Ο Κωστής Φραγκούλης γεννήθηκε στη Λάστρο Σητείας το 1905 και πέθανε ακριβώς στα εκατό του χρόνια στίς, 11/2/2005 .
Από
τη Λάστρο Σητείας έφυγε σε ηλικία 16 χρονών, σε αναζήτηση καλύτερης
τύχης και κατέληξε στο Μεγάλο μας Κάστρο, όπου από μια καθαρή σύμπτωση
επέλεξε το επάγγελμα του τυπογράφου.
Από
τη Λάστρο Σητείας έφυγε σε ηλικία 16 χρονών, σε αναζήτηση καλύτερης
τύχης και κατέληξε στο Μεγάλο μας Κάστρο, όπου από μια καθαρή σύμπτωση
επέλεξε το επάγγελμα του τυπογράφου.
«Σαν αποθάνω στα πουλιά παραγγελιά θα κάνω νά 'ρχονται να καθίζουνε στο μνήμα μου απάνω.
Στα κυπαρίσσια, στο σταυρό, στην πλάκα, όπου θένε, τα δε μπορώ να λέω μπλιο εκείνα να τα λένε.
Πως είναι ωραία η ζωή και οι χαρές του κόσμου οι ομορφιές, ο έρωντας, η Κρήτη πού ‘χω εντός μου».
Στη Λάστρο
Ο Κώστας Φραγκούλης
γεννήθηκε πριν από 100 χρόνια. «Είμαι», έλεγε μιλώντας στην εφημερίδα
"Εβδομάδα" το 1996, «ο βενιαμίν της οικογένειας και πριν από μένα ο
πατέρας μου είχε τρία παιδιά. Εγώ ήμουν ο τελευταίος. Όταν θυμάμαι τη
Λάστρο, θυμάμαι το χωριό στο σύνολό του και ιδιαίτερα τα μέρη εκείνα με
τα οποία είμαι δεμένος περισσότερο. Τους τόπους, δηλαδή, που παίζαμε τα
παιδικά μας παιχνίδια, πρωτόγονα εκείνη την εποχή, αγνότερα, θα έλεγα,
από τα σημερινά».
Η Λάστρος θα είναι η πηγή
της έμπνευσής του. «Ο χώρος του χωριού», έλεγε, «υπήρξε εκείνος ο οποίος
μου έδωσε, μπορώ άνετα να πω, την έμπνευση, όπως και η επαρχία
γενικότερα. Όμως οι πρώτες-πρώτες παιδικές μου αναμνήσεις είναι από το
χωριό, σε σημείο που ενόμιζα ότι πέρα από το Σκινοσέλι, τα όρια του
χωριού μου, δεν υπήρχε άλλη Κρήτη. Κι ίσως ήταν καλύτερα να το πιστεύω
ακόμη και σήμερα. Ο κόσμος ήταν μικρός, μα όμορφος».
Την Ε' τάξη του δημοτικού
τελείωσε στο Καβούσι και τη ΣΤ' στη Σφάκα. Στο γυμνάσιο θα πάει μόνο για
τρεις μήνες. «Έδωσα εξετάσεις»,θυμόταν μάλλον με κάποια πικρία,
«επέρασα, επήγα, αλλά ακόμα δεν μπορώ να βρω το λόγο για τον οποίο με
απέσυραν οι γονείς μου».
Αιγύπτιος ράφτης
Ευτυχώς για τα Γράμματα και
την Κρήτη, ο Κωστής Φραγκούλης δεν έμαθε την τέχνη του ράφτη, για την
οποία οι γονείς του αρχικά είχαν εκφράσει την επιθυμία. Ο ίδιος κάποτε
διηγήθηκε με χιούμορ: «Η μητέρα μου είχε έναν αδερφό, ο οποίος απέκτησε
ένα παιδί. Αυτό έφυγε και πήγε στην Αίγυπτο και εκεί έμαθε ράφτης.
Ερχόταν τα καλοκαίρια στο χωριό. Εκείνο το καλοκαίρι ήρθε κάποιος και
έκανε την "εισήγηση" να με πάρει ο Νίκος στην Αίγυπτο να με μάθει ράφτη.
Εκείνος είπε να με πάρει. Δε με πήρε όμως, όχι γιατί δεν το ήθελε
αυτός, αλλά ίσως γιατί οι γονείς μου σκέφτηκαν ότι είναι αλλάργος κόσμος
η Αίγυπτος. Έτσι εματαιώθη το ενδεχόμενο να είμαι ράφτης Αιγύπτιος».
Στο Μεγάλο Κάστρο
Από το χωριό του έφυγε σε
ηλικία 16 χρονών σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Θα φτάσει στο Μεγάλο
Κάστρο, περπατώντας. «Όταν φθάσαμε, τα πόδια μου είχαν ματώσει από την
οδοιπορία», θυμόταν ξεδιπλώνοντας το μίτο της ζωής του. Στο Ηράκλειο θα
μείνει μέσα στο φούρνο του Κωνσταντουράκη, πατέρα του ¶ρη Δικταίου. Με
τρόπο σχεδόν "θεϊκό", θα βρει δουλειά σε τυπογραφείο. «Στο Μεϊντάνι που
βγήκα να κάνω μια βόλτα άκουσα ένα παιδί να διαλαλεί
"παράρτημα-παράρτημα, η Ίδη". Δεν ήξερα τότε τι είναι παράρτημα. Είπα
τότε ας πάρω ένα παράρτημα να δω ίντα 'ναι. Εδιάβασα λοιπόν στο κάτω
μέρος "ζητείται μικρός για το τυπογραφείο της Ίδης"».
Το τυπογραφείο θα ανοίξει
γι' αυτόν μια καινούργια ζωή, γιατί κάθε μέρα είχε κάτι να διαβάζει. Από
την "Ιδη" όμως θα φύγει, γιατί «υπήρχε η γοητεία του Μουρέλου». «Η "Νέα
Εφημερίδα" ήταν βενιζελική, ενώ η "Ιδη" αντιβενιζελική. Όταν πια είχα
γίνει καλός τυπογράφος, η "Νέα Εφημερίδα" είχε ανάγκη από έναν πιεστή
που να τυπώνει την εφημερίδα και να βοηθάει στο τυπογραφείο. Έφυγα από
την "Ιδη" και έπιασα δουλειά στη "Νέα Εφημερίδα". Εκεί που ωφελήθηκα
στην εφημερίδα του Μουρέλου ήταν ότι μπορούσα να διαβάζω βιβλία από τη
βιβλιοθήκή του. Ύστερα, για κάποια αφορμή, έφυγα και γύρισα στην "Ιδη"».
Εκεί θα κάνει τα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία, εκεί θα μάθει να
κάνει και κριτική θεάτρου. Μάλιστα, η Μαρίκα Κοτοπούλη, μετά από μια
έξυπνη κριτική που θα γράψει, θα δώσει εντολή να υπάρχει για αυτόν μια
θέση στην πρώτη σειρά της πλατείας.
Ο πόλεμος τον βρίσκει να
πολεμά στην Αλβανία, πράγμα για το οποίο ένιωθε υπερήφανος. Τα σκληρά
χρόνια της Κατοχής θα επιστρέψει στο χωριό του, έγγαμος πια με ένα
παιδί, όπου υπήρχε περισσότερη ασφάλεια και τροφή. Αργότερα στη
"Μεσόγειο" θα κάνει τα πρώτα του βήματα στο χώρο του χρονογραφήματος. Ο
Αθηναγόρας Μυκωνιάτης θα του προσφέρει στην εφημερίδα "Πατρίς" μια
καθημερινή στήλη, στην οποία θα υπογράφει ως "Ανταίος". Θα αποκτήσει
φανατικό κοινό και τα χρονογραφήματά του θα αφήσουν εποχή.
Θα
περάσει με επιτυχία από το "Δημοκράτη" και την "Αλλαγή". Από το 1985
καθιέρωσε τις ραδιοφωνικές εκπομπές (Ράδιο Κρήτη κ.λπ.), οι οποίες
γνώρισαν εξαιρετική επιτυχία. Τα "Δίφορα", βραβευμένα από την Ακαδημία
Αθηνών, είναι το σημαντικότερο ποιητικό δημιούργημα της Κρητικής
Λογοτεχνίας από την εποχή του Βιτσέντζου Κορνάρου και έχει
χαρακτηριστεί, από Έλληνες και ελληνόφωνους ξένους γλωσσολόγους, ως
ευαγγέλιο του γνήσιου κρητικού λόγου. O πρώτος τόμος τυπώθηκε το 1961
στο Ηράκλειο από τον ίδιο τον ποιητή και ο δεύτερος περίπου είκοσι
χρόνια αργότερα.