Μέρος 2ο
Ο Φοίνικας, να σημειώσουμε, αφορά σε τόπο βιβλικό, για τον οποίο γίνεται σαφής αναφορά στο βιβλίο των «Πράξεων Αποστόλων» ότι εκεί «είχαν ελπίδα», μετά τους Καλούς Λιμένες, το πλοίο που μετέφερε προς Ρώμη τον Απόστολο Παύλο (και άλλους 276 επιβάτες) να παραχειμάσει. Επειδή, δηλαδή, οι Καλοί Λιμένες (κατ' ευφημισμόν μόνο «καλοί») ήταν ακατάλληλο λιμάνι («ανεύθετος λιμήν») και δεν προσφερόταν προς «παραχειμασίαν» (=για να περάσουν, δηλαδή, τον χειμώνα), έλπιζαν (ο Κυβερνήτης και οι συνταξιδεύοντες με τον Παύλο) ότι θα μπορούσαν να έφθαναν στον Φοίνικα, λιμάνι κάτω από πλαγιές και ένεκα τούτου ασφαλές καταφύγιο για τα πλοία («δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι, λιμένα της Κρήτης βλέποντα κατά λίβα και κατά χώρον») (εικ. 1).
Όμως, είναι γνωστό ότι το πλοίο δεν μπόρεσε, τελικά, να πλησιάσει τον Φοίνικα, γιατί ο άνεμος που σηκώθηκε αμέσως μετά τον απόπλου από τους Καλούς Λιμένες, «…ο καλούμενος "τυφωνικός Ευροκλύδων…"», θερμός και δυνατός νοτιανατολικός άνεμος, που δημιουργεί, όταν φυσά, σφοδρή θαλασσοταραχή, τους έσπρωξε προς τη νήσο Γαύδο. Οι ντόπιοι ψαράδες και οι «άνθρωποι της θάλασσας», οι ασχολούμενοι με τουριστικές και επαγγελματικές θαλάσσιες διαδρομές, τον «καραβοπνίχτη» αυτόν άνεμο -του οποίου η διάρκεια φτάνει και τις δέκα ημέρες- τον ξέρουν πολύ καλά και τον ονομάζουν «σοροκολεβάντε». Έτσι, ακριβώς μου τον περιέγραψε, τον «σιρόκο» άνεμο, και ο φίλος ενοικιαστής βαρκών και ταχύπλοων σκαφών που γνώρισα στο Λουτρό Σφακίων, Νεκτάριος Φιοτάκης. Το κείμενο της Καινής Διαθήκης, αναφερόμενο στο γεγονός αυτό, γράφει, περαιτέρω, τα εξής χαρακτηριστικά: «…συναρπασθέντος δε του πλοίου… τω ανέμω επιδόντες εφερόμεθα… νησίον δε τι υποδραμόντες καλούμενον Κλαύδην μόλις ισχύσαμεν περικρατείς γενέσθαι της σκάφης». Οπότε, ούτε κι εκεί, στη Γαύδο (Κλαύδην), κατάφεραν να «ποδίσουν», αφού την προσπέρασαν και αυτήν με μεγάλη ταχύτητα, λόγω των ισχυρών ανέμων.
Επομένως, στο μέρος αυτό των Σφακίων -όπου ο Ιωάννης ανεγείρει «ευκτήριον» οίκο προς τιμήν του αποστόλου των Εθνών, Παύλου- ναι μεν ο θείος Απόστολος δεν πάτησε, τελικά, το πόδι του, η ύπαρξη, όμως, για το μέρος αυτό, σαφούς βιβλικής αναφοράς («δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι»), το έχει, θεωρούμε, αυτή και μόνη καθαγιάσει και στο γεγονός αυτό οφείλεται, βέβαια, και η εδραία παράδοση που δημιουργήθηκε κατά τα μεταγενέστερα χρόνια ότι από εκεί πέρασε και καθαγίασε, άρα, τον τόπο ο Απόστολος Παύλος. Και πράγματι, στον Φοίνικα υπάρχουν τρεις, τουλάχιστον, βασιλικές από τις οποίες η αρχαιότερη πιστεύεται ότι ήταν αφιερωμένη στον απόστολο Παύλο. Σε αυτήν τη βασιλική, την αρχαιότερη όλων, κάνει λόγο και ο Γ. Μανουσάκης, γράφοντας σε διαδικτυακή σελίδα των Χανιώτικων Νέων: «Η κόγχη του Αγίου Παύλου, μιας μεγάλης Βασιλικής που ήταν μητρόπολη στα (πρώτα) βυζαντινά χρόνια, ξεχωρίζει στον χώρο των ερειπίων» (εικ. 2).
Θέλω να πιστεύω ότι αυτή, ακριβώς, η εδραία πίστη και του Ιωάννου του Ξένου στις παραδόσεις αυτές είναι που τον ώθησε στην ανέγερση αυτού του τόσον περικαλλούς, απομονωμένου, όμως (από τα λοιπά καθιδρύματά του) ναού προς τιμήν του αποστόλου Παύλου. Ενός ναού, δηλαδή, που δεν είχε να προσφέρει τίποτε απολύτως, στο σημείο αυτό όπου βρισκόταν, από οικονομική, γεωργική ή κτηνοτροφική άποψη, στην αλυσίδα των λοιπών καθιδρυμάτων του, όπως, όμως, συνέβαινε με όλα τα άλλα που είχε, μέχρι τη στιγμή εκείνη, ιδρύσει (μονές, μετόχια και κελιά). Ήταν, λοιπόν, θεωρούμε, αυτή μόνη η εδραία του Οσίου πίστη για την διέλευση από το σημείο εκείνο του αποστόλου Παύλου, την οποία ήθελε, με τη δημιουργία του ευκτήριου αυτού κατάγραφου οίκου, να διατρανώσει στο διηνεκές (εικ. 3).
Ο εν λόγω ευκτήριος οίκος του αγίου Παύλου είναι ο πιο μικρός απ' όσους ο Ιωάννης είχε μέχρι τη στιγμή εκείνη οικοδομήσει. Σταυροειδής μετά τρούλου -στον βυζαντινό, δηλαδή, ρυθμό που έκτιζε τους ναούς του- διατηρείται ακόμα και σήμερα ανατολικά της Αγίας Ρουμέλης, κοντά σε πηγή με ψυχρότατο νερό, στην άμμο, σχεδόν πάνω από το κύμα, ώστε τον χειμώνα, όταν αγριεύει η θάλασσα του Νότιου Κρητικού, το κύμα να πέφτει με ορμή στη νοτική πλευρά του ναού, όπως σημειώνεται σε περιγραφή του ευρύτερου χώρου από τον Φλωρεντινό μοναχό Χριστόφορο Μπουοντελμόντι (εικ. 4).
Η αντοχή του ναού στις δύσκολες καιρικές συνθήκες έχει, στις μέρες μας, προβληματίσει πολλούς ειδικούς επιστήμονες, ενώ, από πολύ παλιά είχε εκφραστεί η άποψη ότι ο ναός αυτός σύντομα θα κατέρρεε (εικ. 5). Ο Μιχαήλ Δέφνερ στις «Οδοιπορικές Εντυπώσεις» του δεν του έδινε πολλά χρόνια ζωής και σημείωνε εναγώνια την ανάγκη να σωζόταν το σεβάσμιο και πανάρχαιο τούτο μνημείο της χριστιανικής πίστης και λατρείας, μια εκκλησία χιλίων τόσων χρόνων, στην παραρρέουσα πηγή της οποίας (παρά τη θέση Σελούδα), κατά την τοπική χριστιανική παράδοση, ο απόστολος Παύλος βάπτισε πολλούς ντόπιους ειδωλολάτρες.
Όπως, περαιτέρω, ο Κ. Λασσιθιωτάκης παρατηρεί, απορείς ακόμα για το πώς και το γιατί ένας τέτοιος ναός οικοδομήθηκε σε αυτήν την απρόσιτη ερημιά, τόσο μακριά από τους ανθρώπους. Και συμπληρώνει χαρακτηριστικά για τη στατικότητα του οικοδομήματος -αντίθετα προς τους παραπάνω εκφρασθέντες φόβους του Μιχαήλ Δέφνερ- ότι ακόμα και το κονίαμα που δένει τις πολύχρωμες πέτρες εξωτερικά και τα χαλίκια στην εσωτερική όψη των τοίχων έγινε πέτρα κι έτσι το μικρό αυτό κτίσμα απέκτησε μονολιθικότητα βράχου και μοιάζει με ένα κομμάτι βουνού, στις ρίζες της Σελούδας, που υψώνεται απότομα από το βόρειο μέρος (εικ. 6).
Δεν γνωρίζουμε για πόσον, ακριβώς, χρόνο ο Άγιος παρέμεινε στη συγκεκριμένη περιοχή του Αγίου Παύλου, Σφακίων. Στη Βιογραφία του, πάντως, διευκρινίζει ότι παρέμεινε για «ημέρας ικανάς», για αρκετό, δηλαδή, χρονικό διάστημα, πράγμα που μας δημιουργεί την εύλογη απορία προς τι η εκδαπάνηση τόσου χρόνου σε μια τέτοια έρημη περιοχή. Πιθανόν, το απόμερο και ερημικό τής περιοχής να μην επέτρεψαν τη δημιουργία ενός μεγάλου συνεργείου κατά την ανέγερση τού εν λόγω ναού, που, για τον λόγο αυτόν αλλά και για τους δύσκολους κατασκευαστικούς της περιοχής όρους, η οικοδόμησή του θα πήρε αρκετό χρονικό διάστημα, η δε προσωπική τού Αγίου εργασία θα πρέπει εδώ να υπήρξε ιδιαίτερα δυνατή.
Αυτός, ασφαλώς, θα είναι και ο λόγος του μικρού μεγέθους του, που, παρ' όλα αυτά, έχει, όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, πλούσια καλαισθησία και την ευλογία του Αγίου να αντέχει στις αντίξοες καιρικές συνθήκες που αντιμετωπίζει στον χώρο αυτόν διαχρονικά. Πιθανόν, περαιτέρω, να πήρε «ημέρας ικανάς» η διαμονή του αγίου Ιωάννου στον Οπίσω Αιγιαλό και για λόγους ησυχασμού, προσευχής και νηστείας, πράγματα που ο Άγιος μονίμως επεδίωκε, γιατί τον ανέπαυαν και τον εφοδίαζαν με τα απαραίτητα μέσα και το πνευματικό οξυγόνο προς συνέχιση του επίγειου έργου του, του επανευαγγελισμού, δηλαδή, των κατοίκων της Μεγαλονήσου στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη, αμέσως μετά τη μακρά νύκτα της Αραβοκρατίας.