Κορυφαία αντιστασιακή πράξη των Ανωγειανών του ΕΛΑΣ αποτελεί η μάχη στη θέση Ποριά της περιοχής Σφακάκι στις 7 Αυγούστου 1944. Το πρωί της μέρας εκείνης ολόκληρη η Γερμανοιταλική δύναμη (6 Γερμανοί και 2 Ιταλοί) του φυλακίου του Γενί Γκαβέ με επικεφαλή το Γερμανό διοικητή της λοχία Γιόζεφ Ολενχάουερ (Τον περιβόητο Σήφη) πήγαν στ΄ Ανώγεια για να πάρουν με τη βία Ανωγειανούς για αγγαρεία, οι οποίοι συστηματικά αρνούνταν τη συμμετοχή τους. Οι άντρες είχαν φύγει από το βουνό και ο Σήφης πήρε περίπου 90 γυναικόπαιδα και γέρους και έφυγαν προς το Γενί Γκαβέ.
Οι αντάρτικες ομάδες του ΕΑΜ όμως, σε μεγάλη σύσκεψη τους τον Ιούλιο, είχαν πάρει απόφαση να χτυπούν τους Γερμανούς όποτε πλησίαζαν στ΄ Ανώγεια. Μόλις μαθεύτηκε η αρπαγή των γυναικόπαιδων, ο επικεφαλής του εφεδρικού ΕΛΑΣ Ανωγείων Μανώλης Μανουράς (Σμαιλομανώλης) με κεραυνοβόλο σχέδιο, αφού συγκέντρωσε πληροφορίες από την Επονίτισα Ζωνογιάννενα , ειδοποίησε ταυτόχρονα, τους άντρες του Εφεδρικού ΕΛΑΣ του χωριού, τη μόνιμη ομάδα του ΕΛΑΣ υπό τον Ιωάννη Ποδιά στα Τσουνιά καθώς και το μόνιμο Ελασίτη Δημοσθένη Πασπαράκη, που βρισκόταν στον Καμαριώτη. Στην τοποθεσία του ¨Φορτωμένου ο Δέτης¨ συγκεντώθηκαν και πήραν κρυμμένα όπλα και πυρομαχικά που είχαν κατάσχει λίγο καιρό πριν, από χωροφύλακες που τα μετέφεραν. Από εκεί προχώρησαν στο πέρασμα Ποριά, από το οποίο θα περνούσε η φάλαγγα των αιχμαλώτων γυναικόπαιδων με τους Γερμανοιταλούς, στην περιοχή Σφακάκι και πήραν θέσεις περιμένοντας. Το σχέδιο του Σμαιλομανώλη ήταν να πυροβολήσουν, να αποκόψουν τους Γερμανοιταλούς, να τους γυρίσουν προς τον ποταμό του Μάκρη για να τους συλλάβουν ή να τους εξοντώσουν.
Το σχέδιο πέτυχε. Με τους πρώτους πυροβολισμούς τα γυναικόπαιδα, που είχαν ενημερωθεί τι θα έπρεπε να κάνουν σε τέτοιες περιπτώσεις, έπεσαν καταγής και έφυγαν απ’ το πεδίο βολής της μάχης . Οι Γερμανοιταλοί αιφνιδιάστηκαν και έτρεξαν προς τον ποταμό όπου εξουδετερώθηκαν και μαζί με τον αρχηγό τους Σήφη συνελήφθησαν. Δύο Γερμανοί στρατιώτες που προσπάθησαν να φύγουν προς το χωριό έγιναν αντιληπτοί και σκοτώθηκαν . Με το άκουσμα των πυροβολισμών στο χωριό, πολλοί οπλίστηκαν και έτρεξαν για να συνδράμουν. Οι Γερμανοιταλοί αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στο νεκροταφείο του χωριού, έξω απ’ την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής όπου συγκεντρώθηκε όλος ο πληθυσμός. Από τους αιχμαλώτους κανείς δεν έπαθε τίποτα. Άντρες του μόνιμου ΕΛΑΣ, που εν τω μεταξύ είχε κατέβει από τα Τσουνιά, μετέφερε τους αιχμαλώτους στο βουνό όπου μετά από ανάκριση από τους Άγγλους πέρασαν από έκτακτο στρατοδικείο και εκτελέστηκαν.
Με εντολή του ΕΑΜ Ανωγείων, ομάδα Ανωγειανών υπό το Μιχάλη Ρούλιο (Ρουλομιχάλη) φρόντισε για την ταφή των δυο εκτελεσμένων Γερμανών έξω από το χωριό. Η αξία της αντιστασιακής αυτής μάχης μεγεθύνεται από το γεγονός ότι όχι μόνο κανείς από τους αιχμαλώτους και τους μαχητές του εφεδρικού ΕΛΑΣ δεν έπαθε το παραμικρό , αλλά και ολόκληρη η Γερμανοιταλική στρατιωτική δύναμη εξοντώθηκε