρπολητή της Ιεράς Μονής που πέρα από κάθε αμφισβήτηση πλέον είναι ο Εμμανουήλ Σκουλάς. Αργότερα η οικογένεια των Σκουλάδων παρέθεσε στο κέντρο “Ντελίνα”, τραπέζι προς τιμήν του πυρπολητή και των συνολικά 964 ηρώων που θυσιάστηκαν εκείνη την ημέρα για την Ελευθερία και την αξιοπρέπεια.
Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ Ειρηναίος: “Τα Ανώγεια να συνεχίσουν να προβάλλουν τον τόπο τους που είναι γεμάτος ήρωες και δόξα..”
Στην διάρκεια της εκδήλωσης ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης απευθυνόμενος στην οικογένεια των Σκουλάδων και σε όλους όσοι παρευρέθησαν στην εκδήλωση τόνισε τα εξής: “Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που βρέθηκα εδώ απόψε και συμμετείχα στις εκδηλώσεις μνήμης και τιμής του Δήμου Ανωγείων, για την επέτειο του Ολοκαυτώματος της Μονής Αρκαδίου. Εύχομαι σε όλους να είστε πάντα καλά και εσείς τα μέλη της ιστορικής οικογένειας Σκουλά να τιμάτε πάντα τους αγωνιστές σας, όπως και γενικά τα Ανώγεια να συνεχίσουν να προβάλλουν τον τόπο τους που είναι γεμάτος ήρωες και δόξα..”
Δήμαρχος Ανωγείων Εμμανουήλ Καλλέργης : “Η ιστορία είναι συγκεκριμένη και πλέον είναι ζήτημα του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά να την γνωρίσει και να την διδαχθεί..”
Ο Δήμαρχος Ανωγείων στην δήλωση του στην “Α” τόνισε τα εξής:”Κάθε χρόνο ο Δήμος Ανωγείων διοργανώνει αυτή την εκδήλωση μπροστά στο άγαλμα του Εμμανουήλ Αναγνώστου Σκουλά, για να τιμήσει τους νεκρούς Κρήτες ήρωες που έπεσαν στο Αρκάδι.Φέτος είχαμε την τιμή να παρευρεθεί στις εκδηλώσεις μας ο Σεβασμιότατος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ Ειρηναίος. Πρόκειται πάντα για μια σεμνή εκδήλωση η οποία και στηρίζει τα επιχειρήματα του Δήμου μας για τον πυρπολητή Εμμανουήλ Σκουλά, αλλά κύρια επικεντρώνεται στην εθελοθυσία των 964 αγωνιστών του Αρκαδίου και γενικότερα της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης του 1866-69. Το γεγονός είναι η εθελοθυσία αυτών των ανθρώπων στην προσπάθεια για ελευθερία και αυτό πρέπει πάντα να τονίζουμε. Η ιστορία βέβαια είναι συγκεκριμένη και έχει ξεκαθαρίσει όπως ανέφερε και ο σημερινός ομιλητής της εκδήλωσης Γιώργης Σκουλάς και πλέον είναι ζήτημα του κάθε ανθρώπου να γνωρίζει και να διδάσκεται τα γεγονότα της κάθε εποχής..”
Γεώργιος Σκουλάς:”.Όσοι από τώρα και στο εξής συνεχίζουν να παίζουν τα δικά τους μικρό πολιτικά παιχνίδια θα έχουν να κάνουν με την κρίση του Ελληνικού λαού, με την κρίση της ίδιας της ιστορίας..”
Ο ιστορικός ερευνητής Γιώργης Σκουλάς του Μιλτιαδαντρέα σε δήλωση του στην “Α” τονίζει:”Η υπόθεση του πυρπολητή της μπαρουταποθήκης στην Ιερά Μονή Αρκαδίου, έχει πλέον κριθεί ιστορικά. Και έχει κριθεί ιστορικά από τις μαρτυρίες όλων εκείνων που έζησαν τα γεγονότα του Αρκαδίου και οι οποίοι ομολογούν τον Εμμανουήλ Σκουλά ως πυρπολητή.Την ιστορία μιας συγκεκριμένης περιόδου την γράφουν τα γεγονότα και οι άνθρωποι της εποχής αυτής. Και είναι μέγιστη απρέπεια προς το πρόσωπο και τους αγώνες τους να αμφισβητείτε η αξιοπιστία τους από μεταγενέστερους. Όσοι από τώρα και στο εξής συνεχίζουν να παίζουν τα δικά τους μικρό πολιτικά παιχνίδια θα έχουν να κάνουν με την κρίση του Ελληνικού λαού, με την κρίση της ίδιας της ιστορίας, θα κινδυνεύουν να ενδυθούν στο μέλλον τον μανδύα του επίσημου παραχαράκτη της Ελληνικής Ιστορίας. Το μόνο που θα κάνουν είναι να εκθέτουν εαυτούς στο Πανελλήνιο, κυρίως όμως ότι θεσμικά εκπροσωπούν.
Τα ιστορικά έγγραφα της Επανάστασης του 1866, έχουν διασωθεί σχεδόν στο ακέραιο και είναι αυτά και μόνο αυτά που θα γράψουν την ιστορία της Επανάστασης. Η συνεχιζόμενη ιστορική έρευνα απλώς θα συνεχίσει να επιβεβαιώνει ότι ο Εμμανουήλ Σκουλάς είναι ο πυρπολητής, εκθέτοντας ανεπανόρθωτα όλους αυτούς που προσπαθούν να αλλάξουν τους κανόνες γραφής της Ιστορίας..” ολοκληρώνει.
Διαβάστε παρακάτω ολόκληρη την ομιλία του Γεωργίου Σκουλά στα Ανώγεια στην διάρκεια της εκδήλωσης:
Κυρίες και κύριοι,
Η εθελοθυσία των υπερασπιστών του Αρκαδίου αποτελεί την κορωνίδα των αγώνων του κρητικού λαού κατά τον 19ο αιώνα για την απόκτηση της ελευθερίας του και την ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Μια εθελοθυσία που περικλείει ένα μεγαλείο ψυχής, αλλά και ένα μήνυμα προς όλους εμάς τους μεταγενέστερους.
Ο άνθρωπος που πλάστηκε από τον Δημιουργό του για να ζήσει ελεύθερος και όταν κάποιοι άλλοι συνάνθρωποι του, του αφαιρούν το υπέρτατο αυτό αγαθό, την ελευθερία του, δεν διστάζει να θυσιάσει και την ζωή του ακόμα παρά να ζήσει ζωή κατηνσχυσμένη. Εδώ πράγματι αποκτά νόημα το «Ελευθερία ή θάνατος». Ένα σύνθημα που ολόκληρη η Κρήτη έκανε πράξη κατά τον 19ο αιώνα. Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά 40 χρόνια σκλαβιά και φυλακή, προέτρεπε ο Ρήγας το υπόδουλο γένος. Η ζωή είναι μηδέν χωρίς ελευθερία αναφωνούσε προ του εκτελεστικού αποσπάσματος στο Γάζι ο Γ. Σκουλάς.
Το Αρκάδι όμως είναι και ένα δράμα. Ένα δράμα που δεν το χωράει ο νους του ανθρώπου. Μόνο εάν το έχεις δει μπορείς να το κατανοήσεις, να το περιγράψεις έστω κατά προσέγγιση.
Λίγες μέρες μετά την ανατίναξη επισκέφθηκε το Αρκάδι ένα ιερό απομεινάρι του ιερού αγώνα του 1821 ο Γέρων Αρματωλός της ϊδης. Τα λόγια του συγκλονίζουν κάθε ανθρώπινη ψυχή. «Ανεύρον αυτός εγώ υπό τα ερείπια πτώματα Αράβων, Ανατολιτών, Κιρκασίων, Αλβανών, Οθωμανών εγχωρίων, φύρδην μεμειγμένων μετά των ηρώων, μετά των μαρτύρων εκείνων της πίστεως και της ελευθερίας, μετά των ημίκαυστων, των ηκρωτηριασμένων ηρωϊδων Κρησσών, μετά αγώνων παρθένων, προ μικρού λευκών ως τα κρίνα, αίτινες, αν και ψυχραί ήδη ως κρύσταλλος, μοι εφαίνοντο, χαριέντως επιλεγούσαι, «Ω ΓΕΡΩΝ ΑΡΜΑΤΩΛΕ, ΕΙΠΕ ΤΟΙΣ ΕΠΙΓΙΓΝΟΜΕΝΟΙΣ, ΟΤΙ ΤΟ ΑΡΚΑΔΙΟΝ ΕΓΕΝΕΤΟ Ο ΝΥΜΦΙΚΟΣ ΗΜΩΝ ΠΑΣΤΟΣ, ΟΤΙ ΠΡΟΕΙΛΟΜΕΘΑ ΤΗΝ ΕΔΟΞΟΝ ΤΑΥΤΗΝ ΘΕΣΙΝ, ΤΗΣ ΑΙΣΧΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΤΙΜΟΥ ΖΩΗΣ, ΟΤΙ ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΜΕΘΑ ΠΕΠΟΙΘΟΜΕΝΑΙ ΤΗ ΠΑΤΡΙΔΙ ΚΑΙ ΤΩ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝΤΙ».
Κυρίες και κύριοι
Η επανάσταση του 1866-69 ξεκίνησε ως μια ειρηνική διαμαρτυρία του κρητικού λαού ενάντια στην κακοδιοίκηση του Ισμαήλ Πασά και των ντόπιων συνεργατών του για να καταλήξει σε μια νέα εποποιία, παρόμοια με αυτήν του 1821. Μόνο ως προς την χρονική διάρκεια υστερεί. Η πρώτη σύναξη μετά τις απαραίτητες συνεννοήσεις μεταξύ δυτικών και ανατολικών επαρχιών, έγινε στην περιοχή Μπουτσουνάρια Χανίων. Πρώτοι, όπως ήταν φυσικό, λόγω αποστάσεων, κατέφθασαν οι εκπρόσωποι του νομού Χανίων. Επειδή όμως αργούσαν των ανατολικών επαρχιών, αποφασίστηκε να σταλεί αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη, ώστε να παρακινήσει αυτούς των ανατολικών επαρχιών να επισπεύσουν τις διαδικασίες. Ο Χατζή Μιχάλης κατευθύνθηκε στην ιερά Μονή Αρκαδίου, όπου τις επόμενες ημέρες έγινε συγκέντρωση 1500 περίπου επαναστατών του νομού Ρεθύμνου και επισπεύθηκαν οι διαδικασίες εκλογής αντιπροσώπων.
Στη συνέχεια ο Χατζή Μιχάλης και ένα μέρος της αντιπροσωπείας, συνοδευόμενοι από τον Μιχάλη το Σκουλά, ανεβαίνουν στα Ανώγεια και φιλοξενούνται επί μέρες στο σπίτι του Αναγνώστη Σκουλά. Εκεί καταφθάνουν τις επόμενες ημέρες ο Μ. Κόρακας, ο Παύλος Ντεντιδάκης και οι εκπρόσωποι Μαλεβυζίου και Τεμένους Μ. Βιστάκης και Αντ. Βουμβουλάκης και όλοι μαζί στις 4 Μαϊου μεταβαίνουν στα Μπουτσουνάρια όπου στις 14 Μαϊου οι εκπρόσωποι του κρητικού λαού υπογράφουν και αποστέλουν στον Σουλτάνο την διαμαρτυρία του κρητικού λαού.
Σε περιοχές του νομού Χανίων παρέμεινε αντιπροσωπεία 20 αντιπροσώπων περιμένοντας την απάντηση του Σουλτάνου. Μεταξύ των 20 ήταν και οι εκπρόσωποι του Μυλοπόταμου Μιχ. Σκουλάς και Εμμ. Μελισιώτης από το Φόδελε τότε Μυλοποτάμου.
Η απάντηση του Σουλτάνου ήρθε στις 20 Ιουλίου και ήταν άκρως απειλητική και προσβλητική για τον κρητικό λαό.
Το μεσοδιάστημα του ενός μηνός που ακολούθησε έως την έναρξη της επανάστασης στις 21 Αυγούστου, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ημιεμπόλεμο και περίοδος προετοιμασίας των δύο μερών. Οι Τούρκοι άρχισαν να κάνουν εξορμήσεις προς το εσωτερικό της Κρήτης ψάχνοντας επαναστάτες. Μια τέτοια εξόρμηση έκαναν και προς την Ιερά Μονή Αρκαδίου στα τέλη Ιουλίου, καθώς γνώριζαν ότι ο ηγούμενος Γαβριήλ την είχε θέσει στην διάθεση των επαναστατών. Όπως συνάγεται από επιστολή του ηγουμένου Γαβριήλ προς τον υποπρόξενο της Ρωσίας στο Ρέθυμνο Γ. Σκουλούδη, οι Τούρκοι δεν βρήκαν επαναστάτες αλλά λεηλάτησαν και κατέστρεψαν πολλές από από τις υποδομές της Μονής.
Με την έναρξη της επανάστασης και τις πρώτες επιτυχίες των επαναστατών, ο Σουλτάνος φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης και αποστέλει στην Κρήτη τον έμπειρο περί τα κρητικά Μουσταφά Πασά.
Ο Μουσταφάς προσπάθησε να διαπραγματευθεί με τους επαναστάτες τάζοντας τους και κάποιας μορφής ηγεμονία, φόρον υποτελή στον Σουλτάνο. Το ποτάμι όμως είχε κινήσει και δεν γυρνούσε πλέον πίσω. Μετά την απόρριψη των προτάσεων του επιχειρεί για κάποιο διάστημα στην περιοχή του νομού Χανίων και στα τέλη Οκτωβρίου στρέφεται προς τα Ρεθεμνιώτικα, με σκοπό να εισβάλλει στο Μυλοπόταμο. Για να διευκολύνει τις επιχειρήσεις του και να θέσει τους Μυλοποταμίτες εντός δύο πυρών δίνει εντολή στον Ρεσίτ πασά του Ηρακλείου να επιτεθεί και εκείνος από την περιοχή του Στρούμπουλα.
Φθάνοντας όμως στο Ρέθυμνο μαθαίνει ότι το Αρκάδι αποτελεί κέντρο των επαναστατών και αποφασίζει να το καταστρέψει. Για να έχει επίσης καλυμμένα τα νώτα του, αφήνει φρουρά δυο ταγμάτων στην Επισκοπή Ρεθύμνου και στη συνέχεια φεύγει και πολιορκεί το Αρκάδι. Ο Πάνος Κορωναίος και ο ηγούμενος Γαβριήλ γνωρίζοντας τα σχέδια των Τούρκων στέλνουν επιστολές σε διάφορους οπλαρχηγούς, ζητώντας βοήθεια.
Ο Μιχ. Σκουλάς, αρχηγός του ανατολικού Μυλοποτάμου, ανταποκρίνεται στην έκκληση για βοήθεια και συγκαλεί σύσκεψη στα Ανώγεια, την 1η Νοεμβρίου, όπου αποφασίζονται τα εξής:
1ον Ο κύριος όγκος του τμήματός του να μεταβεί στον Στρούμπουλα, όπου μαζί με τον οπλαρχηγό του Μαλεβιζίου, Παύλο Ντεντιδάκη, και τον φρούραρχο της παραλιακής ζώνης από Φόδελε μέχρι Ρογδιά, Μιχ. Μελισσιώτη, θα αντιμετώπιζαν τον Ρεσίτ πασά, και,
2ον Να σταλεί δύναμη 40 ανδρών στο Αρκάδι με επικεφαλής, τον Ιωάννη Σωπασή ή Κούβο. Μαζί τους στέλνει και τον αδελφό του Μανώλη, για να παραδώσει την επιστολή του στον ηγούμενο Γαβριήλ, και να επιστρέψει να τον ενημερώσει.
Όπως συνάγεται από τα γεγονότα, η ίδια ανταπόκριση υπήρξε και από τα αχωριά του Κάτω Μυλοποτάμου., Έτσι, οι χωριανοί και κοντοχωριανοί του ηγούμενου Γαβριήλ. Από τα χωριά Μαργαρίτες, Άνω και Κάτω Τρίποδο, πήγαν να υπερασπιστούν από μέσα την μονή, μενώ ο αρχηγός του Κάτω Μυλοποτάμου, Ιωάννης Σγουρός, συνεπικροτούμενος από τον φρούραρχο του Κεντρικού Μυλοποτάμου, Γεώργιο Καλλέργη και σώμα 400 οπλοφόρων θα χτυπούσαν τους Τούρκους απ’ έξω. Στο Αρκάδι επίσης πήγε για να το υπερασπιστεί ο πολιτικός εκπρόσωπος του Μυλοποτάμου, Εμμ. Μελισσιώτης.
Βοήθεια επίσης προσπάθησε να δώσει και ο Πάνος Κορωναίος μαζί με τον Γεώργιο Δασκαλάκη, από το χωριό Κλεισίδι όπου βρισκόταν, και σώμα Αγιοβασιλιτών. Όπως όμως αναφέρουν διάφορες πηγές, η βροχή που ενέσκυψε στην περιοχή αχρήστευσε τα πυρομαχικά, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουν να δώσουν την βοήθεια που θα έπρεπε.
Το Αρκάδι, αντέχει στην πολιορκία τις δύο π΄ρωτες ημέρες. Την Τρίτη ημέρα, 9 Νοεμβρίου, οι Τούρκοι αρχίζουν να σφυροκοπούν με πεδινά πυροβόλα μεγάλου διαμετρήματος που μετέφεραν την νύχτα από το Ρέθυμνο. Μετά από 1200 περίπου βολές κατορθώνουν να ανοίξουν ρήγμα. Ο Μουσταφάς ζητά από τους αμυνόμενους να παραδοθούν. Εκείνοι αρνούνται προτιμώντας έντιμο θάνατο παρά επονείδιστη ταπεινωτική δουλεία.
Ο Μουσταφάς, διατάζει ένα τάγμα στρατού, το οποίο αποδεκατίζεται και υποχωρεί, να επιτεθεί. Μετά από μία σχετική ανάπαυλα διατάσσει γενική έφοδο τεσσάρων ταγμάτων. Τα περισσότερα από τα όπλα των αμυνομένων, λόγω της συνεχούς χρήσης, έχουν αχρηστευθεί. Ο ι Τούρκοι κατορθώνουν και φθάνουν στο ρήγμα και εισέρχονται στον αύλειο χώρο της μονής. Οι υπερασπιστές αφού άφησαν να γεμίσει Τούρκους η αυλή, κατόπιν προειλημμένης απόφασης, θέτουν πυρ στην μπαρουταποθήκη και ανατινάζουν την μονή στον αέρα.
Μετά την αρχική σαστιμάρα η μάχη συνεχίστηκε στον αύλειο χώρο της μονής για έξι περίπου ώρες. Από την γενική σφαγή διασώθηκαν μόλις 114 άτομα. Οι Τούρκοι τα οδήγησαν πεζοί στο Ρέθυμνο. Κατά την διαδρομή κατασφάζουν 25 περίπου άτομα, τα οποία λόγω τραυμάτων και κακουχιών δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν, ως περιττά ανθρώπινα όντα.
Ο Μανώλης ο Σκουλάς γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1846. Η οικογένειά του πρωτοστατούσε ήδη από το 1821, στους αγώνες για την εθνική απελευθέρωση. Ο πατέρας του, Αναγνώστης, ήταν από τους πρώτους; «Φιλικούς» των Ανωγείων. Οι Τούρκοι αποκεφαλίζουν κατά την πρώτη εισβολή τους στα Ανώγεια, τον παππού του Νικ. Σκουλά. Τα ο 1833. Στο κίνημα των Μουρνιδιών, οι Τούρκοι κρεμάνε σε πλάτανο του Ρεθύμνου, τον αδελφό του πατέρα του, παπά Γιάννη Σκουλά, ενώ αποκεφαλίζουν στο Γαράζο τον ξάδελφο της οικογένειας, επίσης παπά, Γιάννη Σκουλά.
Στην επανάσταση των Χαιρέτη – Βασιλογιώργη, το 1841, συμμετείχε στις μάχες της Κασταμονίτσας στην Πεδιάδα Ηρακλείου, ο αδελφός του Γεώργιος υπό την αρχηγία των Σταύρου Νιώτη και Σταύρου Ξετρύπη.. Το 1858, στην επανάσταση του Μαυρογέννη, αναλαμβάνει για πρώτη φορά την αρχηγία των Ανωγείων ο αδελφός του Μιχάλης και οδηγεί ένοπλους τους Ανωγειανούς στα Χανιά. Συμμετέχει δε στην ολιγομελή ομάδα διαπραγμάτευσης των επαναστατών, που έκανε τις επιτυχείς συζητήσεις με τους αντιπροσώπους του Σουλτάνου, στην βίλα του Μουσταφά πασά, στη συνοικία Σερσεμπίλια Χανίων.
Τα ο 1861, σε ηλικία 15 ετών, ο Μανώλης μεταβαίνει στην Σύρο και εγγράφεται στο εκεί γυμνάσιο. Εκεί βρίσκεται αρκετά χρόνια εγκατεστημένος ο αδελφός του Γεώργιος ή Μπογκιόρνος, ο οποίος τον έχει υπό την κηδεμονία του. Τελειώνοντας το γυμνάσιο, προσλαμβάνετε ως καθηγητής και διδάσκει επί ένα χρόνο στο γυμνάσιο Σύρου, και στη συνέχεια επιστρέφει στα Ανώγεια. Κατά την παραμονή του στη Σύρο, έρχεται σε επαφή με τα νέα ιδεολογικά ρεύματα που καταφθάνουν από την Ευρώπη και γίνεται, βοηθούντος και του Μπογκιόρνου, υπέρμαχος των απόψεων του Γκιουζέπε Γαριβάλδη.
Επιστρέφοντας στα Ανώγεια βρίσκεται σε εξέλιξη στην Κρήτη το Μοναστηριακό ζήτημα όπου πρωταγωνιστεί ο αδελφός του, Μιχάλης. Τα δύο αδέλφια μαζί με τον επίσης Μυλοποταμίτη Εμμ. Μελισσιλωτη, εντάσσονται στην πιο δραστήρια ομάδα, στην περίφημη «Συντροφιά του Βραχασίου» διεκδικώντας χρήματα για την δημιουργία και συντήρηση σχολείων στο Μυλοπόταμο. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της «Συντροφιάς του Βραχασίου», φαίνεται από το γεγονός ότι στα Ανώγεια έγινε σύσκεψη της ομάδας στις αρχές Ιανουαρίου 1866 παρουσία των ιδρυτών της, Στυλιανού Παπαδάκη και Κωνστ. Σαρολίδη, από το Βραχάσι Μεραμβέλου.
Ο αδελφός του ο Μιχαήλ, πρωταγωνιστεί κατά την διάρκεια της συγκέντρωσης στα Μπουτσουνάρια Χανίων, και είναι από αυτούς που υπογράφουν στις 14 Μαΐου την διαμαρτύρηση του κρητικού λαού προς τον Σουλτάνο, ως εκπρόσωπος του Μυλοποτάμου. Επίσης παρέμεινε στο νομό Χανίων επί 2,5 μήνες μαζί με άλλους 20 αντιπροσώπους περιμένοντας της απάντηση του Σουλτάνου. Μαζί του παρέμεινε και ο Μ. Μελισσιώτης ως εκπρόσωπος επίσης του Μυλοποτάμου.
Ο Μιχάλης συμμετέχει στις 20 Αυγούστου, στην κοινή σύσκεψη Γενικής Συνέλευσης και οπλαρχηγών της Κρήτης, όπου υπογράφετε η αποκήρυξη του Σουλτάνου και η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Με την έναρξη της επανάστασης, ο Μανώλης αναλαμβάνει γραμματέας του αρχηγείου ανατολικού Μυλοποτάμου, ενώ στην Κρήτη κατέρχεται και ο «Μπογκιόρνος» και πρωταγωνιστεί στις πολιτικές διεργασίες ως μέλος της Τμηματικής Επιτροπής του Νομού Ρεθύμνης.
Μετά την έναρξη της επανάστασης, ο Μανώλης συμμετέχει στις μάχες του Αγίου Μύρωνα και της Τυλίσσου. Στην μάχη της Τυλίσσου σκοτώνεται ο αδελφός του Νικόλαος και ο ξάδελφός τους από το Γαράζο, παπά Μιχάλης Σκουλάς. Ο θάνατός τους όμως, ουδόλως τον πτόησε. Απεναντίας, φαίνεται να τον γέμισε υπερηφάνεια καθώς αμέσως μετά χόρευε και τραγουδούσε στα Ανώγεια. Και όπως αναφέρει ο Μιχ. Σκουλάς ή Καπετανομιχάλης, εγγονός του Μιχ. Σκουλά, στα απομνημονεύματά του, στις παρατηρήσεις της μητέρας του, ότι δεν είναι σωστό να διασκεδάζει, εκείνος απαντούσε ότι, «έτσι πρέπει να κάνει διότι και αυτός ήτο έτοιμος διά τον αγώνα και δεν ηδύναντο να ξέρει εάν θα επιζούσε». Έπρεπε λοιπόν να χαρεί τις ημέρες που θα ζούσε.
Τον χαρακτήρα και τις διαθέσεις του Μανώλη μας τις παραδίδει ο Στυλιανός Παπαδάκης, συνιδρυτής της «Συντροφιάς» του Βραχασίου, στα απομνημονεύματά του εκδοθέντα το 1870.
Σε επιστολή που στέλνει στον Μιχάλη τον Σκουλά τον Δεκέμβριο του 1869 του υπενθυμίζει την συνάντηση που είχαν στα Ανώγεια τον Ιούνιο του 1866, όπου ως απεσταλμένος της Γ.Σ., του εξηγούσε ότι θα πρέπει πρώτα να περιμένουν την απάντηση του Σουλτάνου και στην συνέχεια να προβούν σε περαιτέρω ενέργειες. Και καταλήγει: «Τας ιδέας ταύτας αντέκρουσε μεν ο γενναίος και αείμνηστος αδελφός σου Εμμανουήλ, υπό ενθουσιωδών εμπνεόμενος αισθημάτων, συνεμερίσθητε όμως σεις καθ’ ολοκληρίαν και επηνέσατε μάλιστα».
Ο Μιχάλης δηλαδή ταυτίστηκε με την απόφαση της Γ.Σ. να περιμένουν την απάντηση του Σουλτάνου, ο Μανώλης ήταν από αυτούς που πίεζαν για την άμεση κήρυξη της επανάστασης.
Ο Μανώλης πηγαίνοντας στο Αρκάδι, πέρα από την ευφορία που την διακατέχει, κουβαλά μαζί του όλη αυτήν την «προίκα» των αγώνων της οικογένειας και του χωριού του.
Ο αδελφός του ο Μιχάλης γνωρίζοντας τον χαρακτήρα του, και πιθανότατα για να τον εξαναγκάσει να επιστρέψει και να τον ενημερώσει, του δίνει μία μικρή, δεύτερη μπιστόλα, ίσα για την προσωπική του ασφάλεια. Αυτός όμως το θεωρεί προσβολή και βάζει την αρραβωνιαστικιά του, Ανεζίνα Κεφαλογιάννη, και του φέρνει την καλή μπιστόλα του αδελφού της, του Δημήτρη ή Κούντη και με αυτήν πάει στο Αρκάδι.
Εκεί συναντά τον φίλο και συναγωνιστή του από το Μοναστηριακό ζήτημα, και πολιτικό εκπρόσωπο του Μυλοποτάμου στην Γ.Σ., Εμμ. Μελισσιώτη. Δάσκαλοι και οι δύο. Τους ενώνουν κοικοί αγώνες, κοινά οράματα και ιδανικά. Και οι δύο συμπεριφέρονται στο Αρκάδι με τον «Αέρα» που τους δίνουν οι επίσημες ιδιότητές τους, με τον αέρα των οπλαρχηγών αδελφών τους. Τα αδέλφια τους, Μιχ. Σκουλάς και Μιχ. Μελισσιώτης, θα αντιμετώπιζαν τις ίδιες μέρες τον Ρεσίτ στον Στρούμπουλα, ενώ οι Κάτω Μυλοποταμίτες θα επιτίθεντο στους Τούρκους από έξω.
Αποφασίζουν να μείνουν και να υπερασπισθούν το Αρκάδι. Πρέπει και αυοί να φανούν άξιοι των συνεπαρχιωτών τους. Μέσα στο Αρκάδι κυριαρχούν οι Μυλοποταμίτες ως η πολυπληθέστερη ομάδα των υπερασπιστών του.
Ο Μ. Σκουλάς σε προκήρυξή του προς τους Μυλοποταμίτες τον Δεκέμβριο του 1867, αναφέρει άνω των 100 νεκρών Μυλοποταμιτών. Από τον κατάλογο των νεκρών μοναχών που δημοσιεύει ο Βενέρης, οι 15 από τους 25 είναι Μυλοποταμίτες.
Παρευρίσκονται επίσης δύο ηγούμενοι μονών, Μυλοποταμίτες. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ και ο Ηγούμενος της Μονής Χαλέπας, Γεράσιμος Στρατήγης. Παρευρίσκεται ο πολιτικός εκπρόσωπος του Μυλοποτάμου στην Γ.Σ., Εμμ. Μελισσιώτης.
Γνωρίζουμε ότι στις συσκέψεις, από τις υπογραφές στα έγγραφα που διασώθηκαν, ότι συμμετείχαν ο Ηγούμενος Γαβριήλ, ο Ιωάννης Σωπασής ή Κούβος, ο Εμμ. Μελισσιώτης και ο Εμμ. Σκουλάς, άπαντες Μυλοποταμίτες.
Γνωρίζουμε ότι ο Μελισσιώτης είναι αυτός που εισήγαγε την πρόταση να ανατινάξουν την μονή, εάν εισέρχονταν οι Τούρκοι στη μονή, στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε.
Γνωρίζουμε από την ομολογία του Τούρκου στον ΑΜ.Ν.Ω. στα Χανιά, ότι στον Σκουλά ανατέθηκε η εντολή να ανατινάξει την μπαρουταποθήκη.
Γνωρίζουμε ότι τόσο ο Σκουλάς όσο και ο άλλος Ανωγειανός, ο Γ. Κρασσάς δεν βρέθηκαν με τους υπόλοιπους σφαγιασθέντες Μυλοποταμίτες στην τραπεζαρία.
Από την κατάθεση του Παπαδάκη στον Κορωναίο, την οποία ολόκληρη έχει δημοσιεύσει ο κ. Γ. Κορναράκης, γνωρίζουμε ότι οι Ανωγειανοί εθεάθησαν λίγο πριν την έκρηξη στην μπαρουταποθήκη.
Για την θέση του Κ. Γιαμπουδάκη, ο Γ. Κορναράκης στο βιβλίο του «ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ» σελ. 235 αναφέρει: «Κατά ομολογία του Ν. Σταυρουλάκη (ΒΕΝΕΡΗΣ σελ. 323), ο Κ. Γιαμπουδάκης βρισκόταν λίγο πριν την ανατίναξη στα κλάουστρα (όπου είναι και το ηγουμενείο). Τα κλάουστρα όμως βρίσκονται στην απέναντι πλευρά του μοναστηριού από όπου βρίσκεται η πυριτιδαποθήκη».
Γνωρίζουμε επίσης ότι τα υπολείμματα, τόσο του Σκουλά όσο και του Μελισσιώτη, εντοπίσθηκαν στην μπαρουταποθήκη. Τα μεν του Σκουλά εντόπισε και αναγνώρισε ο αδελφός του Μιχάλης, από τα υπολείμματα των χαρακτηριστικών κίτρινων στιβανιών που φορούσε, του δε Μελισσιώτη, ο αδελφός του Μιχάλης από το δαχτυλίδι που φορούσε στο κομμένο δάκτυλό του που εντόπισε.
Το ζήτημα, κυρίες και κύριοι, του πυρπολητή έχει κριθεί πλέον ιστορικά. Και έχει κριθεί ιστορικά από τις μαρτυρίες αυτών που έζησαν τα γεγονότα του Αρκαδίου και οι οποίοι μαρτυρούν τον Εμμ. Σκουλά, πυρπολητή. Και ουδείς δικαιούται 150 χρόνια αργότερα να τους διαψεύσει. Ουδείς πλέον ούτε ιστορικός ούτε πολίτης δεν μπορεί να μην λάβει υπόψιν του τόσες πολλές και διαφορετικές μαρτυρίες, σε Κρήτη και Ελλάδα. Όσοι θα συνεχίσουν να παίζουν τα δικά τους μικροπολιτικά παιχνίδια, αργά ή γρήγορα θα έχουν να απολογηθούν στον Ελληνικό λαό, στην ίδια την Ιστορία, που θα τους κρίνει αυστηρά. Το μόνο που θα κάνουν θα είναι να εκθέτουν εαυτούς στο Πανελλήνιο, αλλά κυρίως ότι θεσμικά εκπροσωπούν.
Την ιστορία της επανάστασης του 1866 την αλλοίωσαν οι Τούρκοι και οι ντόπιοι συνεργάτες τους για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Η ευθύνη των σημερινών είναι ότι ενώ γνωρίζουν την αλήθεια αρνούνται να την αποδεχτούν. Ποια αλήθεια. Την αλήθεια εκείνων που έζησαν τα γεγονότα του Αρκαδίου.
Το Αρκάδι, κυρίες και κύριοι, το ανατίναξαν οι ιδέες και τα οράματα του Λεωνίδα Γεωργιάδη, του Χριστόφορου Αργυράκη, του Σαρολίδη, του Βιστάκη και όλων εκείνων των νέων φιλικών της Κρήτης, που με σπουδές επί ελεύθερου Ελληνικού εδάφους, μετέφεραν για πρώτη φορά στην σκλαβωμένη πατρίδα τους την συσσωρευμένη αυτή γνώση, που διεκδικούσαν χρήματα για την ίδρυση σχολείων για την επιμόρφωση του κρητικού λαού, γινόμενοι πάνω από όλα πυρπολητές ψυχών, προετοιμάζοντας τον κρητικό λαό για την μεγάλη επανάσταση.
Και την εκτέλεση έκανε η περίφημη «Συντροφιά» του Βραχασίου, μέλη της οποίας βρέθηκαν με τις επίσημες ιδιότητές τους στην πολιορκία του Αρκαδίου και αποφάσισαν συνειδητά να μείνουν και να το υπερασπιστούν.
Γνώστες της ιστορίας και των αγώνων του έθνους, των Θερμοπυλών, του Μαραθώνα, της Σαλαμίνας, των Πλαταιών, των αγώνων του έθνους το 1821, του Μεσολογγίου, του Κουγκίου, με τα στήθη να πλημμυρίζουν από εθνική έξαρση και υπερηφάνεια, είχαν την απαιτούμενη γνώση, αλλά και ψυχική προετοιμασία και δύναμη να προτείνουν και να εκτελέσουν μία τέτοιας βαρύτητας πράξη. Και ο μεν Μελισσιώτης εισήγαγε την πρόταση στο συμβούλιο, ο δε Σκουλάς ανέλαβε να την εκτελέσει.
Τα έγγραφα της επανάστασης έχουν διασωθεί σχεδόν στο ακέραιο. Η συνεχιζόμενη ιστορική έρευνα απλώς θα επιβεβαιώνει το γεγονός.