Τα Μάλια είναι κωμόπολη και πρώην κοινότητα στην επαρχία Πεδιάδος με 3.722 κατοίκους (απογραφή 2001) και αποτελεί Δημοτικό διαμέρισμα στον Δήμο Χερσονήσου του νομού Ηρακλείου. Είναι ονομαστά για τα κηπευτικά προϊόντα τους, τους γραφικούς ανεμόμυλους τους, την περίφημη αμμουδιά στην παραλία τους και τα άφθονα νερά τους , από τα οποία υδρεύεται το Ηράκλειο.
Σήμερα αποτελεί κοσμοπολίτικο τουριστικό κέντρο με θαυμάσια ξενοδοχεία και ευπρεπή εξοχικά κέντρα , καταστήματα τουριστικών ειδών κ.λ.π. Βρίσκεται στο 34ο χιλιόμετρο της κεντρικής αρτηρίας προς το νομό Λασιθίου, του οποίου τα σύνορα βρίσκονται στα 38 χιλιόμετρα, πιο ανατολικά. Κύριες ασχολίες είναι τα τουριστικά επαγγέλματα, η καλλιέργεια κηπευτικών και μπανάνας. Στα ανατολικότερα, σε απόσταση 37 χιλιομέτρων, βρίσκονται οι αρχαιότητες των Μαλίων. Στα Μάλια λειτουργούν μεταξύ άλλων 2 νηπιαγωγεία, Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο, περιφερειακό ιατρείο, ΚΕΠ και όλες οι υπηρεσίες του Δήμου. Ποδοσφαιρικά δραστηριοποιείται η ομάδα ΠΑΝΟΜ , που ιδρύθηκε το 1970
Στα ανατολικά των Μαλίων βρίσκεται μινωικό ανάκτορο. Σε ολόκληρη την περιοχή υπήρχε πόλη στην αρχαιότητα, με άγνωστη σήμερα ονομασία. Στα αρχαιολογικά συγγράμματα αναγράφεται ως ανάκτορο Μαλίων. Η περιοχή ονομάζεται σήμερα Τάρμαρος και πιστεύεται ότι η ονομασία αυτή σχετίζεται με το όνομα της αρχαίας πόλης. Επίσης, θεωρείται ότι στην πόλη έζησε ο αρχαίος βασιλιάς Σαρπηδών, γιος του Δία και της Ευρώπης. Το Σαρπηδόνα έδιωξε ο αδερφός του Μίνως και βρήκε καταφύγιο στη Λυκία της Μικράς Ασίας. Το ανάκτορο θεωρείται ότι ανοικοδομήθηκε την περίοδο της οικοδόμησης των ανακτόρων της Κνωσού και Φαιστού και ακολούθησε την τύχη τους. Περί το 1700 π.Χ. καταστράφηκε από άγνωστη αιτία, ανοικοδομήθηκε έπειτα και ξανά καταστράφηκε το 1450 π.Χ. Ο χώρος εξακολούθησε να κατοικείται, αν και το ανάκτορο δεν κτίστηκε ξανά. Στα δυτικά του ανακτόρου στη θέση Μάρμαρα αποκαλύφθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική. Εκεί βρέθηκε μαρμάρινη σαρκοφάγος.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Μαλίων ήταν αρχικά άγνωστος. Μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες ανήκε στο νομό Λασιθίου. Το 1880 ο ιδιοκτήτης της περιοχής Ελληνικό Λιβάδι ανακάλυψε μερικά φύλλα χρυσού, περίπου 500 μέτρα δυτικά από το ανάκτορο. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή για να ανασκαφτεί ολόκληρος ο χώρος από χρυσοθήρες. Από τότε η περιοχή ονομάστηκε Χρυσόλακκος. Το 1915 έπειτα από την ανακάλυψη και νέων ευρημάτων διαπιστώθηκε από τον αρχαιολόγο Ιωσήφ Χατζιδάκη η ύπαρξη αρχαιοτήτων στο μέρος εκείνο. Έπειτα από το Χατζιδάκη, οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Όπως έδιξαν οι ανασκαφές, οι κάτοικοι των αρχαίων Μαλίων ασχολούνταν με την αλιεία και με τη γεωργία. Δεν ήταν τόσο πλούσια η περιοχή όπως ήταν η Κνωσός και η Φαιστός.
Το όνομα προέρχεται από το τοπωνύμιο ομαλία>Μάλια= επίπεδη έκταση. Σώζεται στην αρχική γλωσσική μορφή του στο τοπωνύμιο Ομαλές (οι), που είναι επίπεδη έκταση βόρεια της Σελένας και στα οροπέδια Ομαλός της Δίκτης και των Λευκών Ορέων. Το 1583 αναφέρεται villa di Maglia με 620 κατοίκους. Το 1881 είχε 800 Χριστιανούς κατοίκους. Toύρκοι δεν κατοικούσαν στα Μάλια.
Σε συνολικό μήκος ακτογραμμής 6 χιλιομέτρων, από την γραφική Σταλίδα έως την περίφημη παραλία του Ποταμού, δυτικά του αρχαιολογικού χώρου, απλώνονται οι πασίγνωστες και πανέμορφες παραλίες του Δήμου Μαλίων με τη λεπτή χρυσαφένια άμμο και τα πεντακάθαρα καταγάλανα νερά. Όλες οι παραλίες είναι οργανωμένες και προσφέρουν άνεση και ανεπανάληπτες στιγμές χαράς, ηρεμίας και ψυχαγωγίας. Ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει τον ήλιο τη θάλασσα και να χαρεί τα θαλάσσια σπορ που προσφέρονται. Οι πιο γνωστές παραλίες του Δήμου είναι, στη Σταλίδα, οι «Βαγιές» στο μικρό αυτοφυές δάσος των φοινίκων, ο «Φοίνικας», και ο «Ψαρόλακος», και στα Μάλια η «Κλωντζανή», ο «Πύργος» και ο «Ποταμός».
Η δημοφιλέστερη παραλία του Δήμου, και μία από τις ωραιότερες της Κρήτης, είναι η παραλία «Ποταμός». Αποτελεί τον ιδανικότερο προορισμό για εκείνους που επιζητούν ηρεμία και χαλάρωση. Τη διαχείριση της παραλίας έχει αναλάβει η Αναπτυξιακή Δημοτική Επιχείρηση Μαλίων, η οποία με απόλυτο σεβασμό προς το φυσικό περιβάλλον αλλά και στον επισκέπτη της περιοχής, έχει φτιάξει μια οργανωμένη υποδομή με αποδυτήρια, χημικές τουαλέτες, ξύλινους διαδρόμους πρόσβασης στην ακτή κλπ. Πρόσφατα βραβεύτηκε με την διάκριση της Γαλάζιας Σημαίας.
Στην κωμόπολη βρίσκεται η κατάγραφη εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου, γνωστός με το όνομα Παναγία η Γαλαθιανή, επειδή όταν κτιζόταν χρησιμοποιήθηκε γάλα αντί για νερό, το οποίο πρόσφεραν οι κτηνοτρόφοι της περιοχής. Στο ναό βρίσκεται η παλιά εικόνα της Παναγίας της Καρδιώτισσας και του Αγίου Τρύφωνα. Στο κτήριο αρχικά χρησιμοποιήθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη από παλαιότερα κτήρια. Επίσης, υπάρχουν και οι ναοί του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, των Ταξιαρχών, του Αγίου Δημητρίου και του Ευαγγελισμού, του Αγίου Γεωργίου (στη θέση Λούτρα, κατάγραφη εκκλησία με κατεστραμμένες τοιχογραφίες), της Αγίας Πελαγίας και του Αγίου Σάββα, κοντά στη θάλασσα, καθώς επίσης και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος σε μικρή νησίδα. Απέναντι από τη νησίδα υπάρχει πηγή με νερό που, όπως πιστεύουν οι κάτοικοι, διευκολύνει τη σύλληψη στις γυναίκες που δεν έχουν παιδιά, όταν πιουν ή πλυθούν. Για την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου η παράδοση αναφέρει ότι κτίστηκε για να προστατεύει ο Άγιος Γεώργιος εκείνους που ξενυχτούσαν εκεί, από τις νεράιδες, οι οποίες κατά τη δοξασία παρουσιάζονται στην περιοχή.
Περίπου 30 χρόνια πριν, τα Μάλια γνώρισαν μια διαρκή αύξηση επισκεπτών κατά βάση από το Ηνωμένο Βασίλειο (Βρετανία, Ιρλανδία, Σκωτία, Ουαλία), αλλά και χώρες τις κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία. Χωρίς κάποιο συγκεκριμένο κυβερνητικό σχεδιασμό για έργα υποδομών (στην ευρύτερη περιοχή) ή για την προώθηση των Μαλίων ως τουριστικό προορισμό (στο εξωτερικό, αλλά κυρίως στους εγχώριους επισκέπτες, οι οποίοι αργότερα θα γίνουν οι πρεσβευτές του προορισμού), τα Μάλια αναπτύχθηκαν ως επί των πλείστον από ιδιωτικές επενδύσεις ανεξάρτητων επιχειρηματιών. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η έννοια της ποιοτικής εξυπηρέτησης από τις τοπικές επιχειρήσεις ήταν τουλάχιστον συγκεχυμένη, αν όχι, ανύπαρκτη: έτσι, δεν ορίστηκαν ποτέ προδιαγραφές ποιότητας από κανέναν φορέα ή αρχή (κρατική ή τοπική). Αυτό είχε και ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει μέχρι πριν λίγα χρόνια, καμιά «επίσημη» στατιστική πληροφορία (με εξαίρεση πληροφορίες που προήλθαν από κάποιες συγκεκριμένες αξιέπαινες προσπάθειες). -