"Οι Γιάννηδες είναι ο αγαπημένος στόχος λοιπόν αυτών των παροιμιακών φράσεων. Γιατί; Ίσως επειδή το όνομα Γιάννης είναι κοινότατο, κατά πάσα πιθανότητα το πιο κοινό όνομα στα ελληνικά, επόμενο είναι να γίνεται στόχος όλων των άλλων που δεν λέγονται Γιάννηδες. Έτσι, γιαννάκης λέγεται ο αγαθούλης, ο άπειρος, τόσο στην πολιτική ζωή όσο και στο στρατό όπου οι νεοσύλλεκτοι λέγονται γιαννάκια, στραβόγιαννοι, γιάννηδες. Όπως κατέθεσε ο φίλος Τιπούκειτος σε σχετικό νήμα για τη στρατιωτική γλώσσα, (σχόλιο 46) πρόσφατα άκουσε να χρησιμοποιείται στο κυπριακό ραδιόφωνο το «Γιαννής» σαν συνώνυμο του χαζού.
Ας δούμε μαζεμένες τις παροιμίες και φράσεις με Γιάννηδες. Είμαι τυχερός γιατί ο Γιάννης βρίσκεται στο εκδομένο τμήμα των παροιμιών του Ν. Πολίτη, οπότε μπορώ να παραθέσω και τα σχόλιά του.
- Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση. Η συνηθέστερη παροιμία απ’ όσες διασύρουν τους Γιάννηδες, λέει ο Πολίτης, που αναφέρει και έναν μύθο κεφαλονίτικο για 45 Γιάννηδες που πνίγηκαν προσπαθώντας να ξεριζώσουν ένα δέντρο. Ωστόσο, ο Πολίτης δεν λέει ότι η έκφραση προέρχεται από τον μύθο, μάλλον το αντίστροφο θα συμβαίνει. Δίνει μάλιστα ο Πολίτης και γαλλικό ανάλογο (Deux Jean et un Pierre font un âne entier, Δυο Γιάννηδες κι ένας Πέτρος κάνουν ολάκερο γάιδαρο) καθώς και ισπανικό ίδιο με το γαλλικό.
- Όχι Γιάννης, Γιαννάκης. Τη λέμε όταν κάποιος προσπαθεί να παραστήσει ως διαφορετικά μεταξύ τους δυο πράγματα ομοιότατα ή όταν κάποιος λεπτολογεί και επιχειρεί να επιφέρει μεταβολές ασήμαντες, λέει ο Πολίτης. Κατά τον Κ. Κάσση, στη Μάνη συνηθιζόταν να υπάρχουν αδέρφια με τ’ όνομα Γιάννης ο ένας και Γιαννάκης ο άλλος, οπότε όταν ένας Γιαννάκης παρουσιάστηκε στο στρατό και τον είπαν Γιάννη, απάντησε έτσι. Όμως η έκφραση είναι πανελλήνια και πιθανότατα πριν από το νεοελληνικό κράτος.
- Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω. Για αυτούς που απαντούν άλλα αντ’ άλλων, σαν υπόδειγμα ασυνάρτητης συζήτησης. Μερικοί το συνεχίζουν: Κι η συντέκνισσά σου; Εφτά μετρήματα χωρεί. Η παροιμία υπάρχει στον Βάρνερ, άρα είναι από τον 17ο αιώνα.
- Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει. Για όσους στα λόγια φροντίζουν για το κοινό καλό ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζουν το δικό τους συμφέρον. Η παροιμία χρησιμοποιήθηκε πολύ στην εθνοσυνέλευση του 1829 από τους αντικαποδιστριακούς, επειδή οι αντιπρόσωποι ευπειθώς ψήφιζαν ό,τι τους έστελνε ο Καποδίστριας, αλλά είναι παλιότερη. Μάλιστα, ο Πολίτης δίνει και βουλγάρικο αντίστοιχο, με το όνομα Γκάνι στη θέση του Γιάννη.
- Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα. Για κάποιον που παραμένει στην ίδια (κακή ή μέτρια) κατάσταση. Και για τους αδιόρθωτους. Και για τη μη αλλαγή της κατάστασης παρά την αλλαγή της κυβέρνησης. Την έχει ο Βάρνερ (Τι έχεις Γιάννη; Τα έχω πάντα).
- Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τονε βγάλαμε. Για όσους προαναγγέλλουν και προεξοφλούν μελλοντικά σχέδια βασισμένοι σε αβέβαιες προσδοκίες. Κάποιοι λένε ότι το είπε ο Κολοκοτρώνης όταν τον κάλεσαν να βαφτίσει παιδί πριν ακόμα γεννηθεί, αλλά η παροιμία είναι παλιότερη, αφού την αναφέρει ο Βάρνερ, οπότε ο Κολοκοτρώνης απλώς επανέλαβε υπάρχουσα παροιμία. Εδώ κατά τον Πολίτη υπάρχει μύθος, με την αφελή κοπέλα που της έφεραν προξενητή και άρχισε να συλλογιέται πως θα παντρευτεί, θα κάνει γιο, θα τον βγάλει Γιάννη, θα της αρρωστήσει και θα της πεθάνει, οπότε έβαλε τα κλάματα. Παρεμφερής παροιμία υπάρχει και σε άλλες γλώσσες. Για την έκφραση αυτή έγραψε πρόσφατα ο ηλληνιστεύκων Νίκος Νικολάου.
- Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. Για τους φιλάσθενους ή για όσους προφασίζονται ασθένεια.
- Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι (ή λάδι· προσθέτουν μερικοί: να γιάνει). Τη λέμε σε κάποιον που μας παρηγορεί ή προσπαθεί να μας περιθάλψει ενώ ο ίδιος έχει προκαλέσει το κακό που πάθαμε.
- Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Σε μια αντιπαράθεση όπου ο φόβος είναι αμοιβαίος· λέγεται συχνά σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, όταν καμιά ομάδα δεν ανοίγεται.
- Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει. Απάντηση στον… αντιγιαννισμό άλλων εκφράσεων. Ο Πολίτης έχει κι άλλες «φιλογιαννικές» παροιμίες, που δεν είναι τόσο γνωστές, όπως όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη.
- Τα καλά του Γιάννη τα θέλουμε, τον Γιάννη δεν τον θέλουμε.
Υπάρχουν κι άλλες παροιμίες με Γιάννη, όχι και τόσο γνωστές, τις παραλείπω γιατί δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Αν ξέρετε άλλη «γιαννική» παροιμία-φράση-έκφραση, ευχαρίστως να την προσθέσετε στα σχόλια. Ή μάλλον θα προσθέσω μία ακόμα έκφραση με τον Γιάννη, αλλά και με άλλα ονόματα.
Κόψε ξύλο κάμε Αντώνη
κι από πλάτανο Μανώλη
κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη,
ό,τι ξύλο κόψεις κάνει.
Η παροιμία υπάρχει σε πάρα πολλές παραλλαγές στον Πολίτη, συχνά με άλλα ονόματα στο πρώτο δίστιχο· χλευάζει τους Γιάννηδες που τους παρομοιάζει με κούτσουρα, αλλά δεν νομίζω να λέγεται και τόσο πολύ σήμερα.
Μετά τον καταιγισμό των Γιάννηδων, τα υπόλοιπα ονόματα φαντάζουν φτωχοί συγγενείς. Και άλλα ονόματα είναι συχνά, αλλά έχουν ελάχιστες ή και καμία δικιά τους παροιμία.
Για παράδειγμα, για τον Γιώργο, που είναι επίσης κοινότατο όνομα, η μοναδική παροιμία που έχω είναι το όπου Γιώργος και μάλαμα, που μάλιστα πρέπει να είναι πρόσφατη παραλλαγή, γεννημένη από το τραγούδι του (Γιώργου) Μητσάκη, αφού ο Πολίτης καταγράφει όπου Γιάννηςκαι μάλαμα. Για τον Δημήτρη δεν έχω τίποτε, εκτός από το τα έκαναν τάτσι μίτσι κότσι, που λέγεται για όσους ενεργούν προσυνεννοημένα για να εξαπατήσουν κάποιον ή να πετύχουν αθέμιτο σκοπό, όπου τα ονόματα είναι αρβανίτικα υποκοριστικά (Τάτσης, Μήτσης και Κώτσης). Νομίζω ότι και το τον έπιασαν Κώτσο αναφέρεται σε κάποιον που τον έλεγαν Κώστα, και όχι στον κότσο, αλλά τα λεξικά έχουν αντίθετη γνώμη Μια όχι πολύ γνωστή παροιμία, πιο σωστά παροιμιόμυθο, έχει ο Λουκάτος για τον Κώστα: Και παπάς έγινες Κώστα; Έτσι τα ’φερε η κατάρα. Παροιμιώδες βέβαια είναι και το «ελιά ελιά και Κώτσο βασιλιά».
Αλλά και το δικό μου το όνομα, Νίκος, παροιμία δικιά του σχεδόν δεν έχει. Λέω «σχεδόν» διότι υπάρχει το Τρέχα γύρευε και Νικολό καρτέρει, που είναι επέκταση της απλής «τρέχα γύρευε». Ο Πολίτης την αφήνει ασχολίαστη, ενώ ο (αναξιόπιστος συνήθως) Νατσούλης λέει πως την είπε ο Μπ. Άννινος στον ίδιο τον Πολίτη όταν αυτός ανακοίνωσε ότι πρόκειται να αρχίσει τη συλλογή των παροιμιών! Προφανώς η παροιμία υπήρχε ήδη. Η ερευνητική εντιμότητα μού επιβάλλει να αναφέρω και μια λεσβιακή παροιμία, όχι πολύ γνωστή, που τη λέμε σε κάποιον ενοχλητικό για να διακόψουμε τη συζήτηση μαζί του: Μίλα με τον Νικολή που έχει την άδεια την πολλή. Υπάρχει και γνωστότερη μορφή της, χωρίς Νικολή, που δεν θα την αναφέρω. Υπάρχει και παροιμία για τον Άη Νικόλα, αλλά άμα βάλω και τους αγίους στο λογαριασμό δεν θα τελειώσω το άρθρο ούτε του αγίου ποτέ (ή του άλλου, ανήμερα).
Ο Βασίλης έχει μια δικιά του ωραία παροιμία: Όσον καιρό θερίζαμε, Βασίλη κυρ Βασίλη, και σαν αποθερίσαμε «Ποιος είσαι, βρε κασίδη;» που λέγεται όταν κάποιος μας κάνει ένα σωρό τσιριμόνιες μέχρι να του κάνουμε το χατίρι και μετά μας ξεχνάει. Ο Πολίτης δίνει κι άλλη μια: όπου τάβλα και μαντήλι και καλώς τον κυρ Βασίλη, που δεν είναι καθόλου γνωστή –αλλά πολύ γνωστότερο είναι το θηλυκό της αντίστοιχο: όπου γάμος και χαρά κι η Βασίλω πρώτη.
Για τον Θωμά τα είπαμε παραπάνω. Είναι άπιστος Θωμάς λέει η έκφραση, κατευθείαν από την ευαγγελική αφήγηση, που λέγεται για τους υπερβολικά δύσπιστους.
Ο Μανώλης (που τον είδαμε παραπάνω στην παροιμία με τα ξύλα), έχει και ολόδική του πασίγνωστη παροιμία: άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα αλλιώς, για όσους προσποιούνται ότι μεταβάλλουν τακτική ενώ στην ουσία τίποτε δεν αλλάζουν και για κάθε (συχνά πολιτική) μεταβολή που δεν βελτιώνει την κατάσταση. Ίσως κρύβεται μύθος από πίσω, όμως το πιθανότερο είναι να διαλέχτηκε ο Μανωλιός επειδή ομοιοκαταληκτεί με το αλλιώς.
Την ομοιοκαταληξία εκμεταλλεύεται και η χέσε μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι, όπως και η όπως του φανεί του λωλοΣτεφανή, που τελευταία έχει γίνει της μόδας, καθώς και η με λένε Ρίζο κι όπως θέλω τα γυρίζω, που πέρσι τη χρησιμοποίησε ο Παπαθεμελής για μια από τις πολλές κωλοτούμπες του Καρατζαφέρη.
Για τον Μιχάλη υπάρχει η φράση Χρωστάει του Μιχάλη που είναι παραλλαγή (ίσως και η αρχική μορφή) της πολύ γνωστότερης χρωστάει της Μιχαλούς. Μιχάλη έλεγαν στη Θράκη τον ελαφρόμυαλο, αλλά με το θέμα αυτό έχω ασχοληθεί πολλές φορές και δεν λέω άλλα για να μη σας κουράσω.
Ωστόσο, υπάρχει για τον Μιχάλη και μια μισοξεχασμένη παροιμία, κρητική, που τη βρίσκω πολύ παραστατική: χωστά χωστά τον έκαμε ο Μιχελής το γάμο, γιατί ήταν λίγα τα ψωμιά και το χωριό μεγάλο.
Κάποιες παροιμίες εκμεταλλεύονται την ετυμολογία του ονόματος που χρησιμοποιούν. Παράδειγμα: ο Γρηγόρης εγρηγόρει κι ο Μελέτης εμελέτα, κι ο Γρηγόρης τηνε πήρε του Μελέτη τη γυναίκα.
Υπάρχουν και οι βελλερισμοί, όπως έχει ονομάσει ο Δ. Λουκάτος τους φραστικούς παροιμιόμυθους που αναφέρονται σε φράσεις που αποδίδονται σε κάποιο πρόσωπο. Εκεί, όπως είναι αναμενόμενο, υπάρχουν κάμποσες με ονόματα, όπως μου ’πε ο μπάρμπας μου ο Σταμάτης, όντες μ’ είχες ας μ’ εκράτεις ή Μα το ναι, σου λέω αλήθεια, που είπε η ψευτρού η Χαρίκλεια.
Η Χαρίκλεια μάς θυμίζει πως ελάχιστα έχουμε αναφερθεί σε γυναίκες, πράγμα όχι περίεργο αφού οι παροιμίες γεννήθηκαν σε έναν κόσμο αντροκρατούμενο (όχι πως ο δικός μας δεν είναι). Λιγοστές είναι οι παροιμίες και εκφράσεις με γυναικεία ονόματα και σχεδόν μονοπωλούνται από τη Μαρία, που είναι το γυναικείο αντίστοιχο του Γιάννη. Έχουμε λοιπόν: και η κουτσή Μαρία που λέγεται για κάτι που το έχουν, το κάνουν ή το μπορούν ακόμα και οι πιο παρακατιανοί και περιφρονημένοι. Ο (όχι πάντα αξιόπιστος) Ζάχος λέει ότι η φρ. γεννήθηκε από «γνωστό θηλυπρεπή» της παλιάς Αθήνας, αλλά θεωρώ πιθανότερο να εννοείται απλώς η τυπική γυναίκα του λαού. Πάντως μπορεί να υπάρχει λησμονημένος μύθος. Το κάνει την οσία Μαρία δεν το μετράω, γιατί είπαμε ότι τους αγίους τους αφήνουμε απέξω. Μετά, αγάπα η Μάρω το χορό και βρήκε άντρα ζουρνατζή, παλιά παροιμία ήδη από τον Βάρνερ, που λέγεται επιτιμητικά όταν κάποιος φαύλος ή μωρός βρει αντάξιό του σύντροφο ή συνεταίρο –κάτι σαν τον τέντζερη και το καπάκι δηλαδή. (Αυτή είναι η ερμηνεία του Ν. Πολίτη, με την οποία συμφωνώ· ο Λουκάτος το ερμηνεύει αλλιώς και θεωρεί ότι λέγεται για αταίριαστες ενώσεις, με αφορμή κάποια Μάρω χορευταρού που θα πήρε κοινωνικά κατώτερόν της οργανοπαίχτη). Τα δυο συχνότερα ονόματα, αντρικό και γυναικείο, συνδυάζονται στην παροιμία άλλη καμιά δεν γέννησε, μόν’ η Μαριά τον Γιάννη, που ειρωνεύεται τις μανάδες που μόνο για το δικό τους παιδί μιλούν και αγωνιούν. Τέλος, ο Λουκάτος δίνει την Τα ’χεν η Μαριά στο νου της, τα ’βλεπε και στ’ όνειρό της, ψυχαναλυτικά σωστή.
Πέρα απ’ αυτό, έχουμε από γυναίκες τα κουμπιά της Αλέξαινας, που λέγεται για απρόβλεπτες δυσκολίες, αν και εδώ το όνομα είναι του άντρα μάλλον, καθώς και τα νέα της Αλεξάντρας, που δεν είναι βέβαια παροιμία αλλά τραγούδι, αρκούντως παροιμιώδες. Έχουμε και μια παροιμία που την αναφέρει ο Πολίτης χωρίς να είναι βέβαιο αν αναφέρεται σε γυναίκα ή σε άντρα: Θα σου δείξω εγώ Ζαμπέτα, πώς την παίζουν την τρουμπέτα. Πρόκειται, λέει, για παιγνιώδη απειλητική φράση, αλλά δεν ξέρουμε αν απευθύνεται στην ή στον Ζαμπέτα.
Πολλές παροιμίες και εκφράσεις θα μου έχουν ξεφύγει, περιμένω να τις συμπληρώσετε, ενώ επίσης ελάχιστα αναφέρθηκα στα στερεότυπα των ονομάτων, π.χ. στο Κατίνα και στις κατινιές (φυσικά σ’ αυτό έχουμε αναφερθεί και δεν θα ήθελα να πούμε εδώ περισσότερα διότι έχω σκοπό να αφιερώσω κάποτε ειδικό άρθρο). Για παράδειγμα, βρίσκω σε ένα κουδαρίτικο γλωσσάρι που αναφέρθηκε εδώ τις προάλλες ότι στα κουδαρίτικα (την αργκό των μαστόρων της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας) το ούζο λέγεται θώδους ή θόδουρους, ενώ για τον Θόδωρο πάλι θα μπορούσα να αναφέρω τον Ψευτοθόδωρο. Όμως εδώ σταματάω και δίνω τη σκυτάλη σ’ εσάς. Για παράδειγμα, προσθέτω υστερογραφικώς, δεν αναφέρθηκα καθόλου στα στερεότυπα Ποιος Θανάσης; που το χρωστάμε στον Θανάση Βέγγο και τις ταινίες του ή λέγε με Θανάση για τον μοναδικό οπαδό μικρού κόμματος, ή τον Αλέκο της γνωστής διαφήμισης."
- Σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή ποτέ δεν κάνει!
- Σαραπέντε Γιάννηδες ενός κοκκόρου γνώση...
- Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί , πότε ο κώλος του πονεί...
- Γιάννης κερνάει , Γιάννης πίνει
- Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη
- Όχι Γιάννης...Γιαννάκης
- Γιάννη μου το μαντίλι σου....!
- Τι κάνεις Γιάννη; κουκιά σπέρνω..
- Γιάννη είχα, Γιάννη έχω κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι Γιάννη θα γυρέψω!
- Ακόμα δεν τον είδαμε Γιάννη τονε βγάλαμε!
- Αν είχαν οι Γιάννηδες γνώση, μας δάνειζαν καμπόση!
- Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι.
- Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα.
- Κόψε κέδρο, φτιάξε Αντώνη και από πλάτανο Θανάση, εάν πεις και για το Γιάννη, όποιο ξύλο να ʽναι κάνει.
- Τα καλά του Γιάννη θέμε και το Γιάννη δεν τον θέμε.