23 Οκτωβρίου 1925 γεννιέται ο Μάνος Χατζιδάκις - Κρήτη πόλεις και χωριά

Κρήτη πόλεις και χωριά

Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟ INTEΡNET - www.kritipoliskaixoria.gr

.........
Επικοινωνήστε μαζί μας - kritipolis@hotmail.com
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

23 Οκτωβρίου 1925 γεννιέται ο Μάνος Χατζιδάκις

Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη και ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη
Το σπίτι που γεννήθηκε, χτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα με νεοκλασικιστικά στοιχεία και λίγο μπαρόκ, είναι πλέον χαρακτηρισμένο ως έργο τέχνης και ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο
Η μουσική του εκπαίδευση ξεκίνησε σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλάμβανε μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα εξασκούνταν στο βιολί και στο ακορντεόν
Ο Χατζιδάκις εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα με τη μητέρα του το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονέων του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου επέφερε μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάστηκε για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο
Το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι στο Παγκράτι όπου ο μουσικοσυνθέτης έζησε την πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του, από το 1938 έως το 1962



Παράλληλα επέκτεινε τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο την περίοδο 1940 - 1943, ενώ ξεκίνησε και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν ολοκλήρωσε ποτέ. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον επίσης κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία



Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο "Τελευταίος Ασπροκόρακας" του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια. Τέλος, το 1946, καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι.

Την περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι και γίνεται ο πρώτος[8] που θα το μελετήσει σε βάθος και θα κατανοήσει την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης τη διάσημη πλέον διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι.

Το 1950 θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, "Μαρσύας" (1950), "Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές" (1951), "Το Καταραμένο Φίδι" (1951) και "Ερημιά" (1958). Την ίδια εποχή, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις "Χοηφόρους" (1950) από την "Ορέστεια" του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα. Μερικές από τις τραγωδίες και κωμωδίες για τις οποίες θα γράψει μουσική είναι η "Μήδεια" (1956), ο "Κύκλωπας" (1959), οι "Βάκχες" (1962), οι "Εκκλησιάζουσες" (1956), η "Λυσιστράτη" (1957) και οι "Όρνιθες" (1959). Το 1950 ο Χατζιδάκις συνεργάζεται με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία τραγωδία του ποιητή "Ο Θάνατος του Διγενή".


Την ίδια περίοδο γράφει σημαντικά μουσικά έργα, όπως τα πιανιστικά έργα "Ιονική σουίτα" (1952) και "Για μια μικρή λευκή αχιβάδα" (1947, το πρώτο από 51 έργα που ο ίδιος ξεχωρίζει με ιδιαίτερη αρίθμηση ανάμεσα στο σύνολο της δημιουργίας του ως opus 1) καθώς και τον κύκλο τραγουδιών "Ο Κύκλος του C.N.S." (1954, αφιερωμένο στον Carlos Novi Sanchez για το θάνατο του κοινού τους φίλου Ετιέν Ρέρυ).

Το 1957 ξεκινά μία περίοδος έντονης δημιουργικής δράσης. Ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, όπου το έργο του γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία, ενώ παράλληλα γράφει πολλά σημαντικά μουσικά έργα.

Το 1960 ήταν μία χρονιά με διακρίσεις και βραβεία. Του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο στο Β' Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ. για το "Κυπαρισσάκι" και την "Τιμωρία" με την Νάνα Μούσχουρη, απέσπασε το βραβείο για τη μουσική του στο "Ποτάμι" του Νίκου Κούνδουρου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, έγραψε τα "Τα Παιδιά του Πειραιά"[14] για το "Ποτέ την Κυριακή" του Ζυλ Ντασέν, που έκαναν το γύρο του κόσμου "αποδίδοντας" στον συνθέτη και το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού την επόμενη χρονιά, και επίσης συνέθεσε μουσική για τα θεατρικά έργα "Ευρυδίκη" του Ζαν Ανούιγ, "Το γλυκό πουλί της νιότης" του Τένεσι Ουίλιαμς, "Ο θάνατος του Διγενή" του Άγγελου Σικελιανού, "Η τύχη της Μαρούλας" του Δημητρίου Κορομηλά και για πολλές ταινίες. Ανάμεσά τους οι: "Μανταλένα", "Η Αλίκη στο ναυτικό", "Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος", "Η κυρία δήμαρχος", "Το κλωτσοσκούφι", "Ραντεβού στην Κέρκυρα", κ.α.


Το 1961 κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού για το τραγούδι "Τα παιδιά του Πειραιά". Η βράβευση αυτή του έδωσε παγκόσμια δημοσιότητα, την οποία ο Χατζιδάκις προσπάθησε να αποφύγει με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι του στερούσε τη δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος την σχέση του με τον ακροατή του. "Για μένα το Όσκαρ δεν αποτελεί στεφάνωμα μιας σταδιοδρομίας αλλά το αληθινό μου ξεκίνημα", ήταν η απάντηση-δήλωση του συνθέτη. "Τα παιδιά του Πειραιά" έφεραν στην Ελλάδα το δεύτερο Όσκαρ, δεκαπέντε χρόνια μετά την Κατίνα Παξινού και το δικό της Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα. Το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι για το Ποτέ την Κυριακή του Ζυλ Ντασέν, που έκανε το γύρο του κόσμου, επικράτησε των άλλων υποψηφιοτήτων, προσφέροντας στον Έλληνα δημιουργό μία διεθνή διάκριση. Ήταν μια βράβευση την οποία ο ίδιος δεν αντιμετώπισε ποτέ ως ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του. "Μπορεί ένα απλό τραγούδι να μου έφερε το Όσκαρ. Οι φιλοδοξίες μου όμως και οι υποχρεώσεις μου δεν σταματούν σε αυτό...", έλεγε. Την ίδια χρονιά ο Μάνος Χατζιδάκις απέσπασε το Β' βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού για το τραγούδι του "Κουρασμένο παλληκάρι". Το Α' δόθηκε στον Μίκη Θεοδωράκη για την "Απαγωγή"

Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί το "Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις" στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται από κοινού στους Γιάννη Ξενάκη και Ανέστη Λογοθέτη. Το 1964 ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-66). Στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της, η ορχήστρα έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η συνεργασία του με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι Όρνιθες ανεβαίνουν από τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες.

Μερικά έργα της περιόδου αυτής είναι η μουσική για την "Μήδεια" του Ευριπίδη (1958), το "Παραμύθι χωρίς όνομα" του Ι. Καμπανέλλη (1959), "Ο κύκλος με την κιμωλία" του Μπρεχτ, η "Οδός ονείρων" (1962), αλλά και "Το χαμόγελο της Τζοκόντας" - δέκα τραγούδια για ορχήστρα γραμμένα αρχικά για φωνή, ειδικά για τη Ζακλίν Ντανό (Παρίσι, 1962).

Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται τη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του "Ποτέ την Κυριακή" με τον τίτλο "Illya Darling". Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών "Reflections" σε συνεργασία με το συγκρότημα "New York Rock and Roll Ensemble", ενώ ηχογραφεί και "Το Χαμόγελο της Τζοκόντας" στην -πασίγνωστη πλέον- συμφωνική του μορφή. Παράλληλα συνεχίζει τη συνεργασία με τα μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες, όπου διευθύνει έργα δικά του ή άλλων συνθετών. Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου είναι η μουσική για την ταινία "Blue" (1958) του Silvio Narizzano, η "Ρυθμολογία" (έργο για πιάνο) και η "Αμοργός" (1970), πάνω στο εμβληματικό ποίημα του ποιητή Νίκου Γκάτσου, έργο το οποίο ο συνθέτης άφησε ημιτελές.


Το 1972 επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο "Πολύτροπο" με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, "μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία"[17]. Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται από την ηχογράφηση του έργου "Ο Μεγάλος Ερωτικός".

Η πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση του Χατζιδάκι στο χώρο της τέχνης και οι παρεμβάσεις του στα κοινά αυτήν την περίοδο κορυφώνονται. Διορίζεται αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής το διάστημα 1975 - 1977 ενώ την περίοδο 1975 - 1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα. Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς για την ποιότητα και τις ιδέες στην ελληνική ραδιοφωνία. Η περίοδος εκείνη ήταν σίγουρα η ποιοτικότερη στην ιστορία του συγκεκριμένου ραδιοσταθμού.

Το 1979 ο Μάνος Χατζιδάκις καθιερώνει τις "Μουσικές Γιορτές" στα Ανώγεια της Κρήτης, που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Παράλληλα διοργανώνει συνέδριο με θέμα την παράδοση, στο οποίο συμμετέχουν διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάζει τον "Μουσικό Αύγουστο" στο Ηράκλειο, ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981 - 1982 διοργανώνει επίσης τους αγώνες ελληνικού τραγουδιού στην Κέρκυρα, ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.

Το 1985 παρουσιάζει και εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό "Το Τέταρτο" (1985 - 1986), το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Το 1985 επίσης δημιουργεί την πρώτη ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία στην Ελλάδα, "Σείριος", η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα, με σκοπό την ανάδειξη καλλιτεχνών και μουσικών δημιουργιών επί τη βάσει μη εμπορικών κριτηρίων. Παράλληλα παρουσιάζει επιλεγμένα έργα και καλλιτέχνες στην μπουάτ "Σείριος" (Ζουμ) της Πλάκας.


Το 1989, ιδρύει την Ορχήστρα των Χρωμάτων προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών. Ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις διηύθυνε την Ορχήστρα των Χρωμάτων μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Στις 3 Ιουνίου 1990, σε συνεργασία με τον κορυφαίο μουσικό Άστορ Πιατσόλα, διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε μια συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο θέατρο του Ηρώδη του Αττικού.[18] Η συναυλία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική καθώς ήταν η τελευταία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα αργότερα, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, έπεσε σε κώμα δύο ετών και τελικά έφυγε από τη ζωή το 1992.[18] Το 1991, σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας, ο Μάνος Χατζιδάκις διοργανώνει τους "Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας".

Η έντονη ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα κοινά κατά την περίοδο αυτή αποτυπώνεται σε σημαντικό τμήμα του έργου του. Χαρακτηριστικά έργα της περιόδου είναι "Η εποχή της Μελισσάνθης", έργο αυτοβιογραφικό αλλά και βαθιά πολιτικό, οι κύκλοι τραγουδιών "Τα παράλογα" (1978), "Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς" (1983), η μουσική παράσταση "Πορνογραφία" (1982), σε δική του σκηνοθεσία, η "Σκοτεινή Μητέρα" και "Τα τραγούδια της αμαρτίας".

Ο Μάνος Χατζιδάκις πέθανε στις 15 Ιουνίου του 1994 από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην Παιανία.

Η εργογραφία του Μάνου Χατζιδάκι έχει καταγραφεί κατ’ αρχάς από τον ίδιο το συνθέτη και ανασυντάχθηκε από τον Β. Αγγελικόπουλο[32] και την Ρ. Δαλιανούδη [33]. Στην εκδοχή της τελευταίας περιλαμβάνει 61 έργα για το θέατρο, 10 έργα για το αρχαίο δράμα, 77 έργα για τον κινηματογράφο, 11 οργανικά έργα, 36 κύκλους τραγουδιών και έργα για φωνή, 16 μπαλέτα και 3 όπερες. Κάποια από τα έργα αυτά είναι ανέκδοτα ή ανολοκλήρωτα. Ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις έχει επιλέξει και αριθμήσει 51 από τα έργα του που θεωρούσε ως τα πλέον σημαντικά.

Η πλήρης εργογραφία και δισκογραφία του συνθέτη, με τα δικά του εισαγωγικά σημειώματα καθώς και πρόσθετο αρχειακό υλικό είναι προσβάσιμη στον επίσημο ιστότοπό του


ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ

Αυτή η άγνωστη στους περισσότερους συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι, δημοσιεύτηκε την Παρασκευή 26 Αυγούστου 1960, στην ελληνική εφημερίδα «Αίγυπτος (Ταχυδρόμος)» της Αλεξάνδρειας. Δυστυχώς,το όνομα του δημοσιογράφου, που συνομίλησε με τον Χατζιδάκι και απέδωσε τόσο γλαφυρά τα λεγόμενα αλλά και την εικόνα του Μάνου, δεν αναγράφεται στο φύλλο της εφημερίδας.

Η λατρεία για την Κρήτη αναβλύζει τόσο από τα λεγόμενα του μεγάλου συνθέτη, όσο και από τον τρόπο που σχολιάζει ενδιάμεσα ο δημοσιογράφος.
Νομίζω ότι αξίζει να διαβαστεί απ΄όλους…
ΑΙΓΥΠΤΟΣ-ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ
Νέος είνε, 33 χρονών ο Χατζιδάκις. Παχύς και στο ανάστημα μέτριος. Το δέρμα του είνε σκούρο και μελαχροινό και κατάμαυρα τα μάτια του. Γλυκειά και απαλή η φωνή του, πειθαρχημένη κυλά και βγαίνει απ΄τα χείλη του, μα όταν υποστηρίζη κάτι, όταν υπογραμμίζη μία φράσι, γίνεται σκληρή, βαρειά σαν χτύπος καμπάνας και τα μάτια του πετούν αστραπές σαν το ατσάλι!
Για ένα που ξέρει να βλέπη, ο Χατζιδάκις, συμπληρώνει τον τέλειο χαρακτήρα του Κρητικού!
-Γεννήθηκα στην Ξάνθη! λέει ο ίδιος. Μα η Κρήτη κυκλοφορεί μέσα στο αίμα μου! Ακούω τις φωνές της, νοιώθω το πέλαγος να δέρνεται και να βογγά στα βράχια της, μυρίζομαι το χώμα της, τα περιβόλια της, χυμά ολοένα η ψυχή μου απάνω της να ρουφήξη δύναμη και ομορφιά…
Ο πατέρας του Χατζιδάκι, ανήσυχη ψυχή σαν όλους τους Κρητικούς, ξεκίνησε μια μέρα να πραγματοποιήσει ένα όνειρο. Να πλουτίση εμπορευόμενος καπνά! Καλή η εποχή, έξυπνος έμπορος ήταν, είχε πείσμα και καρδιά και περίσσεια περηφάνεια, δεν μπορούσε παρά να κερδίση στο πάλαιμα με τη ζωή. Τι Κρητικός ήταν;
Οι άνθρωποι τον θαύμαζαν, τον αγαπούσαν, ήταν μεγάλη η καρδιά του και το μυαλό του σπίθιζε. Γέννησε κι η γυναίκα του, τούδωσε αγόρι, το βάφτισαν, μπήκε στους Χατζιδάκιδες, ένας Μανώλης ακόμη!

-Να πω πως τον ζήλεψε ο Χάρος; Πως πέρασε κάποια φορά έξω από το σπίτι μας άκουσε το κακαριστό γέλοιο του, έσκυψε και είδε την ευτυχία μας και μπήκε; Η συμφορά έπεσε απροσδόκητα, γκρέμισε το σπίτι μας, και μεις, η μητέρα μου κι εγώ, μια σταλιά παιδί, θάψαμε τον πατέρα μου, τα μαζέψαμε και ήρθαμε στην Αθήνα… Το χρυσό όνειρο είχε τελειώσει, η ζωή δεν ήταν τόσο ρόδινη όσο την ξέραμε ως τότε. Η βιοπάλη άρχιζε. Δούλευα και σπούδαζα, κι οι δυσκολίες με πεισμάτωσαν! Τούτα τα προσόντα του Κρητικού, δεν τα ήξερα ποτέ. Κυνηγούσα τα δύσκολα, τα παραπάνω από μένα και τις δυνάμεις μου. Χιλιάδες πρόγονοι που βλάστησαν και τάφηκαν στα χώματα της Κρήτης, ξυπνούσαν μέσα μου και φώναζαν. Δεν ξεκαθάριζα τις πεθυμιές τους, δεν είχα ο ίδιος κατασταλάξει πάνω στη γή, δεν μπορούσα ακόμη να δω και να ξεχωρίσω τους δρομους…
Μεγάλη η γενιά των Χατζιδάκιδων στην Κρήτη, απλώνεται και πιάνει το νησί από τις τέσσερις άκρες του! Κισσαμίτες, Σφακιανοί, Αποκορωνιώτες, Ρεθυμιώτες, Καστρινοί, Μεραμπελιώτες και Γεραπετρίτες, πλούσιοι, φτωχοί, επιστήμονες, στρατιωτικοί. Μια φλέβα που κόπηκε με τον καιρό κομμάτια-κομμάτια κι άλλη θέλουν το «άκης» με «ήττα» κι άλλοι με «γιώτα» να χωρίζουν μεταξύ τους!
-Δέκα πέντε χρονών, κατέβηκα στην Κρήτη, κάθησα καιρό, εντύθηκε η ψυχή μου με τα χρώματά της… Μελέτησα τους ανθρώπους της, το φως της, ένοιωσα τη φοβερή δύναμι αφομοιώσεως που έχει σ’ αυτούς που πρωτοστατούν επάνω της, δέθηκα οριστικά μαζί της! Από παιδί μ’ άρεσε η μουσική, με είχαν μάθει κι έπαιζα πιάνο, μα μόνο σαν πάτησα στην Κρήτη η ψυχή μου κατάλαβε το νόημά της. Άρχισα να συνθέτω, να δημιουργώ, παράξενα συναισθήματα με πλημμύριζαν. Ένα θαύμα είχε γίνει μέσα μου…
-Μεγάλη είναι η κρήτη, έχει Χατζιδάκιδες πολλούς. Ποια η δική σας φύτρα;
-Ηρακλειώτης!… Καστρινός, όπως συνηθίζουν να τους λένε, επειδή παληά, Μεγάλο Κάστρο, έλεγαν το Ηράκλειο… Το δικό μας σόι, έχει πολλούς επιστήμονας και καθηγητάς. Ανθρώπους που ασχολιούνται με την λογοτεχνία και την ποίησι. Απ΄ό,τι έμαθα, δεν είχαμε άλλον μουσικόν.

ΕΜΠΝΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΕΙΣΜΑ!
Για να ξεκαθαρίσωμε τα πράγματα, ευθύς από την αρχή, ο Μάνος Χατζιδάκις είναι αφάνταστα προσγειωμένος! Δεν έχει παραξενιές, δεν μυρίζει… σάπια μήλα για να κατεβάσει ιδέες, ούτε βάζει σε παγωμένο νερό τα πόδια του για να του έρθει έμπνευσις! Είναι απλός και φυσικός άνθρωπος και αντικρύζει τη ζωή γύρω του στις σωστές και φυσικές διαστάσεις της.Κοιμάται ελάχιστες ώρες μα το ξενύχτι του δεν είναι στείρο και αρρωστημένο. Δουλεύει.Δημιουργεί!
Σε κάτι τέτοιες ώρες, τον πέτυχα προχθές τα ξημερώματα. Ήθελε, δεν ήθελε, άφησε το μολύβι, παραμέρισε το πεντάγραμμο και μιλήσαμε. ήταν ζεστός ακόμη τότε ο καυγάς με τους …παλιούς, και δεν μπόρεσε να μη μιλήση.
-Δεν ήθελα να πειράξω κανένα, δεν είχα λόγους… Είπα την ιδέα μου, διατύπωσα την γνώμη μου και ξεσηκώθηκε ο κόσμος εναντίον μου! Ο λόγος; Η αφορμή;
-Μα ήταν ανάγκη; Γιατί να γίνη καυγάς;
-Τα είπα και αδιαφορώ! Ξέρω, πώς έχω δίκιο. Κι όταν έχω δίκιο τα βάζω και με το Θεό! Δεν φοβούμαι κανένα!
Τον έβλεπα καθώς μιλούσε και χαιρόμουνα που τούδωσα την αφορμή να θυμώση, να τρικυμίση η ψυχή του, να βαρύνη η φωνή του και να πετάξουν μαύρες αστραπές τα μάτια του. Παμπάλαιοι και μακρινοί πρόγονοι, άγριοι βουνήσιοι Κρητικοί, ξυπνούσαν από τα βάθη των αιώνων και μιλούσαν με τη φωνή του!
-Αυτή ήταν η γνώμη μου… Εγώ έπρεπε να την πω. Κι οι άλλοι να την ακούσουν. Με τις φωνές και τις βρισιές δεν γίνεται συζήτησι/ Αποτέλεσμα, πώς σώπασαν; Επειδή δεν πίστευαν σ’ αυτά που υποστήριζαν. Κι επειδή εγώ δεν το βάζω εύκολα κάτω!
Ανακάτεψε στο τραπέζι τα χαρτιά, χτύπησε το μολύβι σαν του έφταιγε εκείνο, άναψε τσιγάρο και κύτταξε απ΄το παράθυρο τη νύχτα π΄άρχιζε να χλωμιάζη. Σώπασε λίγο, μέρεψε η ψυχή του, ήρθε πάλι και γέμισε την καρδιά του το μεγάλο νησί…
-Κάποια μέρα που θα μπορώ να ζω όπως θέλω, θα τραβήξω κατά κάτω! Θα βρω μια γωνιά στον κρητικό παράδεισο και θα ριζώσω!… Άλλος τόπος στον κόσμο δεν υπάρχει. Ζωντανή είναι η Κρήτη, έχει ψυχή, φωνή, φλέβες που τρέχει αίμα ζεστό μέσα τους! Μού τό’πε μια φορά ένας γέρος χωρικός πάνω στην ώρα δυνατού σεισμού, μα το κατάλαβα αργότερα. «Μη φοβάσαι, Μανώλη, ζωντανή είναι η Κρήτη μας, κουνιέται!…» Και δεν είναι μόνο ζωντανή. Παρά και μάγισσα!«Ήπιες νερό από τα σπλάχνα της; Πάει, τέλειωσε! Έγινες σκλάβος της αιώνιος!…»


ΔΕΝ ΓΡΑΦΩ ΜΟΝΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΖΩ»
Βλέπω τον πληθωρικό τούτον νέον καλλιτέχνη να μιλή, και πολλές φορές ξεστρατίζει το μυαλό μου δίχως να το θέλω, σ’ άλλα θέματα, σ’ άλλα σκοτεινά προβλήματα που βασανίζουν την ψυχή του ανθρώπου.
Ανάβει και καίγεται καθώς μιλεί, οι φωνές έρχονται από μέσα, αν προσέξεις λίγο μπορεί να βρης και μια αλλοίωσι της φωνής του, μια παράξενη αλλαγή στα χαρακτηριστικά του. Δεν μιλεί αυτός, ξένες είναι οι φωνές κι έρχονται από τα βάθη των αιώνων! Πειρασμοί μεγάλοι που σ΄αναγκάζουν να ρωτήσης:
-Τι ξέρεις για το νησί και τους ανθρώπους του;
-Διαβάζω! Διαβάζω την ιστορία του, όχι την τωρινή, την γεμάτη αίματα και αναστεναγμούς, μα την παλιά…
-Και τι συμπέρασμα βγαίνει;
Γρήγορος ήταν ο διάλογος, στάθηκε και με είδε παραξενεμένος. Χαμογέλασε, πήραν πάλι φόρα τα μάτια του, άνοιξαν θαρρετά, κύτταξαν πέρα τον ουρανό που άσπριζε και η φωνή του κύλησε ανάμεσά μας ήρεμα, καλά στερεωμένη.
-Μελετώντας τα παλιά, καταλήγεις στην μεγάλη αλήθεια. Πως η Κρήτη, δεν έχει αλλάξει στους αιώνες που πέρασαν! Μένει η ίδια, απαράλλαχτη! Η σημερινή ζωή, είναι μια συνέχεια της παλιάς… Οι ίδιοι άνθρωποι που ζούσαν επί Μίνωος, ζουν και τώρα! Πεθαίνουν, θάπτονται, ανασταίνονται, πάλιν οι ίδιοι! Ο κύκλος δεν σταματά. Στα παλιά χρόνια, βρίσκει κανείς τον ίδιο τον σημερινό Κρητικό. Τον άφοβο, που παλεύει με το Χάρο κι όμως κλαίει για την αγάπη του!
Ευκαιρία να ξαναφέρουμε την κουβέντα από την Κρήτη στην Αθήνα, στην έμπνευσι και στην καθημερινή δουλειά του καλλιτέχνη.
-Όταν γράφετε μουσική ή στίχους, έχετε την Κρήτη στο μυαλό σας;
Δεν θυμούμαι… Μα αν ψάχνετε να δήτε αν με επηρεάζη στις εμπνεύσεις μου η Κρήτη, σας λέω όχι! Άλλο καρδιά, άλλος μουσική, άλλο Κρήτη! Διαβάζω πολύ, γράφω κι αν θέλετε ένα μεγάλο μυστικό δικό μου σας λέγω ότι κανένα από τα τραγούδια μου δεν γεννήθηκε χωρίς αγωνία και κόπο!
Ο Χατζιδάκις στέκεται ειλικρινής και περιγράφει τον εαυτό του με φράσεις κοφτές, αντρίκειες. Δεν φοβάται, ξέρει ότι πατεί στέρεα κι ανεβαίνει τον δύσκολο δρόμο…
-Όποιος γράφει μουσική εύκολα, ή δεν γράφει… μουσική ή κλέβει! Και πρέπει να το καταλάβουμε μια και καλή. Αρκετά έκλεψαν οι παλαιότεροι κι έφτιαξαν κάθε λογής μουσικά «αριστουργήματα!». Καιρός τώρα να δούμε αν μπορούμε να γράψουμε και τίποτα δικό μας. Ελληνικό, και στην έμπνευσι και στη διαπίστωσι!
-Εσείς προσπαθείτε;
-Δεν κάνω άλλο από προσπάθειες! Αυτές που μπορώ. Βάζω πολύ δύναμι, πολύ καρδιά, όλη μου την ψυχή ανάμεσα στις νότες και στους στίχους μου γιατί αγαπώ τον άνθρωπο, τον βιοπαλαιστή, τον φτωχό! Αυτόν έχω στο μυαλό μου όταν γράφω τη μουσική ή τους στίχους! Απλά πράγματα, ένα ποτήρι κρύο νερό, μια δροσερή αυλή και γύρω ένα κλωνάρι γιασεμί, μια γλάστρα βασιλικός!… Έχουν επιτυχία τα τραγούδια μου, ακριβώς γιατί μιλούν κατ’ ευθείαν στην καρδιά μας. Μου λένε για το τραγουδάκι μου ο «Υμηττός», πως δεν περιέχουν τίποτε οι στίχοι του, κι όμως ο λαός που το τραγουδά, βρίσκει εκεί που πρέπει το νόημά του και χαίρεται!



«Απλά πράγματα, ένα ποτήρι κρύο νερό, μια δροσερή αυλή και γύρω ένα κλωνάρι γιασεμί…» λέει ο Μάνος τo 1960.
Kαι  μερικές δεκαετίες αργότερα, ακόμα “Μυρίζει ο κόσμος γιασεμί”.
Σε στίχους του Μιχάλη Μπουρμπούλη,και ερμηνεία της Μαρίας Δημητριάδη. Έτσι… Για να μη συνηθίζουμε ποτέ…


ΠΗΓΗ  / ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ - http://afmarx.wordpress.com

Post Top Ad

.............