Η Χερσόνησος βρίσκεται στη βόρεια κεντρική ακτογραμμή της Κρήτης, 25 χιλιόμετρα ανατολικά του Ηρακλείου (Φαράκλας κ.ά. 1988, σ. 15-16, 140-141, 201-202). Το διαχρονικό τοπωνύμιό της απαντά στις παραλλαγές Χερσόνησος, Χερρόνασος,Χερσόνασος, Κερσόνεσος και Χερρόνησος (Faure 1959, σ. 213). Η πόλη, γνωστή στους κλασικούς γεωγράφους κυρίως ως επίνειο της Λύκτου, που βρίσκεται 15 χιλιόμετρα νοτιότερα, αποκαλείται και Λύττος επί θάλασσα, ενώ έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση αναγνωρίζεται ως μία από τις λίγες ανεξάρτητες πόλεις του νησιού (Χανιώτης 2006, σ. 18). Η ευρωστία της, που οφείλεται κατά κύριο λόγο στο διπλό φυσικό της λιμάνι
Το πυραμιδόσχημο ψηφιδωτό αναβρυτήριο («Σαρακηνός»)
Ο Spratt είναι από τους πρώτους που κάνουν λόγο για το ιδιόμορφο πυραμιδόσχημο ψηφιδωτό αναβρυτήριο στην παραλία της Χερσονήσου, το οποίο, όπως αναφέρει, «έχει σχήμα κόλουρου κώνου, έτσι ώστε να σχηματίζονται τέσσερις τριγωνικές πλευρές με ψηφιδωτές επιφάνειες, που καθεμιά αναπαριστά διάφορες μορφές, κυρίως υδρόβια πτηνά και ψάρια, καθώς και σκηνές ψαρέματος με γυμνούς ψαράδες (…) ένας από τους οποίους έχει πιάσει μια μεγάλη σουπιά ή καλαμάρι με οκτώ πλοκάμια. Οι μορφές είναι χονδρικά αποδοσμένες, δίχως να τηρούνται οι αρχές της προοπτικής, μολονότι τα περιγράμματα των προσώπων είναι εκλεπτυσμένα και με καλό γούστο» (Spratt 1865, σ. 107).
Ακολουθεί ο Mariani που εντυπωσιάζεται από τη «χαριτωμένη πηγή σε σχήμα πυραμίδας με ψηφιδωτά», αναφέροντας ότι «ήταν μια τετράγωνη δεξαμενή στο ύψος του εδάφους, γύρω από την οποία υπάρχει κράσπεδο χτισμένο με ασβέστη και πλίνθους. Μέσα σ’ αυτή, σε απόσταση 1,20 μ., υπάρχει μια πυραμίδα κατεστραμμένη, με τετράγωνη βάση πλευράς 4,72 μ. Το αρχικό ύψος της δεν έχει διατηρηθεί, καθώς είναι αποκρουσμένη στην κορυφή. Η πυραμίδα είναι διακοσμημένη στις τέσσερις πλευρές της με εξαίρετα ψηφιδωτά και χρώματα, που παριστάνουν σκηνές ανθρώπων και θαλάσσιων όντων.
Οι τέσσερις οξείες ράχες έχουν μικρές κλίμακες για την αναπήδηση του νερού, σύμφωνα με το σύστημα πολλών ρωμαϊκών αναβρυτηρίων. Από το κέντρο του, όπως φαίνεται από την οπή που υπάρχει, ανάβλυζε το νερό από έναν πίδακα και έπεφτε στις κεκλιμένες πλευρές και τις κλίμακες της πυραμίδας». Ο Mariani χρονολογεί το αναβρυτήριο στον δεύτερο αυτοκρατορικό αιώνα, με βάση «την τεχνοτροπία και τη θεματική των ψηφιδωτών» (Mariani 1895, σ. 240).
Το «μικρόν χαμηλόν κτίσμα παρά τον λιμένα καλούμενον υπό του λαού Σαρακηνός» εντυπωσιάζει και τον Ξανθουδίδη (1918).
Το πυραμιδόσχημο ψηφιδωτό αναβρυτήριο («Σαρακηνός»)
Ο Spratt είναι από τους πρώτους που κάνουν λόγο για το ιδιόμορφο πυραμιδόσχημο ψηφιδωτό αναβρυτήριο στην παραλία της Χερσονήσου, το οποίο, όπως αναφέρει, «έχει σχήμα κόλουρου κώνου, έτσι ώστε να σχηματίζονται τέσσερις τριγωνικές πλευρές με ψηφιδωτές επιφάνειες, που καθεμιά αναπαριστά διάφορες μορφές, κυρίως υδρόβια πτηνά και ψάρια, καθώς και σκηνές ψαρέματος με γυμνούς ψαράδες (…) ένας από τους οποίους έχει πιάσει μια μεγάλη σουπιά ή καλαμάρι με οκτώ πλοκάμια. Οι μορφές είναι χονδρικά αποδοσμένες, δίχως να τηρούνται οι αρχές της προοπτικής, μολονότι τα περιγράμματα των προσώπων είναι εκλεπτυσμένα και με καλό γούστο» (Spratt 1865, σ. 107).
Ακολουθεί ο Mariani που εντυπωσιάζεται από τη «χαριτωμένη πηγή σε σχήμα πυραμίδας με ψηφιδωτά», αναφέροντας ότι «ήταν μια τετράγωνη δεξαμενή στο ύψος του εδάφους, γύρω από την οποία υπάρχει κράσπεδο χτισμένο με ασβέστη και πλίνθους. Μέσα σ’ αυτή, σε απόσταση 1,20 μ., υπάρχει μια πυραμίδα κατεστραμμένη, με τετράγωνη βάση πλευράς 4,72 μ. Το αρχικό ύψος της δεν έχει διατηρηθεί, καθώς είναι αποκρουσμένη στην κορυφή. Η πυραμίδα είναι διακοσμημένη στις τέσσερις πλευρές της με εξαίρετα ψηφιδωτά και χρώματα, που παριστάνουν σκηνές ανθρώπων και θαλάσσιων όντων.
Οι τέσσερις οξείες ράχες έχουν μικρές κλίμακες για την αναπήδηση του νερού, σύμφωνα με το σύστημα πολλών ρωμαϊκών αναβρυτηρίων. Από το κέντρο του, όπως φαίνεται από την οπή που υπάρχει, ανάβλυζε το νερό από έναν πίδακα και έπεφτε στις κεκλιμένες πλευρές και τις κλίμακες της πυραμίδας». Ο Mariani χρονολογεί το αναβρυτήριο στον δεύτερο αυτοκρατορικό αιώνα, με βάση «την τεχνοτροπία και τη θεματική των ψηφιδωτών» (Mariani 1895, σ. 240).
Το «μικρόν χαμηλόν κτίσμα παρά τον λιμένα καλούμενον υπό του λαού Σαρακηνός» εντυπωσιάζει και τον Ξανθουδίδη (1918).
«Το μνημείο», γράφει, «έχει σχήμα χαμηλής κολούρου πυραμίδος, ης αι τέσσαρες πλευραί φέρουσιν ψηφιδωτήν διακόσμησιν εκ θαλασσίων παραστάσεων και απετέλει ίσως πίδακα κρήνης ή μάλλον βαλανείου, διότι πέριξ φαίνονται λείψανα και άλλων δαπέδων με απλήν ψηφιδωτήν διακόσμησιν», η οποία «προ δεκάδων τινών ετών» διατηρούνταν καλύτερα (Ξανθουδίδης 1918, σ. 31).
Το 1953 η Εταιρία Κρητικών και Ιστορικών Μελετών ξεκίνησε εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του «Σαρακηνού», που όμως δεν ολοκληρώθηκαν λόγω έλλειψης χρημάτων (Πλάτων 1953, σ. 486). Το πρόβλημα επιλύθηκε με την παρέμβαση του Λιμενικού Ταμείου Ηρακλείου που «εν τω πλαισίω της μερίμνης του διά τον ευπρεπισμόν του Λιμένος Χερσονήσου διέθεσε 4000 δραχμάς διά την ανάδειξιν του Μωσαϊκού» (Πλάτων 1953, σ. 486). Ταυτόχρονα, η Διεύθυνση Αναστηλώσεων εξασφάλισε «προς πλήρη αποκατάστασιν του μνημείου τούτου δρ. 5000», προκειμένου «να συντελεσθή η αποκατάστασις και τουριστική αξιοποίησις του μοναδικού τούτου μνημείου της Κρήτης» (Πλάτων 1954, σ. 502). Λίγα χρόνια μετά, το 1956, πραγματοποιήθηκε μικρής κλίμακας ανασκαφική έρευνα στη γύρω από το μνημείο περιοχή, οπότε αποκαλύφθηκε εκτεταμένο ρωμαϊκό κτήριο με πολλά δωμάτια, στο αίθριο του οποίου βρισκόταν, πιθανότατα, το αναβρυτήριο (Αλεξίου 1956, σ. 420).
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ
ΚΕΙΜΕΝΑ