Καθημερινές παραβολικές φράσεις του λαού οι οποίες περιέχουν το λάδι, με αποτέλεσμα να δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο, πόσο βαθιές είναι οι ρίζες του ευλογημένου αυτού δένδρου στους Έλληνες και την Ελληνική γλώσσα.
Μου έβγαλαν το λάδι.
με ταλαιπώρησαν
Το λάδι βγαίνει από τον καρπό με την έκθλιψη (συμπίεση) του μέχρι το σημείο να σπάσει σε πολλά μικρά κομμάτια.
Μην ρίχνεις λάδι στη φωτιά.
Μην εξωθείς τα πράγματα στα άκρα
Όταν ρίχνουμε λάδι στην φωτιά φουντώνει, -οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν το λάδι στο λυχνάρι τους για να φωτίζουν τα σπίτια τους,- έτσι χρησιμοποιούμε την έκφραση αυτή όταν θέλουμε να δείξουμε ότι ενώ τα πράγματα δεν πάνε όπως θέλουμε, με τους χειρισμούς μας τα χειροτερεύουμε.
Έκανε λαδιά.
Έκανε κάποια βλακεία
Το λάδι αν πέσει σε κάποιο ρούχο αλλοιώνει αμέσως την εμφάνιση και εισχωρεί άμεσα στις ίνες του ρούχου ενώ αντίστοιχα βγαίνει δύσκολα και συχνά αφήνει μόνιμα σημάδια, έτσι χρησιμοποιεί ο λαός αυτήν την έκφραση για να δείξει ότι μέσα στην καθημερινή φυσική ροή των πραγμάτων έκανε κάποιος κάτι ασυνήθιστο το οποίο θα αλλοιώσει τα πράγματα και θα αφήσει σημάδι.
Η θάλασσα είναι λάδι.
Η θάλασσα είναι ήσυχη
Το λάδι είναι από τα υγρά που έχουν την τάση να απορροφούν γρήγορα τους κυματισμούς και τείνουν να διατηρούν μια τέλεια ηρεμία, έτσι σε μια χώρα περιτριγυρισμένη από θάλασσα είναι λογικό να μπήκε αυτό το ευλογημένο υγρό συχνά στις εκφράσεις των ναυτικών οι οποίοι όταν θέλουν να αναφερθούν στην θάλασσα που ηρεμεί την παρομοιάζουν συχνά με το λάδι. «απόψε είναι λαδιά» λένε χαρακτηριστικά οι ψαράδες μια ήσυχη νύχτα. «είχε μια θάλασσα λάδι» λένε συχνά οι κολυμβητές κ.α.
Αυτός χάνει λάδια.
Αυτός λέει κουταμάρες
Το λάδι χρησιμοποιείτε επίσης για να λειτουργούν σωστά και χωρίς φθορά πολλοί μηχανισμοί, έτσι χάνοντας το πολύτιμο αυτό υγρό που όμως βοηθάει τα μέταλλα να έρχονται σε επαφή χωρίς να φθείρονται, αυτά καταστρέφονται και η συσκευή δεν λειτουργεί κανονικά, αντίστοιχα παραβολικά θεωρητικά το μυαλό μας ο θαυμαστός αυτός μηχανισμός σαν να έχασε το λάδι του και από αυτή την αιτία δεν λειτουργεί πλέον κανονικά οδηγώντας μας να λέμε και να κάνουμε κουταμάρες.
Το λάδι του τελείωσε.
Πέθανε
Στις παραδόσεις του λαού μας υπάρχει και το εξής εντυπωσιακό που λέει ότι για κάθε άνθρωπο υπάρχει κάπου ένας λύχνος (λυχνάρι) όπου είναι αναμμένος όσο ζει κάποιος ζωντανός οργανισμός, όταν όμως τελειώσει το λάδι του το οποίο συντηρεί την φωτιά τότε η φωτιά σβήνει και ο οργανισμός πεθαίνει, ίσως εξ’ αυτού ανάβουν ένα καντήλι οι άνθρωποι το οποίο στην συνέχεια φροντίζουν να συντηρούν άσβεστο φροντίζοντας οι ίδιοι να περνούν κατά διαστήματα και να ανανεώνουν το λάδι του ώστε να δείξουν ότι κρατούν ζωντανή την μνήμη του, πανάρχαιο έθιμο.
Τον λάδωσε.
Τον δωροδόκησε
Κλασικός όρος που μεταφορικά λέει ότι με την βοήθεια χρημάτων ή με κάποιο δώρο κάποιος επηρέασε την γνώμη ή την απόφαση κάποιου άλλου, χρησιμοποιείτε συχνά στις μέρες μας για να δείξει ότι με την βοήθεια χρημάτων συχνά κάποιος κινεί τον «σκουριασμένο» κρατικό μηχανισμό τα οποία στην περίπτωση αυτή παίζοντας συμβολικά τον ρόλο του λαδιού βοηθούν την «σκουριασμένη» -όπως λένε πολλοί- μηχανή να δουλέψει.
Αυτός βγήκε λάδι.
Τον δωροδόκησε
Κινδύνευε από κάτι (συνήθως από κάποια κατηγορία) και γλίτωσε. Όταν αναμείξουμε λάδι με νερό, συνήθως το λάδι βγαίνει στην επιφάνεια (δεν πάει στον πάτο, δεν αναμιγνύεται, δεν «πνίγεται»). Έτσι αν κάποιος κατηγορείτε για κάτι και γλιτώσει, συχνά ο λαός λέει μεταφορικά «αυτός βγήκε λάδι».
Να σε κάνω λάδια-ξύδια.
Να σε μεταφέρω στον ώμο μου παίζοντας
Την φράση αυτή χρησιμοποιούμε παίζοντας συνήθως με μικρά παιδιά. Παλιά μεταφέρανε σε ασκούς το λάδι και το ξύδι στην πλάτη τους, τα οποία συγκρατούσαν με τα χέρια στο ύψος του ώμου, από την λαβή (συχνά το στόμιο) που έχει το ασκί. Έτσι με τον ίδιο τρόπο κρατούσαν τα μικρά παιδιά και τα μεταφέρανε μικρές αποστάσεις παίζοντας "λάδια-ξύδια το κοπέλι να το πάω όπου θέλει…".
Να λαδώσει λίγο το αντεράκι μου.
Να φάω καλό φαγητό
Τα παλαιά χρόνια θεωρούσαν καλό φαγητό το λαδερό φαγητό, μιας και το λαδί συμμετείχε σε όλα σχεδόν τα μαγειρεμένα φαγητά για τα οποία είναι και ξακουστή η μεσογειακή διατροφή. Έτσι όταν κάποιος έτρωγε καλό φαγητό συχνά χρησιμοποιούσε την φράση «Λάδωσε το άντερο μου».
Αυτός είναι σαν τον λαδοπόντικο.
Είναι ατημέλητος
Τα παλαιά χρόνια στα πιθάρια συχνά βάζανε ξύλινες τάβλες για καπάκι (γενικά ξύλινο σκέπασμα για λόγους ευκολίας ώστε να έχουν γρήγορη πρόσβαση και να μην χάνουν χρόνο στον κάθε ανεφοδιασμό). Όμως τα ποντίκια τρώγανε τις τάβλες αυτές με αποτέλεσμα να πέφτουν μέσα στο λάδι και αφού βγαίνανε -είτε από μόνα τους ή τους βγάζανε οι άνθρωποι- (το λάδι ασφαλώς το τρώγανε) η αστεία εικόνα που είχε το ποντίκι το οποίο είχε κολυμπήσει στο λάδι την παρομοιάζανε και την απευθύνανε σε άνθρωπο ατημέλητο.
Απού ‘χει γιο έχει κρασί κι απού ‘χει κόρη λάδι.
Η κόρη θέλει έξοδα για την αποκατάστασή της ενώ ο γιος... μόνο το κρασί του γάμου.
Απού ‘χει στάρι και κρασί και λάδι στο πιθάρι,
Έχει του κόσμου τα καλά και του Θεού τη χάρη.
Έχει του κόσμου τα καλά και του Θεού τη χάρη.
Δευτερογούλη τ’ Αϊ Λιά μπαίνει το λάδι στην ελιά
Λάδι που βγαίνει με νερό, να μην το συλλογάσαι
Ηφαε η φακή το λάδι κι εκατάπιε ντο και πάει
Για μια υπόθεση που έχει τελειώσει οριστικά
Αμπέλι από δικού σου κι ελιές απ’ του κυρού σου
Τ’ αμπέλια μεγαλώνουν γρήγορα και καρποφορούν αλλά για να βγάλει κανείς εισόδημα από τις ελιές πρέπει να κληρονομήσει από τους γονείς του
Ευτυχές φέτος κλίβαζαν οι ελιές χοντρό
Καρπό γεμάτες
Κι ο νοικοκύρης κοκορεύεται, χύνουν
Οι ελιές στο νου του,
Τα πλήθια ενός του τρίζουν λιοτριβειά,
Τα στάματα τρουλιάζουν,
Κυλάει στις σκάφες το αγουρόλαδο
Κι ο λιόζουμος αχνίζει
Και τα βαθιά λαδογναλακοπούν
Αραδιαστά πιθάρια
Καρπό γεμάτες
Κι ο νοικοκύρης κοκορεύεται, χύνουν
Οι ελιές στο νου του,
Τα πλήθια ενός του τρίζουν λιοτριβειά,
Τα στάματα τρουλιάζουν,
Κυλάει στις σκάφες το αγουρόλαδο
Κι ο λιόζουμος αχνίζει
Και τα βαθιά λαδογναλακοπούν
Αραδιαστά πιθάρια
Νίκος Καζαντζάκης, «Οδύσσεια» Δ’ 187-191
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
Απο την Έμπαρο κρασί και απο την Βιάννο λάδι
Φάε λάδι και έλα βράδυ.
Η ελιά κρασί δε βγάζει.
•Πέρασε της ελιάς τα φαρμάκια.
•Του χάρισαν της ελιάς το μέσα και του αβγού το απ’ έξω.
•Λάδι βρέχει κάστανα χιονίζει.
•Κλήμα του χεριού σου κι ελιές απ’ τον παππού σου.
•Η ελιά είναι κυρά κι όποτε θέλει κάνει.
•Ξεφόρτωσέ την, την ελιά να σε φορτώσει λάδι.
•Βάλε ελιά για το παιδί σου και συκιά για τη ζωή σου.
•Απ’ τον θέρο ως τις ελιές δεν απολείπουν οι δουλειές.
•Έχουμε ελιές και ελήδια έχουμε κι αγρηλίδια.
•Του έβγαλε το λάδι.