Πορτοκάλια σε περιοχές της Κρήτης απο ην περιοχή του Κερίτη ποταμού και της ευρύτερης περιοχής του κάμπου Αλικιανός, Βατόλακος, Κυρτωμάδο, Πλατανιάς κ.α..
αλλά και απο την περιοχή του Ηρακλείου στο Φόδελε όπου κάθε χρόνο διοργανώνουν γιορτές πορτοκαλιού.
Είναι αγγείοσπερμο δικοτυλήδονο αειθαλές φυτό που το ύψος του δεν ξεπερνά τα 8 μέτρα. Σπάνιες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί που ξεπέρασαν τα 8 μέτρα. Ανήκει στην κατηγορία των εσπεριδοειδών και ο καρπός του είναι σφαιρικός ή ωοειδές χρώματος πορτοκαλί . Η φλούδα και η σάρκα του καρπού είναι χοντρή η λεπτή, πορτοκαλή η κόκκινη ανάλογα με την ποικιλία του φυτού . Επίσης η σάρκα του καρπού χωρίζεται σε τμήματα που λέγονται σκελίδες ή φέτες και κάθε φέτα περιβάλλεται από ινώδη ιστό λευκού χρώματος που ονομάζεται Ράκος. Στο εσωτερικό της κάθε φέτας υπάρχουν πολλά χωρίσματα και μέσα σε αυτά κύτταρα γεμάτο από χυμούς και μέχρι τρία (3) σπόρια ανάλογα με την ποικιλία. Η γεύση από το χυμό των καρπών είναι γλυκία η γλυκόξινη με λίγο ή πολύ άρωμα ανάλογα την ποικιλία και την ποιότητα. Η φλούδα του καρπού φέρει αδενώδη στίγματα που παράγουν αρωματικά αιθέρια έλαια και καμία φορά αυτά εισχωρούν στην σάρκα με αποτέλεσμα στην γεύση να αφήνει μια πικρία.
Η ‘’εξημέρωση’’ της άγριας πορτοκαλιάς φαίνεται πως έχει γίνει εδώ και τουλάχιστον 4.000 χρόνια, σε Κίνα και Ινδία. Στην Ευρώπη ήρθε τον 14ο-15ο αιώνα αλλά παρόλα αυτά μέχρι και τον 18 αιώνα καλλιεργούνταν μόνο ως καλλωπιστικό είδος, λόγω της άγνοιας των ανθρώπων για τις πολλαπλές ευεργετικές ιδιότητες του πορτοκαλιού.
Θρεπτική αξία του πορτοκαλιού
Δε γνώριζαν δηλαδή πως είναι πλούσιο σε βιταμίνη C, β-καροτίνη, φολικό οξύ, φυτικές ίνες ενώ περιέχει αντιοξειδωτικές ουσίες και άλατα. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη χαμηλή περιεκτικότητα σε ενέργεια, λιπαρά και υδατάνθρακες, καθιστούν το πορτοκάλι ιδανική τροφή για τους παχύσαρκους και διαβητικούς ενώ ταυτόχρονα η τακτική κατανάλωσή του προλαμβάνει πολλές ασθένειες του ανθρώπου.
Στη χώρα μας η πορτοκαλιά καλλιεργείται σε έκταση περίπου 360.000στρ, με μέση παραγωγή το 1 εκατομμύριο τόνους ετησίως. Θα τη συναντήσουμε κυρίως στους νομούς Λακωνίας, Αργολίδας, Αιτωλοακαρνανίας, Ηλείας και σε μικρότερες εκτάσεις σε Χανιά και Άρτα.
Μορφολογία του δέντρου
Όπως και τα υπόλοιπα εσπεριδοειδή, η πορτοκαλιά δε ρίχνει τα φύλλα της το χειμώνα, τα οποία (αναλόγως με την ποικιλία) είναι μεσαίου μεγέθους, ελλειψοειδή, πλατιά, λεία, έντονα πράσινα και στα μεγάλα δέντρα είναι πυκνά. Ο κορμός είναι όμορφος, ίσιος και λείος και οι ρίζες απλώνονται πλούσιες σε αρκετή έκταση, κυρίως σε πλάτος και όχι τόσο πολύ σε βάθος. Η πορτοκαλιά δεν ψηλώνει περισσότερο από τα 7-8μ., ωστόσο με τακτικό κλάδεμα εύκολα την κρατάμε στο ύψος που θέλουμε, ακόμα και σε τέτοιο μέγεθος ώστε να χωρέσει σε μια μεγάλη γλάστρα. Τα λευκά και μεγάλα λουλούδια της βγαίνουν μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες την άνοιξη και έχουν πολύ ευχάριστο άρωμα, με την ανθοφορία να κρατά περισσότερο από 1 μήνα. Όλα τα παραπάνω καθιστούν ‘’επιβεβλημένη’’ την παρουσία μιας πορτοκαλιάς στον κήπο μας, χωρίς να υπολογίσουμε και τους καρπούς που θα μαζέψουμε από το φθινόπωρο και μετά!
Ποικιλίες
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ξεχωρίσει κάποιος τις ποικιλίες πορτοκαλιάς μεταξύ τους. Ένας από αυτούς, τις κατηγοριοποιεί σε 4 ομάδες:
Ομφαλοφόρες: στο σημείο απέναντι από τον ποδίσκο (κοτσάνι) ο φλοιός των πορτοκαλιών δημιουργεί πτυχές και μοιάζει με ένα μεγάλο ή μικρό εξόγκωμα, που ονομάζεται ομφαλός. Η σάρκα τους είναι τραγανή, τα κουκούτσια απουσιάζουν εντελώς ή είναι πολύ λίγα, συνήθως η φλούδα είναι χοντρή και διαχωρίζεται εύκολα από τη σάρκα του καρπού. Έχουν πλούσια και ευχάριστη γεύση, πιο γλυκιά από αυτήν των κοινών πορτοκαλιών και είναι συνήθως μεγαλύτερα σε μέγεθος από αυτά. Για το λόγο αυτά τα ομφαλοφόρα πορτοκάλια θεωρούνται περισσότερο κατάλληλα για επιτραπέζια κατανάλωση, καθώς ο χυμός τους έχει μια ελαφρά ξινή γεύση λόγω της παρουσίας της λιμονίνης (ωστόσο, πολλοί στύβουν και για χυμό τα ομφαλοφόρα). Τα πιο διαδεδομένα ομφαλοφόρα πορτοκάλια είναι οι ποικιλίες:
- Washington Navel (Ουάσινγκτον Νάβελ ή Μέρλιν): τα γνωστά μας Μέρλιν είναι η περισσότερο καλλιεργούμενη ποικιλία στην Ελλάδα. Τα Μέρλιν κόβονται από Νοέμβριο και ως Μάρτιο, είναι μεγάλα και σφαιρικά, χωρίς κουκούτσια, με μεγάλο ομφαλό και έντονα πορτοκαλί χρώμα φλούδας. Η σάρκα είναι ευχάριστη και τραγανή, με ιδιαίτερο άρωμα αλλά αν τα στύψουμε δε βγάζουν πολύ χυμό.
- Navelina (Ναβελίνα):επιλέγουμε την ποικιλία αυτή αν θέλουμε πρώιμα πορτοκάλια ή αν στο σημείο που θα φυτέψουμε το ‘’δέρνουν’’ οι αέρηδες, καθώς αντέχει στους ανέμους περισσότερα από άλλες πορτοκαλιές. Κόβουμε τα πορτοκάλια από τον Οκτώβριο και ως τον Ιανουάριο. Η φλούδα είναι λεία, με μικρό ομφαλό, το μέγεθος του καρπού είναι μέτριο προς μεγάλο και το σχήμα του ελαφρά ωοειδές. Σε σχέση με τα Μέρλιν έχουν κάπως λιγότερο γλυκιά γεύση αλλά μας δίνουν περισσότερο χυμό και δεν έχουν κουκούτσια. Να θυμόμαστε πως Οκτώβριο και Νοέμβριο, ενώ έχουν ωριμάσει οι καρποί και μπορούν να καταναλωθούν, το χρώμα της φλούδας παραμένει ακόμα ελαφρά πράσινο ενώ με την πάροδο του χρόνου γίνεται κοκκινοπορτοκαλί
- New Hall (Νιου Χολ): ισχύουν τα ίδια με τη Ναβελίνα, όσον αφορά την πρωιμότητα (το πρώτο πορτοκάλι που θα βρούμε στην αγορά), την ανθεκτικότητα στους ανέμους, το μέγεθος του καρπού και το χρώμα στα πορτοκάλια που πρωτοωριμάζουν. Με πολύ γλυκιά και ευχάριστη γεύση, είναι ιδανικό πορτοκάλι για επιτραπέζια χρήση.
Κοινά πορτοκάλια:
Τα χαρακτηριστικά της ομάδας αυτής είναι πως η συγκομιδή ξεκινά 1-2 μήνες πιο αργά από τα ομφαλοφόρα, η σάρκα των πορτοκαλιών έχει ξανθό χρώμα, υπόξινη γεύση και συνήθως έχουν αρκετά κουκούτσια, χωρίς ομφαλό. Είναι κατάλληλα περισσότερο για χυμό, παρά για επιτραπέζια χρήση.
- Salustiana (Σαλουστιάνα): τα πορτοκάλια αυτά ωριμάζουν από τα τέλη Νοεμβρίου και μετά. Είναι μέσου μεγέθους, με φλούδα μετρίου πάχους και χρώμα τυπικό πορτοκαλί. Η σάρκα τους είναι μαλακή με ελάχιστα ή καθόλου κουκούτσια και η γεύση τους γλυκιά και ευχάριστη ενώ δίνουν πλούσιο χυμό. Κατάλληλη ποικιλία για χυμό και επιτραπέζια χρήση.
- Valencia (Βαλέντσια): είναι η πιο όψιμη πορτοκαλιά, δηλαδή τα πορτοκάλια ωριμάζουν από Μάρτιο-Απρίλιο και οι καρποί παραμένουν στο δέντρο ως τον Σεπτέμβριο, κάποιες φορές όμως (σε δροσερές περιοχές) ως και τον Νοέμβριο! Είναι ανθεκτικά δέντρα στις δύσκολες περιβαλλοντικές συνθήκες και στις ιώσεις. Το πορτοκάλι αυτό έχει μεσαίο μέγεθος, επίμηκες προς σφαιρικό σχήμα, παχύ και χοντρό φλοιό, ελάχιστα κουκούτσια με ευχάριστη και υπόξινη γεύση. Αν δε μαζευτούν οι καρποί την άνοιξη, το καλοκαίρι ξαναπαίρνουν ένα ελαφρύ πράσινο χρώμα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν μπορούν να καταναλωθούν. Τα στύβουμε για χυμό αλλά τρώγονται και νωπά.
- Κοινά ελληνικά: με κάποια δυσκολία θα βρούμε στα φυτώρια και παλιές ελληνικές ποικιλίες κοινών πορτοκαλιών, όπως το Κοινά Άρτας, Χανιών, Σπάρτης κ.α. Τα πορτοκάλια αυτά έχουν χοντρή και ανώμαλη φλούδα, είναι μικρότερα από τα ομφαλοφόρα και καθώς έχουν πολλά κουκούτσια και κάπως ξινή γεύση, κάνουν περισσότερο για χυμό παρά για νωπή επιτραπέζια χρήση. Ωριμάζουν από τέλη Νοεμβρίου και μετά.
Αιματόσαρκα πορτοκάλια (αλλιώς, Σαγκουίνια):
Δεν έχουν ομφαλό και μοιάζουν αρκετά με τα κοινά πορτοκάλια. Η βασική τους διαφορά με τα κοινά είναι πως λόγω της παρουσίας ανθοκυανών έχουν κόκκινο χρώμα στο φλοιό, στη σάρκα και στο χυμό τους, ιδιαίτερα στις πιο κρύες περιοχές. Πρόκειται για μεσαίου μεγέθους πορτοκάλια, σχήματος σφαιρικό προς ελλειψοειδές, με καθόλου ή λίγα κουκούτσια και δίνουν πλούσιο χυμό αν τα στύψουμε. Λόγω κλιματικών παραγόντων, κάποιες φορές ο κόκκινος χρωματισμός δεν είναι ομοιόμορφος σε όλη την έκταση του καρπού, κάτι όμως που δεν πρέπει να μας ανησυχεί.
Επιλέγουμε μια από τις ποικιλίες Moro (Μόρο), Tarocco (Ταρόκο) ή Γουρίτσης. Με αυτή τη σειρά ωριμάζουν και το πορτοκάλια των ποικιλιών αυτών, με την Μόρο να ξεκινάει από τον Δεκέμβριο.
Γλυκόχυμα πορτοκάλια:
Είναι διάφορες ποικιλίες που όλες μαζί τις ονομάζουμε ‘’Ντόλτσο’’. Πολύ δύσκολα θα κερδίσουν την προτίμησή μας, γιατί ναι μεν έχουν πλούσιο χυμό και είναι γλυκά πορτοκάλια (η περιεκτικότητα σε κιτρικό οξύ είναι πολύ μικρή), ωστόσο έχουν αδιάφορη ως άνοστη γεύση και χαμηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη C.
Μικρές αλλά σημαντικές πληροφορίες
- Το δέντρο ‘’Calamondine (Καλαμοντίν)’’ δεν είναι πορτοκαλιά αλλά υβρίδιο μεταξύ ενός είδους μανταρινιάς με είδος κουμ-κουάτ και ονομάζεται επιστημονικά Citrofortunella microcarpa. Έχει μικρότερο μέγεθος από την πορτοκαλιά (ύψους 3-5μ.) και οι καρποί του που μοιάζουν με το πορτοκάλι χρησιμοποιούνται κυρίως για να δίνουν άρωμα σε φαγητά και λικέρ. Είναι κατάλληλο είδος για καλλιέργεια σε γλάστρα.
- Αν δεν έχουμε κήπο ή διαθέσιμο χώρο σε αυτόν, μπορούμε να καλλιεργήσουμε την πορτοκαλιά σε μεγάλη γλάστρα αλλά πάντα σε απευθείας έκθεση στον ήλιο ενώ θα απαιτηθούν πιο συχνά και πιο αυστηρά κλαδέματα. Για το σκοπό αυτό αγοράζουμε από το φυτώρια δέντρα που το σημείο εμβολιασμού τους δεν απέχει πολύ από τη μπάλα χώματος (λιγότερο από 50-60εκ., ρωτάμε σχετικά στα φυτώρια).
Κλίμα
Η πορτοκαλιά ευδοκιμεί μεταξύ 40ο βορείου και 40ο νοτίου γεωγραφικού πλάτους, δηλ. στις τροπικές, υποτροπικές και εύκρατες περιοχές, όπου οι χειμώνες δεν είναι βαρείς και το κλίμα γενικά είναι ζεστό και δροσερό. Καλλιεργείται από τα πεδινά ως και το υψόμετρο των 400μ. και δεν αντέχει του παγετούς (σε θερμοκρασίες κάτω από τους -3οC αρχίζουν οι σοβαρές ζημιές στην παραγωγή και στα δέντρα). Είναι λιγότερο ανθεκτική στο κρύο από τη μανταρινιά αλλά έχουν την ίδια ευαισθησία με αυτήν στους δυνατούς ανέμους.
Πολλαπλασιασμός
Γίνεται με εμβολιασμό της επιθυμητής ποικιλίας σε ένα ανθεκτικό υποκείμενο-σπορόφυτο. Για να είμαστε βέβαιοι πως η πορτοκαλιά που θα έχουμε θα είναι απαλλαγμένη από ιώσεις και άλλες αρρώστιες αλλά και ότι θα είναι στα σίγουρα η ποικιλία που θέλουμε, είναι προτιμότερο να αγοράζουμε έτοιμα-εμβολιασμένα σπορόφυτα από τα φυτώρια.
Αν έχουμε παλιό δέντρο από πορτοκαλιά, λεμονιά ή μανταρινιά, μπορούμε να κόψουμε τους μεγάλους βραχίονες στο σημείο της διασταύρωσης με τον κεντρικό κορμό και να εμβολιάσουμε με εμβόλιο που θα πάρουμε από ένα άλλο, ενήλικο και απόλυτα υγιές δέντρο πορτοκαλιάς, που θα έχει την ποικιλία που επιθυμούμε. Η μέθοδος αυτή όμως, απαιτεί κάποιες γνώσεις και εμπειρία για να έχει επιτυχία.
Κλάδεμα
Όπως σε όλα τα οπωροφόρα δέντρα, τα κλαδέματα στην πορτοκαλιά είναι 3 ειδών: κλάδεμα μόρφωσης (τα πρώτα 3-4 χρόνια από το φύτευση κλαδεύουμε ώστε να σχηματίσουμε το σχήμα του δέντρου), κλάδεμα καρποφορίας (γίνεται στα ενήλικα δέντρα, για να κρατήσουμε σε ισορροπία το ισοζύγιο βλάστησης-καρποφορίας) και το κλάδεμα ανανέωσης (αυστηρό κλάδεμα που γίνεται σε γερασμένα, άρρωστα ή παραμελημένα δέντρα ή σε αυτά που θέλουμε να περιορίσουμε δραστικά το μέγεθος τους). Η πορτοκαλιά έχει την τάση να βγάζει λαίμαργους βλαστούς σε όλη τη διάρκεια της βλάστησης, οι οποίοι είναι περιττοί και πρέπει να αφαιρούνται τακτικά, με το λεγόμενο κλαδοκάθαρο. Ως γενική αρχή, το κλάδεμα στην πορτοκαλιά δεν πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηρό και απαιτεί κάποια εμπειρία (ζητάμε από αγρότη ή γεωπόνο να μας βοηθήσει στα πρώτα μας κλαδέματα). Το κλάδεμα γίνεται τέλος χειμώνα με αρχές άνοιξης, προτού ξεκινήσει η καινούργια βλάστηση και προσέχουμε να μη γίνεται με βροχερό και υγρό καιρό (από τις πληγές του κλαδέματος μπορεί να εισέλθουν διάφορα παθογόνα, γιαυτό τις μεγάλες τομές τις αλείφουμε με ειδική πάστα επούλωσης και μόλις τελειώσουμε ψεκάζουμε τα δέντρα με χαλκούχο σκεύασμα, υλικά που θα βρούμε στα καταστήματα γεωργικών εφοδίων). Το κλαδοκάθαρο γίνεται από την άνοιξη και ως το φθινόπωρο.
Πότισμα
Η πορτοκαλιά χρειάζεται νερό από την άνοιξη ως τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές. Η συχνότητα και η δόση των αρδεύσεων εξαρτάται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες και από το έδαφος. Έτσι, τους ξηρούς καλοκαιρινούς μήνες απαιτούνται 3-7 ποτίσματα ανά μήνα. Για μεμονωμένα δέντρα επιλέγουμε την εύκολη λύση, δηλαδή τη δημιουργία κυκλικού αυλακιού/λεκάνης γύρω από το δέντρο, ώστε να συγκρατεί το νερό που θα ρίχνουμε με λάστιχο. Αν έχουμε πολλά δέντρα, μπορούμε να εφαρμόσουμε πότισμα με σταγόνες ή με χαμηλά μπεκ. Σε κάθε περίπτωση, τα ποτίσματα πρέπει να γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και να μην υπερβάλλουμε στις δόσεις, ειδικά αν από το έδαφός μας δε στραγγίζει καλά και σχετικά γρήγορα το νερό. Τέλος, φροντίζουμε να μη βρέχουμε το λαιμό των δέντρων (το σημείο του κορμού κοντά στο έδαφος) γιατί μπορεί η πορτοκαλιά μας να προσβληθεί από σοβαρά παθογόνα που προσβάλλουν το λαιμό και τις ρίζες των δέντρων (αν δεν αντιμετωπίσουμε τις προσβολές γρήγορα, μπορεί να ξεραθεί το δέντρο μας).
Συγκομιδή – Αποθήκευση
Η ωρίμανση των πορτοκαλιών εξαρτάται κυρίως από την ποικιλία που έχουμε (ρωτάμε σχετικά στο φυτώριο από όπου θα αγοράσουμε το δέντρο μας). Ευτυχώς για εμάς, οι περισσότερες ποικιλίες της πορτοκαλιάς έχουν την τάση να κρατούν για αρκετό καιρό τους καρπούς στα δέντρα (ακόμα και για λίγους μήνες) χωρίς να καταστρέφονται οι καρποί, οπότε μπορούμε να κόβουμε σταδιακά τα πορτοκάλια και όχι όλα μαζί. Ωστόσο, η καλύτερη ποιότητα (γεύση και θρεπτική αξία) των καρπών είναι όταν κοπούν και καταναλωθούν σύντομα από την εποχή που έχουν ωριμάσει. Στο οικιακό ψυγείο διατηρούνται για λίγες εβδομάδες, αρκεί η θερμοκρασία να μην είναι μικρότερη των 3οC και οι καρποί να είναι υγιείς (ένας μουχλιασμένος καρπός θα μεταδώσει την ασθένεια και στους υπόλοιπους).
Διαλέγουμε για χυμό τους μικρότερους καρπούς, καθώς αυτοί έχουν περισσότερο χυμό. Ο χυμός καταναλώνεται άμεσα για να μη χάσει τη θρεπτική του αξία, αλλιώς αμέσως μετά τη στύψη συντηρείται στην κατάψυξη για αρκετούς μήνες.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ