Η κρητική διάλεκτος θεωρείται η μακροβιότερη στον Ελλαδικό χώρο. Ομιλείται εκτός από την Κρήτη στο χωριό Χαμιντιέ της Συρίας και στα παράλια της Μικράς Ασίας όπου εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι κρητικοί το 1923. Χαρακτηριστικά της είναι, μεταξύ άλλων, η διατήρηση αρχαϊσμών, καθώς και η αποφυγή ορισμένων συμφωνικών συμπλεγμάτων.
Η Κρητική διάλεκτος είχε όλα τα προσόντα για να εξελιχθεί σε Κοινή Νεοελληνική (λεξιλογικό πλούτο, συνθετική και παραγωγική ικανότητα, εκφραστικότητα), όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, για δύο περίπου αιώνες, τα λογοτεχνικά της έργα ήταν σχεδόν τα μοναδικά πανελλήνια λαϊκά αναγνώσματα. Η ιστορική ωστόσο συγκυρία δεν στάθηκε ευνοϊκή. Ετσι παρέμεινε διάλεκτος, αλλά πάντως η μακροβιότερη στον ελλαδικό χώρο και η σημαντικότερη λόγω της αρχαϊζουσας συντηρητικής μορφής της, για όσους μελετούν την ιστορία της γλώσσας μας.
Εξω από τα όρια της Κρήτης, η διάλεκτος μιλιέται ακόμη στο χωριό Χαμιδιέ της Συρίας, καθώς και από τους μουσουλμάνους κρητικούς που εγκαταστάθηκαν το 1923 στα παράλια κυρίως της Μικράς Ασίας.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η ευφωνία της διαλέκτου, που οφείλεται αφενός στον νότιο φωνηεντισμό (τα φωνήντα μένουν απαθή) και αφετέρου στην αποφυγή δυσπρόφερτων συμφωνικών συμπλεγμάτων (αθός = ανθός, άθρωπος = άνθρωπος). Ανεπιτυχείς είναι οι προσπάθειες μη κρητικών να μιμηθούν τον μουσικότατο επιτονισμό της διαλέκτου.
Ο λεξιλογικός πλούτος είναι μεγάλος. Πολλές κρητικές λέξεις δεν απαντούν στην Κοινή Νεοελληνική ή απαντούν σε άλλες σημασίες: κουζουλός (παλαβός), ζάλο (βήμα), πράμα (τίποτε), πυρόβολος (αναπτήρας). Πάμπολλοι είναι και οι αρχαϊσμοί: αμπώθω (αρχ. απωθώ), ρέγομαι (αρχ. ορέγομαι), χοχλιός (αρχ. κοχλίας), καθώς και τα βυζαντινά κατάλοιπα: σπολλάτη (εις πολλά έτη). Υπάρχουν φυσικά και δάνεια κυρίως από τα ιταλικά (φιλιότσος, στιβάνι) και τα τουρκικά (ντελικανής, μπεγίρι = άλογο)
Απο άρθρο του Νικόλαου Κοντοσόπουλου
ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Λέξεις από την Κρητική διάλεκτο
Η Κρητική λέξη ...και τι σημαίνει
αγγίνιο καινούργιο
αγλάκι τρέξιμο
αγλακιχτής δρομέας
αδιάρμιστος ακατάστατος , αταχτοποίητος
αθιβολή σκέψη, κουβέντα
άθος στάχτη
αλαργέρνω απομακρύνομαι
αλάργο μακριά
αμνώγω ορκίζομαι
αμολέρνω αφήνω, ελευθερώνω
αμπελικός αγροφύλακας
αμπλά αδελφή
αμπώθω σπρώχνω
αναβαστώ υποβαστάζω, στηρίζω
αναδακρυώνω δακρύζω, βουρκώνω
αναντρανίζω σηκώνω τα μάτια
ανάπλα κουβέρτα
αναστεναμένος καημένος, ταλαίπωρος
αναστορούμαι θυμάμαι
ανεβόλεμα ανήφορος
ανεμίζω προαισθάνομαι
ανεστορούμαι θυμούμαι
αντέτι συνήθεια
αντίντερο αντίδωρο
απάκι καπνιστό χοιρινό κρέας,
απανωπρούκια συμπληρωματική προίκα
απής αφού, όταν
αποδεινιάζομαι δέχομαι κάτι με στεναχώρια
αποσπέρας το βράδυ
απύρι θειάφι
αργαντινή εσπέρα
αρισμαρί δεντρολίβανο
άρκαλος ασβός
αρνεύω ηρεμώ
αρωδαμός τρυφερός βλαστός
ασκαλντί παραλίγο
ασκιανάδα ίσκιος
ασκιανός σκιά
ατζί κνήμη, γάμπα
ατσέλεγος σπουργίτης
αφορδακός βάτραχος
αφρουκούμαι ακούω με προσοχή
αφρουκούμαι ακούω
άφτω ανάβω
άχνα σιωπή
βαβαλίζω φροντίζω, περιποιούμαι
βαρεμένη έγκυος
βαρεσάρης τεμπέλης
βαρίσκω χτυπώ, πληγώνω
βάρσαμος δυόσμος
βαρύχνω χτυπώ, πληγώνω
βεντέμα πλούσια εσοδεία
βεργάλι μικρή βέργα
βλεπάτορας παρατηρητής, φύλακας
βολά φορά
βόλιτα βόλτα
βούργια σακούλι
βρούχος θόρυβος
γάγλα στροφή, καμπύλη δρόμου
γαμπάς μάλλινο πανοφώρι
γαργερός βρόμικος
γαρδέλι καρδερίνα
γιαγερμός επιστροφή
γιαγκιλίκι έρωτας
γιαγκίνι πυρκαγιά
γιαίνω θεραπεύω
γιάντα γιατί
γίβεντο ντροπή
γιδάρης γιδοβοσκός
γιόμα γεύμα
γιότσα μεγάλο κακό, συμφορά
γλάκι τρέξιμο
γλίνα βούτυρο από χοιρινό λίπος
γλυκοσαλίζω νιώθω κάποια ικανοποίηση
γνώρα γνωριμία
γοργό σχεδόν
γραντίζω βρίσκω τον μπελά μου
γροικώ ακούω
δέτης γκρεμός
διαγουμίζω εξολοθρεύω
δικιολογιά το σόι
δίμουρος διπρόσωπος
δώμα ταράτσα, στέγη σπιτιού
έγγαλο το ζώο που βγάζει γάλα
εγούγια αλοίμονο
εδά τώρα
εκειά εκεί
επαέ εδώ
εργώ κρυώνω
ετά αυτού
ετσά έτσι
έχνος ζώο
εχταγή επιθυμία
ζάβαλε διάολε, βέβαια
ζαβώνω ζαλίζω, τυφλώνω
ζάλο βήμα
ζαμάνια πολύς καιρός
ζάρα νυχτοπούλι
ζεβλωμένος λυγισμένος
ζερβά αριστερά
ζεύκι διασκέδαση
ζήση ζωή
ζόρε δυσκολία, ζόρι
ζουγλός ανάπηρος, κουτσός
ζούδος σημάδι στο δέρμα
ζούμπερα ζώα
ζουρίδα κουνάβι
θρουλί κομματάκι, ψίχουλο
θωρώ βλέπω, κοιτάζω
ιμπρέτι δείγμα
καβρός καβούρι
καερέτι βοήθεια
καζαντίζω κερδίζω, κάνω περιουσία
καθέκλα καρέκλα
κακαφορούμαι υποπτεύομαι άσχημα πράγματα
καλημέντο όφελος, προκοπή
καλίκωση υπόδηση
καλιμέντο προκοπή
καλλιά καλύτερα
καλλουργιά καλλιέργεια
καμνώ κλείνω τα μάτια, νυστάζω
καμπαέτι αμάρτημα
κανακεμένος χαϊδεμένος
κανάκια χάδια
κανίσκι δώρο
καπλοσυκιά η φραγκοσυκιά
καρδαμώνω δυναμώνω
καρτσόνι κάλτσα
καταπότης ποταμάκι, αυλάκι
καταχερίζω δέρνω
κατέχω ξέρω
κάτης γάτα
κατσιποδιά αρρώστια
κατσιφάρα καταχνιά
κατσούλι μικρό γατάκι
καφάς σβέρκος
κάψα ζέστη
κιοφτέρια μουσταλευριά
κολάϊ κουμάντο
κολώ χτυπώ βίαια
κοπέλι παιδί
κουζουλός τρελός
κουκοσάλιο χαλάζι
κουλαντρίζω διαχειρίζομαι
κουλούκι σκύλος
κουλουμούντρα τούμπα
κουράδι κοπάδι ζώων
κούτελο μέτωπο
κύρης πατέρας
λιγοψυχιά ανυπομονησία
λιγωμένος λιπόθυμος
λογιάζω σκέπτομαι
μαγαρισά βρώμα
μαγατζές αποθήκη σπιτιού
μάνητα οργή
μανίζω εξοργίζομαι
μαργώνω παγώνω
μαρουβάς παλιό κρασί
μελίτακας μύρμηγκας
μολέρνω αφήνω
μπλιό πια
ναϊσκες ναί
νάμι φήμη
νέφαλο σύννεφο
νογώ εννοώ, ξέρω
νομπέτης η σειρά
νταβραντισμένος ζωηρός, δυνατός
νταγιαντώ υποφέρω, ανέχομαι
ντακέρνω αρχίζω
ντεληκανής νέος, παλικάρι, λεβέντης
ντελόγο αμέσως
ντιρμπάζα γλωσσού, αδιάντροπη
ντουχιουμάνης ο εχθρός
ντουχιουντίζω σκέφτομαι πολύ
ντρέτα ίσια
ξαμώνω σημαδεύω
ξανοίγω κοιτάζω
Ξαργιτού, ξαργώτου επίτηδες
ξαργώ κάνω κάτι πολύ αργά, αναβάλλω
ξεγιβεντίζω διαπομπεύω, διαφθείρω
ξεδιαλύνω ξεκαθαρίζω, διαλευκαίνω
ξελαφάσω ξεκουράζομαι
ξεμιστεύγω λυτρώνω
ξεπαραλώ ξηλώνω
ξεσυνορίζομαι ανταγωνίζομαι
ξετελεύω αποπερατώνω
ξιά σου κάνε όπως νομίζεις
ξιπάζω τρομάζω
ξομπλιάζω στολίζω, διακοσμώ
ξύγκι το λίπος ανθρώπου ή ζώου
ξωμένω διανυκτερεύω
όϊ όχι
όντε όταν
οφέτος φέτος
όφκαιρος άδειος
οφτός ψητός
οψυγιάς το μέρος που ξεραίνουν την σταφίδα
παγουδιάζω ή παγουδιώ ελαφρώνω (τον πόνο)
παπουράκι χαμηλό ύψωμα, λοφίσκος
παραλαντίζω σαστίζω, ζαλίζω
παράουρος κακοφτιαγμένος άνθρωπος
παρασιά το τζάκι
παρασύρα η σκούπα
πασπατεύγω ψάχνω να βρω κάτι
παστρεύγω καθαρίζω
παστρικός καθαρός
πατανία κουβέρτα
πατασμός πειρασμός
περάτης διαβάτης, περαστικός
πεσκέσι δώρο
πήδος άλμα
πηλά λάσπη
πήλωξε σπρώξε
πλαντώ πνίγομαι, ασφυκτιώ
ποθές πουθενά
πονθιάζω κρυολογώ
πουσουνίζω αγοράζω
πριχού πρίν
ραέτι φιλοδώρημα
ρεγάλο δώρο
ρέγομαι μου αρέσει κάτι πάρα πολύ
ρημάσω ερημώνω-ομαι, φθείρω-ομαι
ριζιμιός ριζωμένος βαθιά, στέρεος
ροζονάρω, ροζοναρίζω κουβεντιάζω
σάντολος νονός
σβολώθηκε χτύπησε
σεβντάς ερωτικός καημός
σεκλέτι στεναχώρια
σερσέμης επιπόλαιος
σιργουλεύγω προσπαθώ να πείσω
σκλαβέρι κουδούνι ζώων
σκλόπα κουκουβάγια
σόπατο επίπεδο έδαφος
σουρεύγω κουτσομπολεύω, συκοφαντώ
συνορίζομαι συναγωνίζομαι
ταραχίζω στενοχωρώ
ταραχτάς φασαρία, ταραχή
ταχυνή το πρωί
ταχυτέρου αύριο
τέλι σύρμα
τευτέρι σημειωματάριο
τζάρουκας ο λάρυγγας, ο οισοφάγος
τζιριτώ τρέχω
τζυμπραγός δίδυμος
τραβάγια φασαρία
τρατέρνω φιλοδωρώ, κερνώ
τρόχαλος η ξερολιθιά
τσακουμάκι αναπτήρας
τση της
τσιφτές κυνηγετικό όπλο
τσουρλώ γλιστρώ
φάλι ομφαλός
φαμέγιος υπηρέτης
φθειαρμίζω ματιάζω
φιλιότσο βαφτιστικός
φκαιραίνω αδειάζω κάτι
χαέρι πρόοδος
χαίνης επαναστάτης, αντάρτης, φυγόδικος
χαράμι άδικα
χαχαλιά χούφτα
χέρα χέρι
χολοσκώ στεναχωριέμαι
χόντρος πλιγούρι
χούρδος ακατάστατος, αδέξιος
χοχλιός σαλιγκάρι
χωρατάς αστείο
ψακί δηλητήριο
ψεγάδι ελάττωμα
ψιχανεμίζομαι προαισθάνομαι