Δεν υφίσταται να είσαι Κρητικός και να μην γνωρίζεις για την κόντρα μεταξύ των δύο μεγάλων νομών του νησιού. Ηράκλειο Vs Χανιά, κρατάει χρόοοοοοοοοονια αυτή η κολόνια!
Η έχθρα κρατάει εδώ και 43 ολόκληρα χρόνια, αφού ξεκίνησε το 1971 την ημερομηνία δηλαδή που σταμάτησαν τα Χανιά να θεωρούνται πρωτεύουσα του νησιού με εντολή χούντας. Ναι καλά διαβάσατε, τα Χανιά ήταν για 686 χρόνια (από το 1285) πρωτεύουσα της Κρήτης. Από εκείνη την περίοδο και μετά, όλοι οι μεγάλοι δημόσιοι οργανισμοί άρχισαν να μετακομίζουν στην νέα πρωτεύουσα, το Ηράκλειο η οποία είχε αρχίσει να ακμάζει οικονομικά λόγω της ανάπτυξης του εμπορίου και της ακτοπλοΐας. Οι Χανιώτες δεν το χώνεψαν ποτέ αυτό και κάπου εκεί ξεκίνησαν όλα με τις δυο αυτές πόλεις να κονταροχτυπιούνται για το ποια είναι ομορφότερη.
Μόνο ανιστόρητοι και φανατικοί θα μπορούσαν να επικαλούνται το…αίμα και τους απελευθερωτικούς αγώνες για ένα ασήμαντο ζήτημα όπως την έδρα του Εφετείου στην Κρήτη.
Αλλά δυστυχώς το είδαμε κι αυτό. Να ανάγεται σε μείζον ζήτημα ένα θέμα καθαρά διοικητικό που έχει να κάνει με την εξυπηρέτηση του πολίτη και μόνο.
Ούτε καν με την Iστορία της Κρήτης , ούτε καν με τους αγώνες που έδωσαν επί αιώνες οι κάτοικοι αυτού του νησιού.
Το επιχείρημα από τη δυτική Κρήτη ότι υπάρχει ένας συμβολισμός στην υπόθεση των υπηρεσιών, στο θέμα της έδρας του Eφετείου έχει βάση. Και είναι σωστό.
Εκείνο που σίγουρα δεν έχει καμία λογική και δεν εδράζεται πουθενά ιστορικά είναι το ζήτημα της έδρας , της πρωτεύουσας της Κρήτης.
Για αιώνες ολόκληρους το Ηράκλειο ήταν η διοικητική , πολιτική , οικονομική και πολιτιστική πρωτεύουσα της Κρήτης.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Κρήτη αποτέλεσε από την εποχή των Ενετών μια ενιαία διοικητική περιφέρεια με το όνομα «Βασίλειο της Κρήτης» (Regno di Candia) παίρνοντας το όνομά της από την πρωτεύουσα του νησιού, Κάντια, που είναι φυσικά το Ηράκλειο.
Τα Χανιά για λόγους που θα εξηγήσουμε πήραν το 1851 την έδρα της Κρήτης αφού ο τότε Τούρκος πασάς ήθελε ένα πιο σίγουρο και ασφαλές λιμάνι.
Τα Χανιά έγιναν πρωτεύουσα της Κρήτης από τους Τούρκους ελέω…Σούδας που ήταν και είναι ένα πραγματικά ασφαλές λιμάνι-σήμερα είναι μάλλον στην ‘κατοχή’ των Αμερικάνων.
Η μεταφορά της έδρας
Μέχρι το 1830 η Κρήτη ήταν στην τουρκική κατοχή. Η Κρήτη ήταν Εγιαλέτι με πρωτεύουσα τον Χάνδακα όπου είχε και την έδρα του ο τοπικός διοικητής (σερασκέρης).
Το 1830 με το πρωτόκολλο του Λονδίνου παραχωρήθηκε στον αντιβασιλιά της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή. Παρέμεινε στα χέρια των Αιγυπτίων μέχρι το 1841 οπότε και με τη Συνθήκη του Λονδίνου οι ‘μεγάλοι’ ξανάδωσαν στην Υψηλή Πύλη την Κρήτη.
Ο Σουλτάνος Αμντούλ Μετζίτ διόρισε γενικό διοικητή της Κρήτης τον Μουσταφά Πασά ο οποίος το 1850 τον υποδέχτηκε στο νησί. Αυτό το ταξίδι ήταν καθοριστικό διότι τότε ο Σουλτάνος αντίκρισε για πρώτη φορά τη Σούδα και τον περίφημο κόλπο της.
Ήταν ένα φυσικός όρμος που κέντρισε το ενδιαφέρον του Σουλτάνου που θέλησε να φτιάξει ένα ναύσταθμο για να παίξει τον ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ των ευρωπαϊκών και αφρικανικών κτήσεων της Τουρκίας.
Ή ό,τι είχε μείνει στην πάλαι ποτέ ισχυρή Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η οποία κα κατέρρεε. Έβλεπε και είχε εχθρούς παντού. Τότε ελήφθη και η απόφαση. Να γίνει ο ναύσταθμος στη Σούδα και να πάει η πρωτεύουσα στα Χανιά για να είναι δίπλα στη Βάση, όπου ήδη άρχισαν να συγκεντρώνονται τα ξένα πλοία.
Η απόφαση ελήφθη μάλιστα στην Υψηλή Πύλη σε συνεδρίαση που έγινε υπό την προεδρία του Σουλτάνου παρουσία και των υπουργών Μουσταφά Ρεσήτ και Φουάτ Πασά με στόχο να εκτελεσθεί πριν κηρυχθεί ο Κριμαϊκός Πόλεμος.
Ο συνταχθείς μασματάς είναι ένα ιστορικό έγγραφο το οποίο δημοσίευσε ο Γ.Οικονομίδης, διευθυντής του Μεταφραστικού Γραφείου Ηρακλείου. Στο έγγραφο αυτό δικαιολογείται η μεταφορά της έδρας στα Χανιά επισημαίνοντας ότι «μόνον η έλλειψις καταλληλου λιμένος υπαγόρευσε την σκληράν ανάγκην μεταφοράς της έδρας»!
Στο μεσοδιάστημα ο Μουσταφά Πασάς εκλήθη στην Πόλη και έγινε…Μεγάλος Βεζύρης. Τίτλος τιμής που ουσιαστικά τον αποστράτευσε και του έκλεισε μια για πάντα την πόρτα της Κρήτης στην οποία έμεινε πολλά χρόνια-γι’αυτό τον ονόμασαν Μουσταφά Ναηλή Πασάς ο Γκηριτλής, δηλαδή Κρητικός.
Στη θέση του ήρθε ο Σαλήχ Βαμίμ Πασάς ο οποίος και εξετέλεσε οριστικά την απόφαση για μεταφορά της έδρας από το Ηράκλειο στα Χανιά. Εκείνη την εποχή τα Χανιά είχαν 5-6 χιλιάδες κόσμου.
Ακόμη όμως και αν πήραν την έδρα δεν μπόρεσαν να πάρουν τη δυναμική του Ηρακλείου που συνέχισε να αναπτύσσεται μέχρι και την εποχή που η έδρα επέστρεψε στη φυσική της θέση(το 1970).
Τα προηγούμενα χρόνια
Το Ηράκλειο έτσι κι αλλιώς ήταν πάντα πρωτεύουσα του νησιού. Από την εποχή των Μινωιτών ήταν το κέντρο, μέχρι και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το Βυζάντιο.
Η περίοδος της Ενετοκρατίας ξεκίνησε με την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 και την παραχώρηση της Κρήτης από το Λατίνο αυτοκράτορα στον Βονιφάτιο Μονφερατικό.
Ο τελευταίος, το 1210 πούλησε το νησί στους Βενετούς, που αφού αντιμετώπισαν με επιτυχία τις επιθέσεις των Γενουατών, κατάφεραν να εγκατασταθουν εκεί οριστικά το 1212 και να ορίσουν πρωτεύουσα του νησιού το Ηράκλειο.
Η Ενετοκρατία που διήρκεσε τέσσερις αιώνες περίπου διακρίνεται σε δυο υποπεριόδους. Η πρώτη φτάνει μέχρι το 1453, που οι Τούρκοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη και η δεύτερη μέχρι το 1669, όπου ύστερα από σκληρή πολιορκία 21 ετών πέρασε και η Κρήτη στα χέρια των Τούρκων.
Καθ' όλη τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, η Κρήτη γνώρισε σημαντική πληθυσμιακή ανάπτυξη καθώς οι Βενετοί επιδόθηκαν σε μια μεγάλη προσπάθεια εποικισμού της για την ενίσχυση της εκεί παρουσίας τους. Το νησί, γνωστό και ως "Βασίλειο της Κρήτης" διαιρέθηκε διοικητικά αρχικά σε έξι σεξτέρια και αργότερα σε τέσσερα διαμερίσματα.
Η εξουσία ασκούνταν από τον Δούκα (που είχε έδρα του το Ηράκλειο) τους συμβούλους του και τους ρέκτορες, ενώ ο ντόπιος πληθυσμός δεν είχε σχεδόν κανένα δικαίωμα και περιουσία.
Την εποχή εκείνη επιβλήθηκε Λατίνος αρχιεπίσκοπος και έγινε μεγάλη προσπάθεια περιορισμού της Ορθόδοξης Εκκλησίας και δήμευση της περιουσίας της.
Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας ξέσπασαν μια σειρά απελευθερωτικά κινήματα με κορυφαία αυτά των Σκορδίληδων, του Καλλέργη και των Μελισσηνών. Κατάφεραν να κερδίσουν κάποια προνόμια και δικαιώματα για τον ντόπιο πληθυσμό, όπως η συνθήκη του 1299 (Pax Alexii Callergi), που αναγνώρισε το δικαίωμα εγκατάστασης ορθόδοξου επισκόπου, ελεύθερης εγκατάστασης σε όλο το νησί και την απελευθέρωση των δουλοπάροικων.
Το κίνημα των αδερφών Καλλέργη βρήκε και την υποστήριξη Βενετών γαιοκτημόνων που δυσαρεστημένοι από τη σκληρή φορολογία συνέπραξαν για την ανακήρυξη του νησιού σε Αυτόνομη Δημοκρατία με το όνομα Δημοκρατία του Αγίου Τίτου.
Ωστόσο, παρά τις όποιες κινήσεις ανεξαρτησίας κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας το φεουδαρχικό σύστημα ήταν ιδιαίτερα πιεστικό για τους φτωχούς αγρότες που εργάζονταν ως δουλοπάροικοι στα κτήματα των πλουσίων γαιοκτημόνων.
Με την παρακμή του φεουδαρχικού συστήματος αναδείχθηκε σε ηγετική η τάξη των αστών εμπόρων και άρχισε πάλι να ενισχύεται η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το βασικό χαρακτηριστικό της Ενετοκρατίας ήταν η μεγάλη πολιτιστική ανάπτυξη, που έχει να επιδείξει σημαντικά δείγματα ζωγραφικής τέχνης της Κρητικής Σχολής, του θεάτρου, της λογοτεχνίας και της ποίησης-με πρώτο και καλύτερο το Ηράκλειο όπου δέσποσε μία μορφή, εκείνη του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Τέλος, εντυπωσιακή ήταν η ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής, με την ανέγερση επιβλητικών φρουρίων, οχυρωματικών και δημοσίων έργων.
Η πολιορκία
To 1645, 60.000 Τούρκοι με επικεφαλής τον Γιουσούφ Πασά αποβιβάστηκαν στην Κρήτη και κατέλαβαν τα Χανιά και το Ρέθυμνο. Μετά από σκληρή πολιορκία 21 ετών, στις 27 Σεπτεμβρίου 1669, ο Χάνδακας, το τελευταίο προπύργιο αντίστασης, παραδόθηκε από το Φραγκίσκο Μοροζίνι στον Τούρκο Αχμέτ Κιοπρουλή.
΄Ετσι, σχεδόν ολόκληρη η Κρήτη, έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Η περίοδος της Τουρκοκρατίας χαρακτηρίζεται από μεγάλες καταστροφές, δήμευση όλων των περιουσιών που περιήλθαν στα χέρια του Σουλτάνου και σκληρό διωγμό του ντόπιου χριστιανικού στοιχείου, παρά τα όποια προνόμια που είχε παραχωρήσει ο Μωάμεθ Β΄στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το μεγαλύτερο μέρος των εκκλησιών έγιναν τζαμιά και ο πληθυσμός σφαγιάστηκε και αιχμαλωτίστηκε.
Οι Κρητικοί που δεν εγκατέλειψαν το νησί, αν και ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες φτώχειας και καταπίεσης, αντιστάθηκαν με όλα τα μέσα που διέθεταν.
Το 1692 δεν δίστασαν να συμπράξουν με τους Βενετούς, σε μια τελικά αποτυχημένη προσπάθεια αποτίναξης του τούρκικου ζυγού, γεγονός που προκάλεσε τον εχθρό και στοίχησε τη ζωή πολλών χριστιανών.
Μια ανάλογη προσπάθεια έγινε υπό τη βοήθεια των Ρώσων το 1770, που όμως σφραγίστηκε κι αυτή με αίμα. Ωστόσο οι Κρητικοί δεν εγκατέλειψαν τον αγώνα.
Στο διάστημα 1821-24 το νησί απελευθερώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του και αν ο Αιγύπτιος Μεχμέτ Άλη δεν πρόστρεχε σε βοήθεια του Σουλτάνου όλο το νησί θα απελευθερωνόταν.
Οι συνθήκες που ακολούθησαν μετά τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους επέτρεψαν στο Σουλτάνο να τη δωρίσει στην Αίγυπτο μέχρι το 1840 .
ΠΗΓΕΣ
*Γ.Οικονομίδης, ‘Ελευθέρα Σκέψις»
*Ιστορία της Κρήτης, Μουρέλλος
*Η Τουρκοκρατία στην Κρήτη, Θεοχάρη Δετοράκη
*Η Κρήτη στη διάρκεια της Βενετοκρατίας, Χρύσα Μαλτέζου
* Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδοτική Αθηνών
* Λίτσα Χατζοπούλου, Κρήτη Ανδρών Κρηταγενών Χώρα, εκδ. Υπουργείου Εθνικής Αμύνης –
*Χρυσούλα Τζομπανάκη, ΄΄Θαλασσινή Τριλογία του Χάνδακα΄΄.
http://kakiasmeni.blogspot.gr/