Τα Σφακιά της Κρήτης ήταν η πατρίδα του Αγίου Ιωάννη και εργαζόταν σαν γεωργός στη Νέα Έφεσο.
Σ' ένα πανηγύρι προς τιμήν του Τιμίου Προδρόμου (29 Αυγούστου 1811 μ.Χ.) έξω από τη Νέα Έφεσο, ο Ιωάννης με δύο πατριώτες του διασκέδαζαν. Σε κάποια στιγμή ήλθαν απεσταλμένοι του αγά και τους ζήτησαν τον κεφαλικό φόρο. Οι τρεις Σφακιανοί αρνήθηκαν να τον πληρώσουν και συνεπλάκησαν με τους φοροεισπράκτορες. Αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθεί, από τους συντρόφους του Ιωάννη, ένας Τούρκος και οι άλλοι να τραυματιστούν. Οι δύο πατριώτες του Ιωάννη απομακρύνθηκαν, ενώ ο ίδιος επειδή ήταν αθώος έμεινε. Αλλά οι Τούρκοι, που ζητούσαν εκδίκηση συνέλαβαν τον Ιωάννη και αφού τον βασάνισαν τον έριξαν στη φυλακή, όπου έμεινε χωρίς τροφή για 16 ήμερες.
Στις προτάσεις των Τούρκων να εξισλαμιστεί για να γλιτώσει το θάνατο, ο Ιωάννης απάντησε: «Χριστιανός γεννήθηκα χριστιανός θέλω να πεθάνω, Ιωάννης ονομάζομαι, δεν αλλάζω την πίστη μου ούτε τ' όνομα μου». Τότε οι Τούρκοι τον απαγχόνισαν στις 15 Σεπτεμβρίου του 1811 μ.Χ. Κατόπιν αδείας οι Χριστιανοί τον έθαψαν στην αυλή του ναού του Αγίου Γεωργίου, στην Έφεσο. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Αθανάσιος Πάριος, τη δε Ακολουθία του ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.