Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Sideritis syriaca και την συναντούμε με τις ονομασίες μαλοτήρα, τσάι του βουνού και καλοκοιμιθιά.
Η ονομασία μαλοτίρα προέρχεται από τις ιταλικές λέξεις male (αρρώστια) και tirare (σύρω). Στην ενετοκρατούμενη Κρήτη το θεωρούσαν πανάκεια για τα κρυολογήματα και τις παθήσεις του αναπνευστικού.
Ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών η οποία περιλαμβάνει 80 περίπου είδη, που φύονται στις παραμεσογείους χώρες, τις Καναρίους νήσους και την Βόρειο Ασία.
Στην Ελλάδα αυτοφύονται σε μεγάλα υψόμετρα (πάνω από τα 1000 μέτρα) 17 είδη τα κοινότερα των οποίων είναι η μαλοτήρα (Siderites syriaca), το βλάχικο τσάι (Sideritis athoa-το οποίο ονομάζουν στο Άγιον Όρος μπετόνικα), το τσάι του μαλεβού ή τσάι Ταύγετου (Sideritis clandestina), το τσάι Ευβοίας ή τσάι από το Δέλφι (Sideritis euboea), το τσάι Ολύμπου (Sideritis scardica) και το τσάι Παρνασσού ή τσάι του Βελουχιού (Sideritis raeseri).
Η μαλοτίρα είναι φυτό πολυετές που το ύψος του κυμαίνεται από 10 έως 50 εκατοστά. Έχει κλάδους λεπτούς και στρογγυλούς που σκεπάζονται σε όλο το μήκος τους με άφθονο χνούδι. Τα φύλλα του είναι αντίστοιχα και το μήκος τους είναι από 1-6 εκατοστά, χοντρά, λίγο σαρκώδη, μακρουλά, ελλειψοειδή και σκεπάζονται και αυτά από χνούδι. Τα άνθη του σχηματίζουν κορύμβους και το χρώμα τους είναι κιτρινόλευκο. Είναι βότανο εύγευστο και αρωματικό και πολύ δημοφιλές. Δυστυχώς όμως, η υπερβόσκηση και η υπερβολική ζήτηση τόσο στην Κρήτη, όσο και την υπόλοιπη Ελλάδα, θέτει σε κίνδυνο τη διατήρηση αυτών των ειδών. Η μόνη λύση φαίνεται να είναι η καλλιέργεια του σιδερίτη σε όλη την Ελλάδα, πράγμα που γίνεται σήμερα, μόνο για το τσάι Παρνασσού (από τα τέλη της δεκαετίας του 60) και την μαλοτίρα σε μικρότερη έκταση. Αλλά σίγουρα χρειάζεται να γίνει ακόμη μεγαλύτερη καλλιέργεια.
Είναι ευεργετικό κατά των παθήσεων του κυκλοφοριακού συστήματος του ανθρώπινου οργανισμού, κατά των αναπνευστικών προβλημάτων και κυρίως για την αντιμετώπιση του κρυολογήματος και του βήχα.
Ειδικά η χρησιμοποίηση του με μέλι, ως ζεστό αφέψημα είναι ιδανικό γιατρικό για τον πονόλαιμο.
Το βότανο ανθίζει από το τέλος Ιουνίου μέχρι το τέλος Ιουλίου. Συλλέγεται από τον Μάιο έως Αύγουστο, κατά την διάρκεια της ανθοφορίας του και για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα επίγεια τμήματα.
Η Μαλοτίρα περιέχει φλαβονοειδείς ουσίες, τριτερπενικά οξέα, αιθέριο έλαιο (διτερπένια, καρβακρόλη, κουρκουμίνη και καρυοφυλλίνη).Τον σιδερίτη τον αναφέρει ο Θεόφραστος (372-287 π.Χ) ενώ ο Π. Γεννάδιος γράφει ότι ο σιδερίτης ονομάστηκε έτσι από τον Διοσκουρίδη λόγω της ικανότητάς του να θεραπεύει πληγές από σιδερένια αντικείμενα ή κατ’ άλλους, από τα δόντια που έχει ο κάλυκας του άνθους που μοιάζουν με αιχμή λόγχης. Υπάρχει όμως και η εκδοχή, η ονομασία να προέρχεται λόγω την μεγάλης ποσότητας σιδήρου που περιέχει το έγχυμα του βοτάνου.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις
Η μαλοτήρα δρα ως αντιφλεγμονώδες, βακτηριοστατικό, αντιοξειδωτικό, αντιμικροβιακό, ευστόμαχο, εφιδρωτικό, τονωτικό, αντιερεθιστικό και αντιαναιμικό. Έρευνες τα τελευταία χρόνια αναφέρουν ότι δρα εναντίον τηςοστεοπόρωσης και του καρκίνου. Βοηθά το πεπτικό σύστημα και δρα εναντίον των κρυολογημάτων. Είναι θερμαντικό, τονωτικό, διουρητικό και αποτοξινωτικό. Χρησιμοποιείται για τα κρυολογήματα και τις παθήσεις του αναπνευστικού καθώς επίσης για τις παθήσεις του ουροποιητικού λόγω της διουρητικής της δράσης. Αν προσθέσουμε στο αφέψημα ξυλαράκια κανέλας και μέλι έχουμε ένα άριστο μαλακτικό και αντισηπτικό για τον βήχα. Πιστεύεται τέλος ότι είναι ευεργετικό για τα αιμοφόρα αγγεία της καρδιάς.
Παρασκευή και δοσολογία
Παρασκευάζεται ως αφέψημα. Το βράζουμε για 4 περίπου λεπτά και συνδυάζεται άριστα με την μαντζουράνα.
Προφυλάξεις:
Δεν έχει αναφερθεί καμία παρενέργεια σε περίπτωση υπερδοσολογίας.
Άρθρο του Σάκη Κουβάτσου (Χειρουργός οδοντίατρος) στα Χανιώτικα Νέα