Το Ηράκλειο ως παραλιακή πόλη σχετίζεται άμεσα με τα επαγγέλματα της θάλασσας. Γι αυτό το λόγο κατασκεύαζαν και στο Ηράκλειο μικρά και μεγάλα καΐκια ακόμα και από την μινωική εποχή. Σήμερα στην ανατολική άκρη του λιμανιού του Ηρακλείου υπάρχει ένα παλαιού τύπου ναυπηγείο, το καρνάγιο ή ο ταρσανάς όπως λέγεται, που φτιάχνει ξύλινα καΐκια.
Το εργαστήριο είναι το μοναδικό στο Ηράκλειο και από τα λίγα (7-8) που υπάρχουν σε ολόκληρη την Ελλάδα. Εκεί κατασκευάζονται τα περισσότερα καΐκια και οι βάρκες της Κρήτης. Είναι μια δύσκολη τέχνη που απαιτεί μεγάλη πείρα γι' αυτό και σήμερα δεν ασχολούνται πολλοί με αυτήν. Η γνώση είναι εμπειρική και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά στην ίδια πάντα οικογένεια. Οι τεχνικές της σχεδίασης, της κοπής και της συναρμολόγησης των ξύλων είναι ελάχιστα μηχανοποιημένες και οι περισσότερες εργασίες γίνονται χειρωνακτικά.
Ο όρος καΐκι ή βάρκα έχει να κάνει με την κατασκευή του σκάφους, το μέγεθος και τον τρόπο κίνησης. Η μεν βάρκα είναι το πιο μικρό σκάφος που κινείται με κουπιά, άλλοτε δύο και άλλοτε τέσσερα ανάλογα με το μήκος της. Στο καΐκι η κίνηση γίνεται από τη μηχανή του, που λειτουργεί με πετρέλαιο. Υπάρχουν τέλος τα ιστιοφόρα που εκτός από τη μηχανή τους, διαθέτουν και κατάρτια με πανιά.
Το εργαστήριο του Ηρακλείου έχει τη δυνατότητα να κατασκευάσει καΐκια μέχρι και 30 μ. στο μήκος. Αν σε καθημερινή βάση, απασχοληθούν 7-8 τεχνίτες, μπορεί να τελειώσουν 2-3 τέτοια καΐκια το χρόνο. Το κόστος τους εξαρτάται από το μήκος τους και χωρίς τα μηχανικά μέρη ξεκινά από τα 20.000 €.
Η κατασκευή ενός καϊκιού περνά διάφορα στάδια. Η πρώτη δουλειά που πρέπει να γίνει είναι η σχεδίαση. Όμως πριν από την εργασία αυτή είναι απαραίτητο να αποφασιστεί το μήκος και το πλάτος του συγκεκριμένου καϊκιού.
Στη συνέχεια κόβονται τα ξύλα και πρώτα φτιάχνεται η καρίνα. Η καρίνα είναι ένα γερό ξύλο που τοποθετείται στη βάση του σκάφους, από την πλώρη ως την πρύμνη του και κρατάει την ισορροπία του καϊκιού. Το ξύλο που χρησιμοποιείται για την κατασκευή της είναι η μαυρομουρνιά. Είναι ένα ξύλο που αντέχει μέσα στο θαλασσινό νερό για πολύ χρόνο.
Η επόμενη εργασία είναι η δημιουργία του ``κουφαριού΄΄. Το μέγεθός του διαφέρει ανάλογα με το πόσο στενό ή φαρδύ σχεδιάζεται ένα σκάφος. Το πλάτος του ``κουφαριού΄΄ είναι μηδενικό στην πλώρη, φαρδαίνει στη μέση και καταλήγει πάλι στο μηδέν στην πρύμνη του σκάφους.
Η εξωτερική επένδυση είναι το επόμενο βήμα και όταν αυτή ολοκληρωθεί, το σκάφος αρχίζει να παίρνει την τελική του μορφή. Για τις εξωτερικές επενδύσεις παλιότερα χρησιμοποιούσαν ξύλο από πεύκο ενώ σήμερα χρησιμοποιείται ένα σύνθετο ξύλο που ονομάζεται ``ιρόκο΄΄. Βέβαια, για την ολοκλήρωση της κατασκευής χρησιμοποιούνται πολλά ακόμα βοηθητικά ξύλα.
Όταν το κυρίως σκάφος ολοκληρωθεί τοποθετείται η μηχανή, το τιμόνι και η προπέλα, ενώ παράλληλα διαμορφώνεται το αμπάρι του και βάφονται, με διάφορα υλικά, τα ξύλινα και τα μεταλλικά μέρη του για να προστατευτούν από το νερό της θάλασσας.
κειμενο - Λιονακη .Κ.