Γεννήθηκα Νοέμβρη του 1962 στην Κρήτη. Οι ρίζες μου είναι στο Οροπέδιο Λασιθίου. Στο Τζερμιάδο μεγάλωσα, εκεί έμαθα και τα πρώτα γράμματα. Δεν έγινα δασκάλα όπως ονειρευόμουν όταν ήμουν παιδί. Με κέρδισε η Τουριστική Εκπαίδευση. Ζω και εργάζομαι στην Κέρκυρα. Μένω σταθερά αφοσιωμένη στην οικογένεια. Είμαι παντρεμένη και τιμούν τη ζωή μου δύο παιδιά. Καταθέτω την ευγνωμοσύνη μου στο φως και στο ταξίδι του, αυτό που δικαιώνει την αιωνιότητα, για να δικαιωθεί ταπεινά στη σιωπή και αθόρυβα στο καθαρό βλέμμα θυμίζοντας την αλμύρα, την πιο αρχαία γεύση ζωής στο δάκρυ.
Πιστεύω στην αγάπη. Συνηθίζω να κλείνω τα μάτια και να ταξιδεύω. Με γοητεύουν φεγγάρια, γιασεμιά, κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, όσο και τα ξεφτισμένα αποκόμματα από τις δαντέλες του παλιού καιρού.
Αγαπώ τα παιχνίδια και τα ταξίδια της μνήμης.
Αύγουστος με πανσέληνο, δεν είχα πάει ακόμη σχολείο. Όλο το βράδυ καθόμουν στο μπαλκόνι, δίπλα στο χιώτικο γιασεμί και κοίταζα με προσήλωση το γεμάτο φεγγάρι στο λόφο απέναντι, στον Κάστελο. Το ωραιότερο φεγγάρι που έχω δει ν’ ανατέλλει. Μου μιλούσε, ένα κάλεσμα ακριβό, μυστικό και πρωτόγνωρο. Λίγες ώρες αργότερα, είχα φύγει κρυφά, με πρόθεση όχι μόνο να είμαι πιστή στο ραντεβού, μα και να το ξεκρεμάσω από τον ουρανό, να το έχω για πάντα μαζί μου. Στην αγωνία μου, έφυγα ξυπόλητη. Λίγο πιο μακριά από το σπίτι μας, στον χωματόδρομο, με συνάντησε μια γειτόνισσα και με γύρισε πίσω. Έκλαιγα. Κανείς δεν πίστευε πως το ίδιο το φεγγάρι μου είχε ψιθυρίσει πως «ήταν το δικό μου Φεγγάρι…». Κι από τότε, όλο Αύριο, του υπόσχομαι.
Όταν κεντά η μνήμη, τη νοσταλγία και λάμπει ολόφωτη η Δίκτη, τότε πιο πολύ, θυμάμαι, τη γιαγιά μου τη Γαρυφαλιά, τη θεία Χαρίκλεια την αλαφροΐσκιωτη, τη θεία Δόξα, της σιωπής, την Αντιγόνη τη δασκάλα μου, την καθηγήτρια μου τη Σωσώ, τη μητέρα μου και μια υπόσχεση, εν ονόματι της αγάπης.
«Να νιώθεις τον ήλιο και τον άνεμο πάνω σου, ο λόγος σου να είναι από καρδιάς για να βρίσκει ανοικτή την πόρτα σε άλλη καρδιά και τότε ο δρόμος θα έρθει και θα σε βρει μόνος του», αυτό, μου ευχόταν με συγκίνηση η Γαρυφαλίτσα.
«Οι χαρές και οι λύπες είναι σαν τη σταυροβελονιά κόρη μου, κάνουν το κέντημα πιο όμορφο κι η καρδιά έχει τους λόγους της, που κρατά μυστικά του νου… » συμβούλευε η Χαρίκλεια και δεν είχε άδικο, μόνο που χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να την δικαιώσω.
«Κοίτα το φεγγάρι, πόσα λόγια και πόσα παράπονα κρατά, δες φαίνονται οι σκιές, μα σωπαίνει, γι’ αυτό λάμπει», έλεγε η Δόξα κι έπλεκε δαντέλες με ασημένια κρόσσια για τη σιωπή.
Η Αντιγόνη η δασκάλα, επέμενε: «με το λυχναράκι του Αύριο, να φέγγεις στο σήμερα».
Η Σωσώ, η καθηγήτρια, τόνιζε να διαλέγω τις λέξεις. Από τότε, με πολεμούν… Οι λέξεις. Γίνονται όχημα μαγείας, γι’ αυτό και δεν αναρωτιέμαι πια «γιατί γράφω;» Όπως αναπνέω, μιλάω, ονειρεύομαι, συμφιλιώνομαι με τη ζωή και τον θάνατο μαγικά, έτσι και η ανάγκη μου να γράφω. Ακουμπώ στο παρελθόν, όμως η λέξη που με καθορίζει είναι το «Αύριο…».
Η ευχή μιας μάνας αυστηρής και απόλυτης, κάποιες φορές γίνεται φωνή μυστική και μετά το «πρόσεχε !!», μου υπαγορεύει να αφήνομαι με εμπιστοσύνη, τώρα πια στη ζωή και να ασκούμαι περιμένοντας το καλό.
Καταλαβαίνω πως υπάρχει μέσα μου, μια μικρή τρεμάμενη φλόγα που γνωρίζει τι και πως αισθάνομαι και με οδηγεί σ’ ένα ξέφτι καταγάλανου ουρανού και χαίρομαι, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να νικήσω το φόβο. Αυτή η πρώτη φλόγα του Έρωτα, πάντα χορηγός εν ονόματι της Αγάπης…
Εξαιρετικά λίγες οι ψυχές, φίλοι, όμως αισθάνομαι πολύ τυχερή γιατί συνοδοιπορούμε μαζί ψάχνοντας μια σπίθα φως. Ανάμεσα τους και τα παιδιά μου, μεγάλη ευλογία να ανοίγω την καρδιά μου σε νέους ανθρώπους.
Οι πειρασμοί δεν θα πάψουν ποτέ να είναι εισβολείς στη ζωή μας, είτε μέσα από την έλξη της εξουσίας, είτε μέσα από τα καταναλωτικά αγαθά, είτε η εύκολη πρόκληση αναρρίχησης οπουδήποτε γυαλίζει και κάνει εντύπωση. Όλοι οι άλλοι πειρασμοί είναι ασκήσεις. Ασπίδες ναι, φυσικά και έχουμε. Η αυτογνωσία, η αγάπη, η υπομονή, η συνείδηση, η αίσθηση της ευθύνης, η αλληλεγγύη και η ενσυναίσθηση ίσως, μια ξεχασμένη αρετή.
Η απαξίωση της ζωής προσβάλει την καρδιά και την αισθητική μου, με όποιο ερέθισμα και αν φτάνει.
Για να συνεχίσει κανείς τον αγώνα, πρέπει να αγαπά με πάθος τη μέρα και να είναι σε επαγρύπνηση τη νύχτα.
Κάθε μέρα είναι αληθινή η Χαρούλα Βερίγου – Ζωή Δικταίου, σίγουρα τώρα πια στην ωριμότητα με πιο αποτελεσματικές δράσεις, όμως ακόμη ονειρεύομαι και φυσικά δεν θα πάψω ποτέ. Αύριο… η Ζωή , με κόκκινα σαντάλια, από τα μωβ του Λιβυκού, στο φως.
Η ραχοκοκαλιά της ζωής είναι η καλοσύνη
Η Ποίηση, μου θυμίζει την ανάγκη της αρμονίας.
Η Μοίρα είναι προσωπική υπόθεση για τον καθ’ ένα χωριστά, ακόμη και για τους λογοτεχνικούς ήρωες.
Η γραφή λειτουργεί αυτόματα. Πιέζεται η ψυχή και αποτυπώνεται στο χαρτί, καμιά φορά με πολλές μουτζούρες.
Παλιομοδίτισα είμαι και μοναχική. Μου αρέσει η βροχή. Προτιμώ τη μωβ ομπρέλα, μα έχω πάντα και μια κόκκινη, για να μπορώ να πληγώνω τις άφεγγες νύχτες το σκοτάδι. Από τούτο το πληγωμένο σκοτάδι, με τις σπίθες που μαζεύω γράφω. Κάπως έτσι ήρθαν στο φως τα παρακάτω βιβλία:
- Μια κούρσα για τη Χαριγένεια
Η κοινωνία ποτέ δεν τους χωράει όλους, γι’ αυτό έχει δημιουργήσει το περιθώριο, για να στέλνει κάποιους εκεί. Όμως, τυχαίνει καμιά φορά κι αυτό το περιθώριο σημαίνει ό,τι και η κορνίζα στις φωτογραφίες των αγαπημένων μας. Συμβαίνει, επειδή η φύση της αγάπης μπορεί να κρύβεται οπουδήποτε, ακόμη κι εκεί.
Τη δεκαετία του εβδομήντα, η Χαριγένεια, έρχεται από το πουθενά κι από το περιθώριο και εγκαθίσταται με τη μητέρα και τα δυο της παιδιά στην Κρήτη. Την παρουσία της στη γειτονιά αντιλαμβάνονται πρώτα δυο μάτια καθαρά, της μικρής Ζωής. Μέσα από το βλέμμα και την αισθητική του παιδιού, έτσι όπως μεγαλώνει και εξελίσσεται στο χρόνο, καταγράφεται η διαδρομή της ζωής αυτής της γυναίκας και των ανθρώπων που συναναστρέφεται σε κωμικοτραγικές ή και ακραία τραγικές καταστάσεις.
Η Χαριγένεια θα ζήσει τα πάντα, από ένα «αθώο» χαστούκι μέχρι τη βαριά σωματική βία, αλλά και τον έρωτα. Με αντάλλαγμα τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής της και με όρκο σιωπής, (στη διάρκεια της χούντας) θα ανταποκριθεί σε μια απρόσμενη πρόταση. Το τίμημα ακριβό. Ένα μενταγιόν, τα όνειρα και το τυχαίο θα καθορίσουν τη σχέση ανάμεσα στη Ζωή και στη Χαριγένεια στα σαράντα χρόνια που θα ακολουθήσουν μετά τον Ιούλιο του 1974.
Όταν θέλει η ζωή να σε λυτρώσει, σου ανοίγει την πόρτα σε έναν καινούριο παράδεισο, εκεί που το αχ του έρωντα ξοδεύεται στη μνήμη του νερού, για να κυλάει ο Αχέροντας με τον καιρό της αγάπης, όταν το τέλος έρχεται απλά και ανώδυνα προοικονομημένο από τη φύση.
Έγραψε για το βιβλίο η μεγάλη κυρία της λογοτεχνίας Αλκυόνη Παπαδάκη: Ένα αξιόλογο βιβλίο γεμάτο αισθήματα και εικόνες ζωντανές, σαν πίνακες ζωγραφικής. Σε ταξιδεύει, σε μαγεύει, σου αποκαλύπτει βαθιά κρυμμένες πτυχές της ψυχής.
- Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο
Η ελληνική κοινωνία έχει να θυμάται πολλές τραγικές περιπτώσεις σαν αυτή της ηρωίδας του βιβλίου, της Ζωής. Το ‘τι θα πει ο κόσμος’ και ‘αυτό είναι για το καλό σου και το ξέρω μόνο εγώ’ ταλαιπώρησαν γενιές. Ο έρωτας κρίθηκε διακοσμητικός και ενδιαφέρον μόνο ως ανάγνωσμα, όχι σαν στάση ζωής.
Κι αν σταθείς τυχερός και τον συναντήσεις στη ζωή σου, οφείλεις να τον προσπεράσεις… Αυτό επέβαλλαν οι κανόνες, όχι πολλές δεκαετίες πριν.
Έρωτας γητευτής δίνει νόημα στη Ζωή, αποπνέοντας ένα ιδιαίτερο πνευματικό άρωμα, γι’ αυτό και του αφήνεται με εμπιστοσύνη. Μαθαίνει να ονειρεύεται και μεταμορφώνεται απολαμβάνοντας τη μουσική και τη ζωγραφική. Ξυπνά από την άφεγγη νύχτα και κλείνει ξανά, ραντεβού με το φως στα μάτια του.
Στα μάτια του Αλέξανδρου, τα γεμάτα μελαγχολία και μυστήριο, όλα είναι ξεκάθαρα. Τα δικά της, συχνά σκοτεινιάζουν από φόβο κι ας ακούει, την ίδια κάθε φορά υπόσχεση, «Αύριο νυχτώνει φθινόπωρο».
Η εξαιρετική ελευθερία που αντλεί από τον Έρωτα θα την οδηγήσει στη σύγκρουση με το οικογενειακό περιβάλλον. Για τη Ζωή, είναι δεδομένο πως η ικανότητα της ανθρώπινης φύσης να αλλάζει και να εξελίσσεται, είναι ατελής χωρίς τον Έρωτα, την Τέχνη και την Αγάπη.
Για τη μητέρα της πάλι, ακριβώς το αντίθετο, «χρειάζεσαι έναν άνθρωπο οικονομικά εύρωστο και διασφαλίζεις τα πάντα» συνηθίζει να λέει. Ο θείος και ο εξάδελφος Αντώνης, έχουν εντολή να την «προστατεύουν», φυσικά αστυνομεύοντας τις κινήσεις της. Άνθρωποι γεμάτοι εγωισμό, καχυποψία, εκδικητικότητα. Είναι εκείνοι που θα επιβεβαιώσουν την πραγματικότητα του κακού, όταν τυφλωμένοι από μίσος, δεν θα διστάσουν να παραδώσουν στις φλόγες το ατελιέ του Αλέξανδρου και να χτυπήσουν ανελέητα τον ίδιο.
Η πλοκή εξελίσσεται μέσα από έντονη συναισθηματική φόρτιση, με ακραίες σκηνές οικογενειακής βίας. Θα ζήσουν όμως και οι δυο τους, στιγμές πρωτοφανείς, σε μια εξιδανικευμένη ερωτική συνάντηση, εκεί που ο ενθουσιασμός και η περηφάνια συναντιούνται με το ήθος και την ψυχική ολοκλήρωση.
Η συνείδηση θα φέρει μεγαλύτερο πόνο από τον ίδιο τον όλεθρο και την απώλεια στη Ζωή. Μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, θα γλιτώσει από το αρρωστημένο οικογενειακό περιβάλλον.
Στην καρδιά της, που δεν περιορίζεται από τον ανθρώπινο παράγοντα και το χρόνο, θα κρατήσει οικεία την εικόνα του με σεβασμό.
Έγραψε για το βιβλίο η κυρία Φανή Τσιαντίκου – Κωνσταντάκου,
Εκπαιδευτικός, Ποιήτρια: Γιατί υπάρχουν και οι κορυφαίοι, οι αξεπέραστοι έρωτες που μπορεί κανείς να ζήσει μόνο μια φορά. Έρωτες που αφήνουν ανεκπλήρωτα τα πιο μεγάλα «θέλω», που σημαδεύουν με τον τρόπο που μόνο ένας Έρωτας μπορεί. Ο λυρισμός μπορεί να ανθίζει ακόμα και στο βράχο της στεγνής από συναίσθημα εποχής μας. Ωδή στον Έρωτα που μπορεί να μας συντροφεύει… Αύριο.
- Ιστορίες για φεγγάρια, παιδική λογοτεχνία
Αφήνεις το βλέμμα να γυρίσει πίσω, εκεί που ακόμη οι ψυχές φορούν το πανωφόρι της αθωότητας και λένε ιστορίες. Πόσο απλά, με τη μυρωδιά της νοτισμένης γης κάνεις ταξίδια πίσω απ’ το χρόνο στον καιρό της αγάπης. Αναπολείς μ’ ένα συναίσθημα θολό, μα γνωρίζοντας πως τίποτα δεν σε χωρίζει από το φως.
Χρώματα και φαντασία, ακόμη και στην ουρά ενός κομήτη μ’ ένα ποδήλατο, στα ίδια μέρη, στις ίδιες διαδρομές, εκεί που τρέχουν τα όνειρα.
Γράφεις, φυσάει αεράκι δροσερό, τόσο όσο χρειάζεται για να γέρνει η καρδιά σε μια θύμηση, σε μια σκέψη, για να ανοίγει το παράθυρο της νοσταλγίας, για να αγιάζουν οι στιγμές από το σημειωματάριο της μνήμης.
Τελικά!
Αγαπώ τις λέξεις…
Οι λέξεις μόνο δεν θα με προδώσουν
Τώρα πια φορώ τη Ζωή από την καλή και την προσέχω, και την πάω και με πάει και να δεις… μου πάει τελικά.
Δημοσιευμένα ποιήματα και διηγήματα με το ψευδώνυμο Ζωή Δικταίου.
Δισκογραφική συνεργασία με Γιάννη Νικολάου, Νίκο Ανδρουλάκη και Γιώργη Κοντογιάννη.
Αύριο εν ονόματι της αγάπης
Αύριο στο φως
Κέρκυρα 21 Ιουνίου 2017
Από καρδιάς
Χαρούλα Βερίγου ( Ζωή Δικταίου )