ΤΟ ΙΕΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΜΟ ΤΟΥ ΛΟΦΟΥ ΧΑΛΑΣΜΕΝΟΥ ΝΟΜΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ - Κρήτη πόλεις και χωριά

Κρήτη πόλεις και χωριά

Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟ INTEΡNET - www.kritipoliskaixoria.gr

.........
Επικοινωνήστε μαζί μας - kritipolis@hotmail.com
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

ΤΟ ΙΕΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΜΟ ΤΟΥ ΛΟΦΟΥ ΧΑΛΑΣΜΕΝΟΥ ΝΟΜΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ

Ιερό και Μέγαρα στον οικισμό του Χαλασμένου στο Μοναστηράκι
του Λεωνίδα Ι. Κουδουμογιαννάκη
Χαλασμένος είναι το όνομα ενός ευδιάκριτου στρογγυλεμένου λόφου που δεσπόζει μεταξύ του παραδοσιακού οικισμού Μοναστηράκι και του μοναδικού σε άγρια ομορφιά φαραγγιού Χα, βορειανατολικά του ισθμού της Ιεράπετρας.
Η θέση Χαλασμένος στη βορειοανατολική πλευρά του ισθμού της Ιεράπετρας, που αποτελεί το στενότερο και χαμηλότερο πέρασμα του νησιού από το βορρά προς το νότο και συνδέει το Αιγαίο με το Λιβυκό πέλαγος είναι σημαίνουσα. Η θέση μας φιλεύει με μια θέα που φτάνει μέχρι τον Αφορεσμένο, ακρωτήρι στο βορά του κόλπου του Μεραμβέλου και νότια μέχρι το Λιβυκό πέλαγος.
Μια πυρκαγιά που ξέσπασε ανήμερα της Παναγίας στις 15 Αυγούστου 1989 και κατέκαψε ένα μεγάλο κομμάτι του πανέμορφου δάσους της Θρυπτής ήταν η αιτία να αποκαλυφθούν μέσα από στάχτες και κάρβουνα τα σημάδια ένας σημαντικού οικισμού του 12ου π.Χ. αιώνα,  με μεγάλα ορθογώνια κτίρια (μέγαρα), δημόσιο ιερό, με σπάνια αγγεία, ευρήματα που δηλώνουν το τέλος της εποχής του χαλκού, στην έσχατη περίοδο του Μινωικού πολιτισμού.
Στη διάρκεια επιφανειακής έρευνας που πραγματοποιήθηκε τα έτη 1989-1990, οι D.C. Haggis και K. Nowicki, εντόπισαν τη θέση και προχώρησαν στη δημοσίευση, μαζί με την γειτονική θέση «Καταλύματα».
Από το 1990, η αρχαιολόγος της ΚΔ’ Εφορίας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων κ. Μεταξία Τσιποπούλου, άρχισε να ενδιαφέρεται για την περιοχή του Ισθμού της Ιεράπετρας. Το 1992 μαζί με τον αείμνηστο αρχαιολόγο William Coulson της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής ξεκίνησαν τις ανασκαφές οι οποίες συνεχίστηκαν για τρείς περιόδους 1992, 1993, 1994.
Ο οικισμός- η επιλογή της θέσης
Ο οικισμός παρουσιάζει σαφή πολεοδομική οργάνωση, με δρόμους και καλντερίμια, ελεύθερους χώρους και είναι χωρισμένος σε τέσσερις γειτονιές (οικοδομικά τετράγωνα). Τα “μέγαρα” μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής, μας δείχνουν, τη σύνδεση της Μινωικής Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Η τάση της εποχής του 14ου αιώνα π.Χ. ήταν οι οικισμοί να κτίζονται σε ψηλά σημεία, σε λόφους. Πιθανότατα για λόγους ασφαλείας και για να αποφεύγουν τους πειρατές που δρούσαν στο Αιγαίο. Στον οικισμό του Χαλασμένου, ο οποίος έχει κτιστεί ανάμεσα σε πελώριους βράχους, που λειτουργούν ως κρυψώνες, ο λόφος είναι στρατηγικής σημασίας, όπως και ο λόφος της Κεφάλας και επέτρεπε στους κατοίκους να ελέγχουν το Κρητικό και το Λιβυκό Πέλαγος, ενώ μπροστά στα πόδια τους είχαν την εύφορη πεδιάδα για τις καλλιέργειές τους.
Η Δρ. Μεταξία Τσιποπούλου ειδικός αρχαιολόγος της Εποχής του Χαλκού και της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου του Αιγαίου και της Κρήτης η οποία έχει διευθύνει σημαντικές συστηματικές ανασκαφές στην Κρήτη, περιλαμβανομένων της πόλης και του ανακτόρου του Πετρά στη Σητεία, τα Υστερομινωικά νεκροταφεία στην Κριτσά Μιραμπέλλου και στα Αχλάδια Σητείας, ανέλαβε να με ξεναγήσει.
«Ο οικισμός του Χαλαμένου χτίστηκε, κατοικήθηκε και εγκαταλείφτηκε μέσα στον 12ο αιώνα π.Χ. χωρίς να υπάρξει πυρκαγιά ή εχθρική απειλή. Παρουσιάζει σαφέστατη πολεοδομική οργάνωση, με δρόμους, ελεύθερους χώρους, κάποια μεγάλα κτίρια, τα λεγόμενα “μέγαρα” τα οποία είναι μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Είναι ορθογώνια κτίσματα χωρισμένα με έναν εσωτερικό τοίχο, πράγμα που δε συναντούμε στον Μινωικό Πολιτισμό. Τον τύπο αυτό, έφεραν οι Μυκηναίοι στην Κρήτη τον 14ο αιώνα π.Χ.
Στο βόρειο τμήμα του οικισμού, έχει αποκαλυφθεί ένα πολύ μεγάλο ορθογώνιο κτίριο, το οποίο είναι το δημόσιο ιερό, της κοινότητας. Παρόμοια ιερά, έχουν βρεθεί στις ανασκαφές στον Βροντά Καβουσίου και στην Κεφάλα Βασιλικής. Όμως, στον Χαλασμένο το κτίριο είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερο. Σε αντίθεση με τη μινωική εποχή στον Χαλασμένο έχουμε για πρώτη φορά στο 12ο π.Χ. αιώνα δημόσιο ιερό, ανοικτό με εύκολη πρόσβαση και δρόμους που οδηγούν στην είσοδό του.
Στο πρώτο μεγάλο δωμάτιο του ιερού βρέθηκαν τρία μεγάλα αγάλματα, γυναικείων θεοτήτων με υψωμένα χέρια, στο κεφάλι τους έχουν τιάρες που κοσμούνται με πουλιά ή φύλλα όρθια. Δίπλα τους βρέθηκε ένα μικρός πίθος με υπολείμματα σύκων.
Βρήκαμε επίσης, έντεκα πήλινους πίνακες με οπές ανάρτησης, οι οποίοι ήταν κρεμασμένοι στο νότιο τοίχο. Σημαντικό εύρημα είναι τα πήλινα σκεύη χωρίς βάση με οφειόδεις λαβές και μικρό αυτόνομο φιδάκι.
Κατά μήκος του βόρειου τείχους βρέθηκαν έξι πίθοι μέσα στους οποίους μάλλον τοποθετούσαν προσφορές προς τις θεότητες ή μετεφέρθησαν στον χώρο αυτό πριν ο οικισμός εγκαταλειφτεί. Το δεύτερο μικρότερο δωμάτιο του ιερού χρησίμευε ως σκευοφυλάκιο. Εκεί βρέθηκαν όλα τα σκεύη τοποθετημένα στα θρανία.
Δεκατρείς τεράστιες χύτρες χωρητικότητας δεκαέξι λίτρων και ένα σύνολο ευρημάτων βρίσκονται σήμερα στο Κέντρο Μελέτης Ανατολικής Κρήτης στην Παχεία Άμμο».

Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΦΟΥΡΝΟΣ ΚΕΡΑΜΙΣΤΩΝ
Η ανασκαφή του Χαλασμένου ολοκληρώθηκε το 2006. Τα δύο τελευταία χρόνια πραγματοποιούνται εργασίες καθαρισμού για να συμπληρωθούν τα σχέδια και για να προχωρήσουν στις δημοσιεύσεις. Στις εργασίες αυτές συνέβη ένα ευτυχές γεγονός. Ήρθε στο φως ένα μεγάλος κεραμικός κλίβανος που η διάμετρος του ξεπερνά τα δύο μέτρα. Ο κλίβανος αυτός είναι ο μεγαλύτερος από τους άλλους δύο που έχουν αποκαλυφθεί στην Κρήτη. Ο ένας βρίσκεται στον οικισμό «Βροντά» στο Καβούσι και ο δεύτερος στον οικισμό Εσταυρωμένου στο Ρέθυμνο.
Επικεφαλής της ανασκαφής είναι ο αρχαιολόγος κ. Ντέιβιντ Ραπ, διευθυντής του Καναδικού Ινστιτούτου Αρχαιολογίας στην Ελλάδα. Στην ανασκαφή βοήθησαν με την συμμετοχή τους η κ. Γαρυφαλλιά Κωστοπούλου και οι συντηρήτριες Άννα Τσούπρα, Ματίνα Τζαρή και Κέιτλιν Μαχόνι από το Κέντρο Μελέτης Ανατολικής Κρήτης με επιβλέπων αρχαιολόγο την κ. Στεφανία Χλουβεράκη.
Ο Κλίβανος, που είναι ο φούρνος του κεραμέα τον οποίο φρόντιζε και γνώριζε να  στήσει ο ίδιος, αποτελείται από δύο «ορόφους», ένα υπόγειο και ένα ισόγειο. Ο «δρόμος» το μέρος του υπόγειου ορόφου, τοποθετούταν η καύσιμη ύλη. Σε σύνδεση με αυτόν υπάρχει ένας άλλος θάλαμος, ο θάλαμος οπτήσεως. Αυτός φέρει ένα διάτρητο πάτωμα από πηλό, την «εσχάρα». Μέσα από σήραγγες και τις οπές της «εσχάρας» περνούσε ο καυτός αέρας για να καταλήξει στο θάλαμο οπτήσεως, όπου ήταν στοιβαγμένα με προσοχή τα αγγεία. Ο θάλαμος οπτήσεως ήταν καλυμμένος με το «θόλο». Στην κορυφή του «θόλου» υπήρχε καμινάδα για την εξαγωγή του καπνού.
Η αποκάλυψη του κλιβάνου σύμφωνα με την κ. Τσιποπούλου «θεωρείται πολύ σημαντική διότι είναι ο μεγαλύτερος και ο πιο καλοδιατηρημένος κλίβανος κεραμικών που έχει μέχρι σήμερα αποκαλυφθεί. Χρονολογικά τοποθετείται στον 12Ο αιώνα  όπως και ο οικισμός».
Στην σύγχρονη Κρήτη  υπήρχαν τέσσερις οικισμοί με πολλούς αγγειοπλάστες. Ένας σε κάθε νομό του νησιού. Σήμερα την τέχνη των προγόνων τους έχουν διατηρήσει μόνο δύο κέντρα κεραμικής, το Θραψανό στο νομό Ηρακλείο

Post Top Ad

.............