Λαβύρινθος. Με αυτή την λέξη που είναι αρχαιότερη της ελληνικής γλώσσας, η οποία μάλλον βρήκε την είσοδό της στην ελληνική γλώσσα προφορικά και γραπτά με ονοματοποιητικό (βάση ήχου) τρόπο, συνδέουμε διάφορα πράγματα.
Αφενός αντιλαμβανόμαστε την έννοια αυτή ως ένα «λαβυρινθικό» σχήμα ή μόρφωμα. Μια σπηλιά, ένα σπίτι με πολλούς διαδρόμους, μια αδιέξοδη περίσταση, μια μπερδεμένη μοίρα, κάτι στο οποίο μπορεί κανείς να μπλεχτεί, από το οποίο όμως είναι δύσκολο να ξαναβγεί. Αυτή την έννοια την βασίζουμε με τις σημερινές μας γνώσεις στον κρητικό μύθο της κατοικίας του Μινώταυρου. Ο Θησέας βρήκε μεν την είσοδο και μέσα τον Μινώταυρο, τον οποίο και σκότωσε ηρωικά, ώστε να απαλλάξει τους Αθηναίους από την ντροπή να πρέπει να στέλνουν κάθε 8 χρόνια 7 παρθένες και 7 νέους γόνους ευγενών στην Κρήτη ως αιματηρό γεύμα για το θηρίο Μινώταυρο. Χωρίς την αγαθίδα του μίτου (κουβάρι κλωστής) της Αριάδνης, την οποία την μάζεψε ανοίγοντας τον πλεγμένο της μανδία, για να βοηθήσει τον καινούργιο της έρωτα εφόσον ολοκληρώσει το σκοπό του να βγει από τις πολύπλοκες αίθουσες και τους διαδρόμους, ο αστραφτερός γιός του βασιλιά θα είχε χαθεί στον λαβύρινθο. Όλος ο κόσμος έψαχνε αυτόν τον τόπο. Ήδη στους κλασσικούς χρόνους θεωρήθηκε ένα υπόγειο λατομείο κοντά στη Γορτύνα στην νότια πλαγιά του όρους Ίδη, ως κατοικία του Μινώταυρου. Σε αυτή την τεχνική σπηλιά ταξιδεύανε γοητευμένοι οι τουρίστες του 19ου αιώνα που διψούσαν για μόρφωση. Μέχρι ο Sir Arthur Evans δημοσιεύσει τις ανασκαφές του στην Κνωσό, κοντά στο Ηράκλειο, στις αρχές του 20ου αιώνα. Το μοντέλο μιας αναπαράστασης του παλατιού του ιερού στο αρχαιολογικό μουσείο του Ηρακλείου (ΑΜΙ) κάνει ξεκάθαρο τι χαρακτήριζαν από τους αρχαίους χρόνους ως λαβύρινθο.
Αυτό με το οποίο θέλουμε να ασχοληθούμε με το παρών, είναι ένα σύμβολο το οποίο το ονομάζουμε «κρητικό λαβύρινθο» ή «λαβύρινθο κρητικού τύπου», που αποτελείται από δύο γραμμές που μπλέκονται. Το βρίσκουμε και σε ασημένια κέρματα που βρέθηκαν στην Κνωσό, κάποια με στρογγυλή, άλλα με τετραγωνισμένη μορφή. Αυτά τα κέρματα δεν είναι από την μινωική εποχή αλλά από τον 5ο αίωνα π.Χ. Οι επιγραφές τους «ΚΝΩΣΙΩΝ» όμως τα κατατάσσουν ξεκάθαρα στην Κνωσό.
Στο πλούσιο εγχειρίδιο του Hermann Kern (1), το οποίο είναι αφιερωμένο αποκλειστικά σε αυτό το σύμβολο, βρίσκουμε ίδια και παρόμοια σύμβολα σε όλο τον κόσμο. Οι προσπάθειες ερμηνείας του γεμίζουν αμέτρητα βιβλία. Είναι μάρτυρες της γοητείας που εκπέμπουν αυτές οι δύο γραμμές. Είναι απλά γραμμές. Μπορεί να υπάρχει κάτι, το οποίο ο Hermann Kern και όλοι οι άλλοι συγγραφείς δεν το πρόσεξαν;
Ερμηνεία της λέξης
Η λέξη «λάβρυς» δεν ήταν ελληνική λέξη. Έχει τη ρίζα της σε μια ακόμη άγνωστη προ-ελληνική γλώσσα των Μινώων και συνήθως μεταφράζετε με «δίκοπο πέλεκυς». Ο δίκοπος πέλεκυς (σάγαρις) ήταν το πολεμικό όπλο των Σκύθων και των μυθικών Αμαζόνων. Στους Μινώες είναι ένα ιερό σύμβολο. Πληθώρα τέτοιων σύμβολων βρέθηκαν σε διάφορα μεγέθη σε μινωικούς ιερούς χώρους όπως π.χ. στο «Δικταίο Άντρο» στο χωριό Ψυχρό ή και στο Αρκαλοχώρι. Συνήθως είναι κατασκευασμένα από φύλλα χαλκού, αλλά κι από χρυσό ή αργυρό. Την μορφή τους πιστεύεται ότι την έχουν πάρει από ένα εργαλείο που χρησιμοποιούνταν σε θυσίες, όταν θυσίαζαν στον ιερό ταύρο. (2) Οι δυό κυρτές κοπές συναντιούνται στο κέντρο σε μία τρύπα όπου ήταν σφηνωμένη μια ξύλινη λαβή. Αυτή με τη σειρά της ήταν βαλμένη με μια βάση, στην οποία υπήρχε επίσης το σύμβολο. Στις κοπές υπάρχουν μερικές φορές γραμμωτά σχέδια ή και σχέδια κρίνου όπως σε μια λάβρυς από την Ζάκρο.
Σε συνδυασμό με την κατάληξη «-ινθος», που συνήθως μας δίνει την επαγωγή σε τόπο, ο Evans έκλαβε μετά την ανασκαφή την λέξη «λαβύρινθος» (= τόπος του πέλεκα) ως το ιερό του παλατιού των Μινώων αρχόντων. Μια ένδειξη της ορθότητας αυτής της υπόθεσης είναι η αρχαιότερη αναφορά της λέξης γύρω στο 1400 π.Χ. πάνω σε πήλινη πλάκα από τον παλάτι της Κνωσού, γραμμένη σε γραμμική Β. Σύμφωνα με την προ-ομηρική ελληνική εκδοχή σημαίνει αυτή η επιγραφή «εις την αρχόντισσα του λαβυρίνθου». Προφανώς πρόκειται όπως γράφει ο Karl Kerényi στο βιβλίο του Griechische Miniaturen (3), για απλή οδηγία θυσίας. Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σίγουροι ότι οι έλληνες κατακτητές της Κρήτης, υιοθέτησαν αυτή τη λέξη για τους ναούς των παλατιών, τουλάχιστον στην περίπτωση της Κνωσού και για τους ιδρυτές της, τους Μινώες. Αν ισχύει αυτή η υπόθεση, τότε οι Μινώες δεν συνόδευαν την λέξη «λαβύρινθος» με τους δικούς μας συνειρμούς ενός τόπου όπου χάνεσαι. Θα ήταν και παντελώς απίθανο να νιώθουμε ως «λαβύρινθο» με την σημερινή του έννοια, έναν τόπο στον οποίο κυκλοφορούμε καθημερινά. Τέτοια συναισθήματα συνέδεσαν με αυτήν την λέξη αργότερα ξένοι κατακτητές με τον μύθο του τέρατος Μινώταυρου, ενός ανθρώπου με κεφάλι ταύρου, το οποίο ήταν φυλακισμένο μέσα εκεί. Οι Μίνωες τηρούσαν μια τελετή μύησης των νέων στον κόσμο των ενηλίκων κατά την οποία οι νέοι οδηγούνταν σε κρύες, υγρές σπηλιές μέσα στις οποίες οι ιερείς φορώντας μάσκες ταύρου τους τρόμαζαν, θα μπορούσε να έχει δώσει στους κατακτητές την δυνατότητα να παραποιήσουν την ιστορία και να δημιουργήσουν μια ιστορία τρόμου. Στα χίλια χρόνια από την εξαφάνιση της μινωικής κυριαρχίας ως την παρουσίαση του χλευαστικού μύθου θα πρέπει ο συνειρμός της λέξης να συνδέθηκε με τρομακτικούς χαμούς μέσα στα μινωικά παλάτια, που αργότερα ο συνειρμός αυτός ήταν που όλος ο κόσμος πήρε από τους Έλληνες.
Τώρα στο μύθο παρουσιάζεται μια εξαιρετική μορφή, ο Δαίδαλος. Αυτός είναι η προσωποποίηση του πασίγνωστου αρχιτέκτονα των αρχαίων χρόνων. Ως γεννημένο Αθηναίο (οπότε με καθαρή σκέψη) του αναθέτει ο βασιλιάς Μίνωας όλες τις δεξιοτεχνικές κατασκευές που ενθουσιάζουν τους μεταγενέστερους. Αυτός δεν έφτιαξε μόνο το ιερό στο παλάτι της Κνωσού, αλλά και τον χώρο χορού για την Αριάδνη που προαναφέραμε, το οποίο αναφέρεται και στην Ιλιάδα του Ομήρου, όταν περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλέα, την οποία σφυρηλάτησε ο Ήφαιστος:
Ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις, 590
τῷ ἴκελον οἷόν ποτ’ ἐνὶ Κνωσῷ εὐρείῃ
Δαίδαλος ἤσκησεν καλλιπλοκάμῳ Ἀριάδνῃ.
ἔνθα μὲν ἠΐθεοι καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι
ὀρχεῦντ’ ἀλλήλων ἐπὶ καρπῷ χεῖρας ἔχοντες.
τῶν δ’ αἳ μὲν λεπτὰς ὀθόνας ἔχον, οἳ δὲ χιτῶνας
εἵατ’ ἐϋννήτους, ἦκα στίλβοντας ἐλαίῳ·
καί ῥ’ αἳ μὲν καλὰς στεφάνας ἔχον, οἳ δὲ μαχαίρας
εἶχον χρυσείας ἐξ ἀργυρέων τελαμώνων.
οἳ δ’ ὁτὲ μὲν θρέξασκον ἐπισταμένοισι πόδεσσι
ῥεῖα μάλ’, ὡς ὅτε τις τροχὸν ἄρμενον ἐν παλάμῃσιν 600
ἑζόμενος κεραμεὺς πειρήσεται, αἴ κε θέῃσιν·
ἄλλοτε δ’ αὖ θρέξασκον ἐπὶ στίχας ἀλλήλοισι.
πολλὸς δ’ ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ’ ὅμιλος
τερπόμενοι·
Στην κλασσική μετάφραση του Thassilo von Scheffer (5) χρησιμοποιημένος όρος τόπος χορού, μπορεί να μεταφραστεί επίσης και ως ατομικός ή ομαδικός χορός κ.α. Ακολουθώντας τον Όμηρο, θα μπορούσε η εφεύρεση του Δαίδαλου να ήταν και μια χορογραφία, που χορεύονταν κάπου μέσα ή κοντά στο παλάτι. Ο Evans και οι μεταγενέστεροι αρχαιολόγοι δεν βρήκαν μέχρι σήμερα κάποιο χώρο για χορό, ο οποίος να ταιριάζει στην ομηρική περιγραφή. Η μεγάλη κεντρική αυλή εντός του παλατιού, είναι με τις στοές γύρω της και ένα είδος βασιλικού θεωρείου που το καθιστούν ιδανικό ως σκηνή για παραστάσεις. Έτσι θα πρέπει να φανταστούμε ότι έλαβαν χώρα οι παραδοσιακές τελετές όπου νεαροί πηδούσαν πάνω από ταύρους, τις οποίες έχουμε δει σε αναπαραστάσεις σε τοιχογραφίες και χαρακτικές κερμάτων. Για το μεγάλο πλήθος θεατών σε τέτοιες παραστάσεις μαρτυρίες βρίσκουμε π.χ. σε μια τοιχογραφία που σώζεται στο παλάτι. Δίπλα δίπλα στοιχίζονται γυναίκες που είναι ντυμένες με μινωικά ρούχα και από πίσω τους άντρες.
Θα μπορούσαν λοιπόν οι πολύπλοκες γραμμές που γνωρίζουμε από τις χαράξεις των κερμάτων να παριστάνουν απλά μια χορογραφία;
Γραμμές ως όρια
Η ερμηνεία των γραμμών στην προαναφερομένη βιβλιογραφία βασίζεται στο ότι οι ελιγματικές γραμμές παριστάνουν τοίχους, τείχη ή γενικά όρια. Όρια εντός των οποίων μπορεί κανείς να κινηθεί. Ο «κρητικός λαβύρινθος» επιτρέπει με αυτή την υποδοχή ερμηνείας μόνο ένα δρόμο: μέσω μιας εισόδου στο εξωτερικό όριο μπορεί κανείς να εισέλθει και οδηγείται μέσω ενός δρόμου ανάμεσα στα όρια, με 7 ελιγμούς, στο κέντρο, το οποίο χωρίς τίποτα το εντυπωσιακό αποτελείται από έναν μικρό κύκλο. Το να μπερδευτείς μέσα του φαίνεται αδύνατο. Αν θελήσει κανείς να ξαναβγεί, απλά κάνει μεταβολή και επιστρέφει στον αντίστροφο δρόμο στην αφετηρία του.
Αυτό είναι όλο;
Ένας λαβύρινθος που βασίζεται στις γραμμές αυτές ως βάση, δεν θα μπορούσε να είναι η κατοικία του Μινώταυρου. Ο Θησέας δεν θα είχε την ανάγκη της βοήθειας του μίτου της Αριάδνης. Αλλά ακόμα και εμείς, αν εισερχόμασταν σε έναν τέτοιο λαβύρινθο, δεν θα χανόμασταν μέσα σε αυτόν. Ίσως θα ήταν λίγο παράξενο για μας να ακολουθήσουμε τους ελιγμούς του δρόμου. Την δεύτερη φορά που θα μπαίναμε όμως μέσα, θα ξέραμε ότι δεν πρόκειται να χαθούμε. Την εικόνα που έχουμε όταν σκεφτόμαστε έναν λαβύρινθο, ως έναν τόπο αβεβαιότητας, δεν αντιστοιχεί με ένα τέτοιο χτίσμα. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για φυτεμένους θάμνους τους οποίους έχουν κλαδέψει αντίστοιχα. Όταν φτάσουμε στο κέντρο αναρωτιόμαστε για το νόημα του εγχειρήματος. Σε ένα κανάτι κρασιού των Ετρούσκων του 7ου αιώνα π.Χ. είναι χαραγμένο το σύμβολο αυτό όπως «ο κρητικός λαβύρινθος» (μόνο αντίστροφα). Παραδίπλα βλέπουν τρόπων τινά ως σχολιασμό του συμβόλου δύο ζευγάρια που συνουσιάζονται. Θα φανταζόμασταν κάτι τέτοιο ολοκληρώνοντας το δρομολόγιο σε έναν τέτοιο λαβύρινθο; Το δοχείο αυτό είναι ακόμη και για έναν άλλο λόγο πηγή πληροφορίας: ανάμεσα στις χαρακτηριστικές ελιγματικές γραμμές υπάρχει χαραγμένο με αριστερή φορά η λέξη «TRUIA». Η έννοια «λαβύρινθος» για το παραπάνω σύμβολο γραμμών δεν είναι καθολική. Ο χριστιανικός μεσαίωνας μετέφερε και παρουσίασε στο σύμβολο του λαβυρίνθου την ιδέα ενός δρόμου που παραπλανεί, στον οποίο περπατούμε πάνω στη γη. Περίτεχνες ζωγραφιές χτιστών λαβυρίνθων ακολουθούν μόνο στο περίπου την μορφή της κρητικής μορφής γραμμών. Δείχνουν πολλές παρακάμψεις που οδηγούν σε αδιέξοδα. Και στο διευρυμένο κέντρο περιμένει το τέρας Μινώταυρος, αντιπροσωπεύοντας τον διάβολο, τον οποίο πρέπει να ξεπεράσει κανείς. Είναι όμως ακόμη καθιερωμένη η σημερινή μας ιδέα ενός λαβυρίνθου ως συμβόλου κάθαρσης ή ακόμη και λύτρωσης μετά από πλάνες και παραπλανήσεις, οι οποίες αντιστοιχούν με τον τρόπο που βλέπει τον εαυτό της οι χριστιανική θρησκεία. Άρα λοιπόν ένας χαρακτηρισμός του γραμμικού μας συμβόλου ως «λαβύρινθο» οδηγεί σε πλάνη.
Αν λοιπόν γκρεμίσουμε τους τοίχους και δεν δούμε τις γραμμές σαν όρια, αλλά ως δρομολόγιο για έναν τελετουργικό χορό, θα μπορούσαμε να φτάσουμε στην γνήσια σημασία του;
Χορός
Χορός. Η ελληνική λέξη μπορεί να σημαίνει ατομικό, αλλά και ομαδικό χορό, αλλά όπως αναφέρθηκε και παραπάνω και το χώρο του λαμβάνει χώρα ο χορός. Επίσης χρησιμοποιείται και για τους χορούς στις Διονυσιακές τελετές στην ελληνιστική περίοδο. Η λέξη ηχητικά συγγενεύει με τις λέξεις «χώρα», «χώρη», ή «χώρος», δηλαδή χωριό ή κάποιο οριοθετημένο μέρος σε έναν τόπο. Αν παρατηρήσουμε τώρα ένα χωριό στα μινωικά χρόνια, τότε θα βρούμε εκεί έναν χώρο, ο οποίος έχει ένα πέτρινο στερέωμα, το αλώνι. Ακόμη και σήμερα βρίσκουμε αυτό το μέρος στα χωριά της Κρήτης, το οποίο προτιμάται να βρίσκεται σε σημείο εκτεθειμένο στον αέρα. Την ήρα την θυσίαζαν (την αφιερώνανε) στον Αίολο, τον θεό του ανέμου. Τα μέρη αυτά έχουν μια διάμετρο περίπου 9 με 12 μέτρων και ο περίγυρός του είναι με ανασηκωμένες πέτρες οριοθετημένος. Ακριβώς στο κέντρο του στρογγυλού αλωνιού είναι τοποθετημένος ένας πάσσαλος στη γη. Σε αυτόν δένανε και δένουν ακόμη και σήμερα τον γάιδαρο για να σέρνει το βολόσυρο και να παραμένει σταθερά εντός το κύκλου. Τυλίγεται από μόνο του το σχοινί γύρο από τον πάσσαλο, οπότε γίνεται όλο και κοντότερο, έτσι ώστε τελικά να έχει περάσει από το σύνολο της επιφάνειας του αλωνιού.
Τι σχέση έχει αυτό με χορό και ακόμη περισσότερο με τον «λαβύρινθο»;
Σε μερικά χωριά ίσως ήταν το μοναδικό σημείο με πετροστρωμμένη επιφάνεια. Το μοναδικό μέρος που ήταν κατάλληλο για χορό. Ας φανταστούμε, ότι σημειώνουμε τις γραμμές του συμβόλου μας πάνω στην επιφάνεια ενός τέτοιου αλωνιού. Προετοιμάζουμε ένα σχοινί, στο οποίο κάθε 50 ή 60 εκατοστά κάνουμε μια μικρή θηλιά. Τη μια άκρη του σχοινιού την στερεώνουμε με τη θηλιά του στον κεντρικό πάσσαλο. Κατά αυτό τον τρόπο μπορούμε με τη βοήθεια του σχοινιού (και τον θηλιών του) ως διαβήτη να σημειώσουμε 8 ομοκεντρικά ημικύκλια στην μια πλευρά του αλωνιού. Συμπληρώνουμε την άλλη πλευρά στο σχήμα του κρητικού λαβύρινθου. Αν επιλέξαμε 50 εκατοστά απόσταση για τις θηλιές, το εξωτερικό ημικύκλιο έχει μια διάμετρο 2x8x0,5= 8 μέτρα, αντίστοιχα αν επιλέξαμε 60 εκατοστά απόσταση 2x8x0,6 = 9,6 μέτρα. Οπότε και στις δύο περιπτώσεις χωράει πολύ καλά εντός των ορίων του αλωνιού. Μπροστά μας έχουμε τώρα έναν τόπο για χορό με μια προσημειωμένη χορογραφία από δυο γραμμές με ελιγμούς, όπως βλέπουμε στον κεντρικό κύκλο του σκίτσου παρακάτω.
Ας ξαναθυμηθούμε την ομηρική περιγραφή των χορευτών: παρθένες και νέοι άντρες δημιουργούν χωριστά ανά φύλο δύο ομάδες χορού. Η λέξη χορός χρησιμοποιείται εδώ με την αρχική της σημασία. Οι ομάδες αποτελούνται από 7 άτομα έκαστη. Όπως στον «συρτό χορό» τώρα, κρατιούνται οι χορευτές από τα χέρια. Δηλαδή οι χορευτές στέκονται με τους ώμους τους παράλληλα με την φορά του χορού (κινούνται πλαγίως). Χορεύουν με έξι βήματα σε ρυθμό 2/4 μακρύ-βραχύ-βραχύ, μακρύ-βραχύ-βραχύ. Η φορά χορού είναι δεξιά, δηλαδή αντίθετα στη φορά των δεικτών ρολογιού και στη βασική κίνηση οι χορευτές κινούνται με κάθε βήμα προς τα μπροστά. Δεξί και αριστερό πόδι εναλλάσσονται στο βηματισμό, ξεκινώντας με το δεξί. (6) Αρχικά βρίσκεται η ομάδα των επτά χορευτών πίσω από τις επτά χορεύτριες, έξω από το αλώνι. Μόλις αρχίσει, όπως περιγράφεται στον Όμηρο, ο μουσικός στη λύρα του με την εισαγωγή, κινούνται οι χορηγοί (πρώτοι χορευτές της εκάστοτε ομάδας) ακολουθούμενοι από τους υπόλοιπους χορευτές, προς το αλώνι και μπαίνουν στις αντίστοιχες για την ομάδα τους εξωτερικές γραμμές. Εκεί περιμένουν έως ότου ο μουσικός αρχίσει να τραγουδά. Τώρα ακολουθούν τον ρυθμό του τραγουδιστή και τον βηματισμό του συρτού πάνω στις σχεδιασμένες γραμμές. Ο χορός χωρίζεται σε 6 μέρη, των οποίων σημεία εναλλαγής είναι σημειωμένα και στις γραμμές. Οι χορηγοί προσέχουν επιμελώς να φτάσουν στα προσημειωμένα σημεία την κατάλληλη χρονική στιγμή.
Στο πρώτο μέρος του χορού (στο σκίτσο σημειωμένο με 1) κοιτούν οι νεαροί προς το κέντρο του αλωνιού, ενώ οι παρθένες βλέπουν προς τους θεατές τεντώνοντας τα χέρια τους προς τα πίσω. Στο τέλος συναντιούνται οι χορευτές έχοντας τα πρόσωπά τους αποστραμμένα από την άλλη ομάδα. Σε αυτή τη στάση ολοκληρώνουν τον κύκλο (δεύτερομέρος – σκίτσο 2) έχοντας περάσει χορεύοντας από την άλλη ομάδα και στο τέλος του κύκλου, τρίτο μέρος – 3, τα αγόρια γυρίζουν προς τα έξω προς τους θεατές, ενώ οι κοπέλες γυρίζουν αντίθετα προς το κέντρο. Στο τέλος και πάλι συναντιούνται έχοντας τα πρόσωπά τους αποστραμμένα από την άλλη ομάδα, μόνο που αυτή τη φορά αντίστροφα, τα αγόρια κοιτώντας προς τα έξω και οι κοπέλες προς τα μέσα. Σε αυτή τη στάση στοτέταρτο μέρος – 4 χορεύοντας περνούν οι κοπέλες το σταύρωμα των γραμμών, ενώ τα αγόρια τελειώνουν την κυκλική κίνηση που ξεκίνησαν, οπότε στο πέμπτο μέρος – 5 γυρίζουν προς το κέντρο του αλωνιού. Τώρα θα είναι η σειρά τους να περάσουν το σταύρωμα των γραμμών χορεύοντας, για να γυρίσουν στη συνέχεια γύρω από τον πάσσαλο. Οι κοπέλες εντωμεταξύ τελειώνουν τον κύκλο που είχαν αρχίσει. Στο τέλος αυτού του μέρους βλέπονται για πρώτη φορά οι ομάδες πρόσωπο με πρόσωπο στα μάτια, τα αγόρια κοιτάζοντας προς τα έξω, ενώ οι κοπέλες κοιτάζοντας προς τα μέσα. Η αγωνία κορυφώνεται. Σε μια χορευτική κίνηση μεταβολής πολύ κοντά μεταξύ τους στην αρχή τουέκτου μέρους – 6 αλλάζουν και οι δυο ομάδες τη κατεύθυνση του βλέμματος. Όταν οι δυο χορηγοί στο τέλος των γραμμών σταματήσουν, κάθε μια από τις επτά κοπέλες κοιτάει ένα αγόρι στα μάτια έχοντας τα χέρια της γυρισμένα προς τα πίσω, σε θέση cubitus valgus, την οποία αγαπούν τα νεαρά κορίτσια. Το αγόρι σηκώνει τους ώμους του και τους προτάσσει αρρενωπά. Τρίζει η ατμόσφαιρα από την αγωνία.
Η γέρανος
Το όνομα του πτηνού χρησιμοποιούταν στα αρχαία χρόνια και για το χορό που μιμούνταν τον χορό των γερανών πριν το ζευγάρωμά τους. Ο Έλληνας βιογράφος Πλούταρχος γράφει:
ἐκ δὲ τῆς Κρήτης ἀποπλέων εἰς Δῆλον κατέσχε· καὶ τῷ θεῷ θύσας καὶ ἀναθεὶς τὸ ἀφροδίσιον ὃ παρὰ τῆς Ἀριάδνης ἔλαβεν, ἐχόρευσε μετὰ τῶν ἠϊθέων χορείαν ἣν ἔτι νῦν ἐπιτελεῖν Δηλίους λέγουσι, μίμημα τῶν ἐν τῷ Λαβυρίνθῳ περιόδων καὶ διεξόδων, ἔν τινι ῥυθμῷ παραλλάξεις καὶ ἀνελίξεις ἔχοντι γιγνομένην. καλεῖται δὲ τὸ γένος τοῦτο τῆς χορείας ὑπὸ Δηλίων γέρανος, ὡς ἱστορεῖ Δικαίαρχος. ἐχόρευσε δὲ περὶ τὸν Κερατῶνα βωμόν, ἐκ κεράτων συνηρμοσμένον εὐωνύμων ἁπάντων.
Ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί προφανώς στην περιγραφή του την αναφορά του λαβύρινθου που στους καιρούς του (1ος αιώνας μ.Χ.) ήταν συνηθισμένη ταύτιση ενός λαβύρινθου με μια πολύπλοκη και πλάνη δομική δομή, γεμάτη διαδρόμους που μπερδεύουν. Αν ο χορός αυτός ονομαζόταν μόνο στη Δήλο «γέρανος» μπορούμε να το αμφισβητήσουμε. Πολύ πιθανότερο είναι ότι οι Μίνωες τον ονόμαζαν έτσι. Ότι θα ονόμαζαν αυτόν τον χορό με το ίδιο όνομα όπως του παλατιού τους («λαβύρινθος»), μπορούμε να το αποκλείσουμε.
Όπως είδαμε παραπάνω η χορογραφία αυτή έχει το χαρακτήρα αυτού ενός προκαταρκτικού «ερωτικού» χορού. Μπορούμε μάλιστα να υποθέσουμε ότι ο χορός αυτός ήταν μέρος μιας τελετής μύησης, για τις οποίες γνωρίζουμε, ότι για τον μινωικό πολιτισμό ήταν πολύ σημαντικές. Σε συνδυασμό με την ιστορία, ο χορός αυτός συνδέεται με τον Μινώταυρο και άρα και με τον λαβύρινθο. Ο Θησέας γυρίζοντας στην Αθήνα, σταμάτησε στη Δήλο, όπου έχοντας άμεσες τις εμπειρίες του με τον αγώνα του με το θηρίο, το οποίο μόλις είχε σκοτώσει, παρουσιάζει τον χορό «γέρανο» στη Δήλο.
Μοντέρνοι ιστορικοί της τέχνης, όπως ο Hermann Kern, διδάκτωρ νομικής και αυτοδίδακτος επιστήμονας τέχνης, ή ο Harald von Petrikovits (8), ιστορικός αρχαίων χρόνων, με ειδικότητα την ιστορία και τον πολιτισμό των ρωμαϊκών αποικιών, ο οποίος εξέτασε μια ρωμαϊκή παραλλαγή του συμβόλου του λαβύρινθου, το λεγόμενο Trojaritt, το οποίο περιγράφει λεπτομερώς ο Βεργίλος στην Αινειάδα του, προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τις γραμμές ως χορογραφία. Ο Kern γράφει:
«Εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα πρόβλημα, στο οποίο δεν επέλυσε ούτε και ο v. Petrikovits, και που πιθανώς δεν μπορεί να λυθεί καν: Η φιγούρα του λαβυρίνθου προσφέρει ένα δρόμο, ο οποίος οδηγεί χωρίς διασταύρωση, από το εξωτερικό στο κέντρο. Θα υπήρχε δηλαδή χώρος για μια σειρά μόνο ιππέων, όχι όμως για δυο γραμμές ιππέων δίπλα δίπλα, όπως περιγράφει ο Βεργίλος, οι οποίες μετά κιόλας ανοίγουν προς τα αριστερά και δεξιά.» – Και στη συνέχεια: «Στην αρχική μορφή της τελετής πρέπει να υπήρχε αναγκαστικά στο κέντρο μια μεγάλη επιφάνεια ως χώρος μεταβολής» (9)
Όχι μόνο περιορίζεται ο Kern θεωρώντας σταθερά τις γραμμές ως όρια και έτσι αποκλείει τον εαυτό του από την κατανόηση της χορογραφίας, αλλά ζωγραφίζει τα γυρίσματα των γραμμών στην πρώτη εικόνα του πλούσιου έργου του αντίθετα. (10) Έτσι βάζει ο ίδιος του φραγμό στην κατανόηση του γέρανου.
Βλέπουμε λοιπόν ο λαβύρινθος είναι πολύ πληθωρικός. Το σύμβολο δημιουργεί πλάνες και γυρίσματα. Χορεύοντας το γέρανο μπορούμε να τα ξεχάσουμε και να αφεθούμε σε μια από τις ωραιότερες εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής: τον έρωτα.