Το επώνυμο Βαρδινογιάννης είναι εδώ και δεκαετίες συνώνυμο της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα και μέλη της πολύ μεγάλης οικογένειας έχουν επανδρώσει επιτελικές θέσεις στην πολιτική και οικονομική σκηνή της χώρας. Στην οικογένεια όμως έχουν διεισδύσει και πολλά άλλα ονόματα, γνωστά στον ελληνικό λαό, που όμως δεν είναι πολύ γνωστή η σχέση τους με την ιστορική οικογένεια.
Η οικογένεια Βαρδινογιάννη είναι μία από τις ισχυρότερες οικογένειες του εφοπλιστικού κόσμου τόσο στον ελληνικό χώρο όσο και διεθνώς, με καταγωγή από την Κρήτη. Μέλη της οικογένειας Βαρδινογιάννη έχουν διακριθεί στη ναυτιλία, τις επιχειρήσεις, την πολιτική και τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Ας πιάσουμε όμως τον μίτο της ιστορίας της οικογένειας από την αρχή της.Η απώτερη καταγωγή της οικογένειας είναι από τα Σφακιά, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στην Επισκοπή Λαππαίων Ρεθύμνου. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η συνολική περιουσία της οικογένειας προσεγγίζει τα 9 δισεκατομμύρια ευρώ και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 50 πλουσιότερες οικογένειες της Ευρώπης.
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, έχοντας ως βάση τα αυτόνομα Σφακιά, οι πρόγονοι της οικογένειας πρωταγωνίστησαν σε διάφορα επαναστατικά κινήματα, ενώ μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα διακρίθηκαν κυρίως ως αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού. Από τη δεκαετία του 1960, όταν ο Νίκος Βαρδινογιάννης (φωτό παρακάτω) δημιούργησε το σταθμό εφοδιασμού πλοίων στους Καλούς Λιμένες στην Κρήτη και το διυλιστήριο της Motor Oil, βρίσκονται σε δεσπόζουσα θέση και στις επιχειρήσεις της Ελλάδας.
Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης (γεννήθηκε το 1936) γνωστός ως «Καπετάνιος» και «Ρίνγκο», αποφοίτησε από τη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Το παρατσούκλι Καπετάνιος το απέκτησε όταν με μία τολμηρή κίνηση κατάφερε και έσπασε το εμπάργκο που είχε επιβληθεί στη Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), ενώ μαινόταν ο πόλεμος και τον καταδίωκε το βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό.
Είναι Έλληνας επιχειρηματίας και εφοπλιστής, μέλος της γνωστής επιχειρηματικής οικογένειας Βαρδινογιάννη.
Υπήρξε πρόεδρος της ΠΑΕ Παναθηναϊκός για σχεδόν 21 χρόνια, από τον Ιούλιο του 1979 μέχρι τον Μάιο του 2000. Σ'αυτό το διάστημα, η ομάδα κατέκτησε 6 Πρωταθλήματα, 9 Κύπελλα και 3 Σούπερ Καπ, ενώ δύο φορές έφτασε πολύ κοντά στον τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών - Τσάμπιονς Λιγκ: τη σεζόν 1984 - 1985 (αποκλείστηκε στα ημιτελικά από τη Λίβερπουλ), και τη σεζόν 1995 - 1996 (αποκλείστηκε στα ημιτελικά από τον Άγιαξ).
Η σχέση του με τους οπαδούς του Παναθηναϊκού πέρασε από διάφορες φάσεις, από την λατρεία και την αποθέωση μέχρι την έντονη κριτική. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού του χρέωναν έλεγχο του παρασκηνίου και προκλητικές σχέσεις με την πολιτική εξουσία, που έφταναν στο σημείο ο Βαρδινογιάννης να υπαγορεύει στους αρμοδίους τι θα νομοθετήσουν, κυρίως τη δεκαετία του 1980 όταν στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού έκανε κουμάντο ο Κίμων Κουλούρης και στην ΕΠΟ ο πρώην αξιωματικός της Αεροπορίας Νίκος Ζουμπογιώργος, στενοί φίλοι του Βαρδινογιάννη και γνωστοί για τις «πράσινες» οπαδικές τους προτιμήσεις.
Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης γεννήθηκε το 1936 στην Επισκοπή Ρεθύμνου, και είναι ένα από τα δέκα παιδιά του Γιάννη Βαρδινογιάννη, που είχε απώτερη καταγωγή από τον Άγιο Ιωάννη Σφακίων, και της Χρυσής Θεοδωρουλάκη από το Γεράνι Ρεθύμνου.
Ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας, Παύλος Βαρδινογιάννης, ασχολήθηκε με την πολιτική και διετέλεσε βουλευτής Ρεθύμνου και υπουργός του Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ δύο άλλοι αδελφοί του, ο Βαρδής και ο Νίκος έγιναν αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού και αργότερα πετυχημένοι επιχειρηματίες. Ο ίδιος προτίμησε το εμπορικό ναυτικό, και αποφοίτησε από τη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Το παρατσούκλι Καπετάνιος το απέκτησε όταν με μία τολμηρή κίνηση κατάφερε και έσπασε το εμπάργκο που είχε επιβληθεί στη Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), ενώ μαινόταν ο πόλεμος και τον καταδίωκε το βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό.
Απέκτησε τον Παναθηναϊκό τον Ιούλιο του 1979, «αρπάζοντάς τον» την τελευταία στιγμή από τον Παύλο Γιαννακόπουλο: ο Απόστολος Νικολαΐδης άλλαξε γνώμη και ενώ είχε αρχικά συμφωνήσει σε όλα με τον Γιαννακόπουλο, τελικά προτίμησε τον Βαρδινογιάννη.
Έμεινε στο τιμόνι του Παναθηναϊκού μέχρι το 2000, με επιτυχίες αλλά και αποτυχίες. Στην Ελλάδα ο Παναθηναϊκός κατέκτησε 6 Πρωταθλήματα, 9 Κύπελλα και 3 Σούπερ Καπ, ενώ πραγματοποίησε και μερικές εξαιρετικές πορείες στην Ευρώπη, με αποκορύφωμα τις σεζόν 1984 - 1985 και 1995 - 1996, όταν έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών - Τσάμπιονς Λιγκ. Παράλληλα, έφερε στον Παναθηναϊκό μερικούς από τους πιο αγαπητούς παίκτες και προπονητές στην ιστορία του (Δημήτρης Σαραβάκος, Χουάν Ραμόν Ρότσα, Βέλιμιρ Ζάετς, Στράτος Αποστολάκης, Γιάτσεκ Γκμοχ, Ίβιτσα Όσιμ, Χουάν Χοσέ Μπορέλι, Κριστόφ Βαζέχα. κτλ).
Συγκρούστηκε πολλές φορές με τον κόσμο, ακόμη και τις περιόδους που η ομάδα κατακτούσε τίτλους, ενώ οι οπαδοί των άλλων ομάδων και κυρίως του Ολυμπιακού τον κατηγορούσαν για τις προνομιακές σχέσεις του με την πολιτική εξουσία. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Κώστα Καίσαρη:
Μετά το 1996, άρχισε να επικρατεί ποδοσφαιρικά και παραγοντικά ο Ολυμπιακός του Σωκράτη Κόκκαλη, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τον Γιώργο Βαρδινογιάννη, ο οποίος τελικά αποχώρησε με αιχμές κατά της Πολιτείας από τη διοίκηση του Παναθηναϊκού το 2000, και με τον ανηψιό του Γιάννη («Τζίγγερ») να αναλαμβάνει την ομάδα.