Η Νέα Πραισός (Τοπική Κοινότητα Πραισού - Δημοτική Ενότητα ΣΗΤΕΙΑΣ) ανήκει στον δήμο ΣΗΤΕΙΑΣ της Περιφερειακής Ενότητας ΛΑΣΙΘΙΟΥ που βρίσκεται στην Περιφέρεια Κρήτης, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα “Καλλικράτης”.
Η επίσημη ονομασία είναι “η Νέα Πραισός”. Έδρα του δήμου είναι η Σητεία και ανήκει στο γεωγραφικό διαμέρισμα Κρήτης.
Ανήκει στον Δήμο Σητείας.
Εχει υψόμετρο 354 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας,
ΑΡΧΑΙΑ ΠΡΑΙΣΟΣ
Οι πρώτες ανασκαφές του χώρου έγιναν στα τέλη του 19ου αιώνα από τους Ιταλούς αρχαιολόγους Halbherr και Mariani. Στα 1901 ο διευθυντής της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής R.C. Bosanquet, άρχισε συστηματικές ανασκαφές. Η αρχαία πόλη της Πραισού απλώνεται πάνω σε τρεις λόφους-ακροπόλεις 1χλμ. βόρεια του χωριού Ν. Πραισός (Βαβέλοι). Η Ακρόπολη Α, η ψηλότερη, περιβάλοταν από τείχος, ορατό σήμερα κυρίως στο Β.Α. τμήμα της. Εκεί ανεσκάφη ένα θαυμάσιο Ελληνιστικό κτίσμα, οικία πλούσιου ηγεμόνα ή δημόσιος ξενώνας .
Η Ακρόπολη Γ ονομάστηκε «Λόφος-Βωμός» (Hill Altar), γιατί εκεί ανακαλύφθηκε βωμός θυσιών του 8ου - 7ου αιώνα π.Χ., με δύο επιγραφές σε Ετεοκρητική γλώσσα και άλλα ευρήματα όπως: ασπίδες, κράνη, θώρακες, κνημίδες, πήλινα και χάλκινα ειδώλια με σπουδαιότερο το πήλινο ειδώλιο λέοντος, συμβόλου της θεάς Ρέας. Από τα σημαντικότερα ευρήματα των ανασκαφών είναι σειρά τεσσάρων θολωτών τάφων με πλούσια κτερίσματα.
Σε απόσταση περίπου 13 χιλ από την Σητεία και 2 χιλ από την Νέα Πραισό (Βαβέλους ) βρίσκεται η Αρχαία Πραισός. Η πόλη είχε χτιστεί επάνω σε τρείς λόφους - ακροπόλεις. Εξουσίαζε ολόκληρο το κεντρικό τμήμα της χερσονήσου Σητείας από τα βόρεια ως τα νότια παράλια. Στην περιοχή που μέχρι σήμερα αναφέρεται ως «οι Πρασοί» βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας Πραισού . Λεγόταν και Πράσος και Πραισία και Παραισός. Το κράτος της Πραισού κατελάμβανε ολόκληρη τη σημερινή επαρχία της λεγόμενης «Ετεοκρητικής χερσονήσου» ή «χερσόνησο των Πραισίων» εκτός της χώρας της Ιτάνου σύμφωνα με μαρτυρία του αρχαίου γεωγράφου Σκύλακα του Καρυανδέα. Τα ερείπιά της καλύπτουν μια εκτεταμένη χρονική περίοδο, που αρχίζει από τα νεολιθικά χρόνια και τελειώνει στο τέλος της ελληνιστικής περιόδου, (144 π.Χ.) . Υπήρξε το κέντρο των Ετεοκρητών, δηλαδή των αυτοχθόνων, των γνήσιων Κρητών (έτεος = γνήσιος).
Οι Ετεοκρήτες αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Όμηρο (Οδύσσεια Τ 176) και αποκαλούνται «μεγαλήτορες»(μεγαλόψυχοι, εύτολμοι). Απωθημένοι από τους Αχαιούς , Δωριείς εγκαταστάθηκαν στη δυσπρόσιτη περιοχή της Πραισού και διατήρησαν επί αιώνες την αρχική τους γλώσσα και θρησκεία, αλλά και την πλήρη αντίθεσή τους προς αυτούς, γι' αυτό και δεν έλαβαν μέρος στην εκστρατεία εναντίον του βασιλιά της Σικελίας Κώκαλου, η οποία έγινε για εκδίκηση της δολοφονίας του Μίνωα , όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος (λέγεται γὰρ Μίνων κατὰ ζήτησιν Δαιδάλου ἀπικόμενον ἐς Σικανίην τὴν νῦν Σικελίην καλευμένην ἀποθανεῖν βιαίῳ θανάτῳ. ἀνὰ δὲ χρόνον Κρῆτας, θεοῦ σφι ἐποτρύναντος, πάντας πλὴν Πολιχνιτέων τε καὶ Πραισίων ἀπικομένους στόλῳ μεγάλῳ ἐς Σικανίην πολιορκέειν ἐπ᾽ ἔτεα πέντε πόλιν Καμικόν, τὴν κατ᾽ ἐμὲ Ἀκραγαντῖνοι ἐνέμοντο· τέλος δὲ οὐ δυναμένους οὔτε ἑλεῖν οὔτε παραμένειν λιμῷ συνεστεῶτας, ἀπολιπόντας οἴχεσθαι. (VII.170.1-2) .
Η παρουσία του λαού των «Ετεοκρητών» στην Κρήτη μαρτυρείται επίσης από τονΔιόδωρο τον Σικελιώτη :
(οἱ μὲν γὰρ τὴν Κρήτην κατοικοῦντὲς φασιν ἀρχαιοτάτους γενέσθαι παρ' αὑτοῖς τοὺς ὀνομαζομένους Ἐτεόκρητας αὐτόχθονας (V.64.1)
Kαι από τον Στράβωνα: (τὸ μὲν πρὸς ἕω Δωριεῖς κατέχειν, τὸ δὲ Δυσμικὸν Κύδωνας, τὸ δὲ νότιον Ἐτεόκρητας, ὧν εἶναι πολίχνιον Πρᾶσον, ὅπου τὸ τοῦ Δικταίου Διὸς ἱερόν (10.4.6).
Είχε δύο λιμάνια, την Ητεία στο Κρητικό και τις Στήλες στο Λιβυκό πέλαγος.
Το πολίτευμα της ελληνικής γεωμετρικής Πραισού ήταν δημοκρατικό, με όργανα τους κόσμους, τη γερουσία και την εκκλησία του δήμου
Η πόλη είχε χτιστεί επάνω σε τρείς λόφους - ακροπόλεις
Την ακρόπολη Α, σήμερα "κονάκια", που περιέβαλε τείχος από το οποίο σώζονται μόνο ίχνη στα βορειανατολικά του μεγάλου λόφου . Στην πλαγιά της ακρόπολης ο Halbherr ανέσκαψε ιδιωτικά οικήματα και ένα δημόσιο οικοδόμημα Ελληνιστικής εποχής χτισμένο με λίθινους ορθογωνίους δόμους σε πολλά διαμερίσματα που κατά τον Αγγελάκη ήταν το Ανδρείο της πόλης δηλ. μέρος που συνέτρωγαν οι τέλειοι πολίτες διαιρεμένοι σε ομάδες σε ίδιες τράπεζες λαμβάνοντες ίση μερίδα της λιτής τροφής και οι έφηβοι μέχρι του 20 ου έτους των οποίων οι ομάδες λεγόταν αγέλες.
Το ανδρείο διεύθυνε ο Άρχων ή Κόσμος που έπαιρνε ως αμοιβή 4 μερίδες. Υπήρχαν δυο τιμητικές τράπεζες που έτρωγαν οι ξένοι φιλοξενούμενοι οι οποίοι διέμεναν σε ιδιαίτερο οίκημα, το κοιμητήριο. Στα ανδρεία τραγουδούσαν με συνοδεία μουσικής και εξυμνούνταν και οι γενναίες πράξεις των προγόνων και συζητιόταν πολιτικές υποθέσεις.