Τροπάρια μακαρισμοί και έθιμα της Μεγάλης Πέμπτης - Κρήτη πόλεις και χωριά

Κρήτη πόλεις και χωριά

Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟ INTEΡNET - www.kritipoliskaixoria.gr

.........
Επικοινωνήστε μαζί μας - kritipolis@hotmail.com
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Τροπάρια μακαρισμοί και έθιμα της Μεγάλης Πέμπτης

Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, ἐσκοτίζετο· καί ἀνόμοις κριταῖς σέ τόν δίκαιον κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε, χρημάτων ἐραστά, τόν διά ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον· φεῦγε ἀκόρεστον ψυχήν τήν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περί πάντας ἀγαθός, Κύριε, δόξα σοι».
Ὅταν οἱ ἔνδοξοι μαθητές κατά τή διάρκεια τοῦ νιπτήρα λάμβαναν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ δυσσεβής Ἰούδας, καταληφθείς ἀπό τή φοβερή νόσο τῆς φιλαργυρίας, γέμιζε ἀπό τό σκοτάδι τῆς παρανομίας. Ἔτσι, σκοτισμένος, παρέδιδε σέ ἄνομους κριτές (νά δικαστεῖς) ἐσένα, τό δίκαιο Κριτή. Βλέπε, ἐσύ πού ἀγαπᾶς τά χρήματα, αὐτόν πού γιά χάρη τους, χρησιμοποίησε τήν ἀγχόνη (κρεμάστηκε)· ἀπόφευγε τήν ἀχόρταγη ψυχή, πού τόλμησε τέτοια πράγματα στό Διδάσκαλο. Σ᾽ ἐσένα, Κύριε, πού εἶσαι πρός ὅλους ἀγαθός, δόξα σοι.
 Τό πρόσωπο τοῦ Ἰούδα κατέχει κεντρική θέση στήν ἱστόρηση τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ. Ἤδη ἡ ὑμνογραφία τῶν προηγούμενων ἡμερῶν τῆς Μ. Ἑβδομάδας ἀσχολήθηκε ἀρκετά μέ τόν προδότη μαθητή. Τό τροπάριο ἐπανέρχεται στό ἴδιο θέμα, τόσο περισσότερο ὅσο ἡ προδοσία ἦταν ἐπί θύραις.
 Ἦταν Μεγάλη Πέμπτη. Τό ἑσπέρας ὁ Χριστός θέλησε μέ τούς μαθητές του νά φάγει τό τελευταῖο Πάσχα τῆς ζωῆς του, στό ὁποῖο θά συνιστοῦσε τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Οἱ μαθητές ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι σέ ὑπερῶο δωμάτιο στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου ὅλα εἶχαν ἑτοιμαστεῖ γιά τό πασχάλιο δεῖπνο. Μαζί τους ἦταν καί ὁ Ἰούδας.
 Ἐνῶ ὅμως οἱ ἕντεκα μαθητές στίς κρίσιμες ἐκεῖνες ὧρες φωτίζονταν ἀπό τήν ἀκτινοβολία τοῦ θείου Διδασκάλου καί ὁ νοῦς τους ἀνοιγόταν στή Χάρη γιά νά δεχτεῖ τίς φωταύγειες τοῦ σωστικοῦ μυστηρίου, ὁ Ἰούδας ἦταν παραδομένος στό σκοτάδι τοῦ αἰώνιου θανάτου. Ἀσυγκίνητος στό θαῦμα τοῦ Θεοῦ, ὁ νοῦς του ἀπουσίαζε ἀπό τήν οὐράνια μυσταγωγία, ἔτρεχε μακριά, πολύ μακριά, ἔφτανε στά ἔγκατα τοῦ ἅδη, στό ζοφερό σκοτάδι τῆς κολάσεως. Ἦταν κολλημένος στούς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ, πού ἤθελαν νά τόν θανατώσουν, καί σχεδίαζε νά τούς παραδώσει τόν ἐλευθερωτή τοῦ κόσμου. Μελετοῦσε τήν προδοσία!
 Τρομερό τό κατάντημα τοῦ προδότη μαθητῆ! Ὁ ποιητής τοῦ τροπαρίου ἐπισύρει τήν προσοχή τοῦ ἀνθρώπου· Βλέπε, λέγει, ἐσύ πού ἀγαπᾶς εἴτε τό πολύτιμο μέταλλο, εἴτε τά χάρτινα τραπεζογραμμάτια, ἐσύ πού περιορίζεις τήν ψυχή καί τή ζωή σου στά χρήματα καί κάνεις τά πάντα γιά νά τά ἀποκτήσεις, ὁ ἀνάλγητος δοῦλος τοῦ μαμωνᾶ, ὁ δεινός φιλάργυρος, βλέπε ἐκεῖνον, πού γιά τήν ἀγάπη τῶν χρημάτων βρῆκε θάνατο φρικτό καί ἐπώδυνο, κρεμάστηκε σ᾽ ἕνα ἀφιλόξενο δέντρο! Ἀπόφευγε, φωνάζει, τήν ἀκόρεστη ψυχή, πού γιά τά χρήματα τόλμησε νά φτάσει στήν προδοσία τοῦ Διδασκάλου!
 Ἐμεῖς, Κύριε, ἄφωνοι μπροστά στό μυστήριο τῆς θείας σου ἀγαθότητας πού περιπτύσσεται ὅλους ἀνεξαίρετα τούς ἀνθρώπους, τούς καλούς καί τούς κακούς, ὡς σιωπηλοί μπροστά στό σκοτεινό μυστήριο τοῦ προδότη, πού καπηλεύθηκε τή χάρη σου, σέ δοξάζουμε!
 Κάθισμα
 «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι».
Μᾶς ἐξαγόρασες ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό δικό σου τίμιο αἷμα· ἀφοῦ καρφώθηκες στό σταυρό καί τρυπήθηκες διά τῆς λόγχης, πήγασες ἀθανασία στούς ἀνθρώπους· Σωτήρα μας, δόξα σοι.
Μέ τό τίμιο αἷμα του ὁ Χριστός μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος τιμωροῦσε αὐστηρά τούς παραβάτες τῶν ἐντολῶν του, ὅλους δηλαδή τούς ἀνθρώπους πού τόν δέχονταν. Τό σωτήριο ὅμως πάθος Του χάρισε τήν ἀθανασία στούς ἀνθρώπους. Βέβαια ὄχι τή φυσική, γιατί ἡ σωματική φύση εἶναι θνητή. Τήν ἀθανασία τοῦ σώματος θά χαρίσει ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κατά τή συντέλεια τοῦ κόσμου. Μέ τήν ἀθανασία ὁ ἄνθρωπος ἐξομοιώνεται πρός τό Θεό, ὁ ὁποῖος τήν ἔχει σάν φυσική του ἰδιότητα. Γίνεται «χάριτι ἀθάνατος», ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι «φύσει».

ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ


Οι προετοιμασίες για τον εορτασμό της Ανάστασης ξεκινούν την Μ. Πέμπτη. Οι νοικοκυρές φτιάχνουν παραδοσιακά τσουρέκια, αυγοκούλουρα, κουλούρια ούζου και χρωματιστά αυγά (κυρίως κόκκινα). Από την αρχαιότητα το αυγό συμβολίζει την αναγέννηση της ζωής και το κόκκινο χρώμα συμβολίζει το αίμα του Χριστού. Στο παρελθόν, οι άνθρωποι συνήθιζαν να τοποθετούν το πρώτο αυγό στο εικονοστάσι του σπιτιού για να διώξουν τα κακά πνεύματα. Σε κάποια χωριά συνήθιζαν να μαρκάρουν το κεφάλι και την πλάτη των νεαρών αρνιών με την μπογιά από τα αυγά. Επίσης κρατούσαν μία από τις μεγάλες στρογγυλές κουλούρες της Μ. Πέμπτης στις εικόνες, για να προστατέψουν τα μέλη της οικογένειας από τα μάγια.


Το αυγό, πανάρχαιο σύμβολο της γένεσης του κόσμου, της γέννησης της ζωής, το συναντάμε σε πολλές λατρείες, τόσο πρωτόγονες, όσο και περισσότερο εξελιγμένες. Έχει μέσα του δύναμη ζωική και πίστευαν πως μπορούσε να την μεταδώσει στους ανθρώπους, τα ζώα, τα φυτά. Γιατί όμως βάφονται κόκκινα τα αυγά; Η παράδοση λέει πως: "Όταν είπαν πως αναστήθηκε ο Χριστός, κανείς δεν το πίστευε. Μια γυναίκα, που κρατούσε στο καλάθι της αυγά, φώναξε: "Μπορεί από άσπρα να γίνουν κόκκινα;" Και, ώ του θαύματος έγιναν!" Μερικοί πιστεύουν ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του αίματος του Χριστού, που χύθηκε για εμάς τους ανθρώπους. Κόκκινο είναι και το χρώμα της χαράς. Χαράς για την Ανάσταση του Χριστού. Είναι παράλληλα όμως και χρώμα αποτρεπτικό. Κόκκινες βελέντζες και κόκκινα μαντίλια κρεμούσαν τη Μεγάλη Πέμπτη στην Καστοριά οι γυναίκες για το καλό. Κόκκινο πανί έβαφαν μαζί με τα αυγά τους στη Μεσημβρία και το κρεμούσαν στο παράθυρο για σαράντα μέρες, για να μην τους πιάνει το μάτι. Το βάψιμο των αυγών γινόταν τη Μεγάλη Πέμπτη γι αυτό και τη λέγαν Κόκκινη Πέφτη ή Κοκκινοπέφτη. Παλιότερα το συνήθιζαν κι αποβραδίς, πάντοτε όμως τα μεσάνυχτα, με το ξεκίνημα της νέας μέρας. Καινούρια πρέπει να ήταν η κατσαρόλα που θα έβαφαν τα αυγά και ο αριθμός τους ορισμένος και τη μπογιά τη φύλαγαν σαράντα μέρες και δεν την έχυναν, ακόμα και τότε, έξω από το σπίτι. Τα χρώματα για τα αυγά τα έφτιαχναν από διάφορα φυτά. Από κρεμμύδια γινόταν το μελί, από άχυρο ή από φύλλα αμυγδαλιάς το κίτρινο, το ανοικτό κόκκινο από παπαρούνες. Αργότερα τα αγόραζαν, το κόκκινο όμως χρώμα ήταν και είναι πάντα το πιο αγαπημένο. Το πρώτο αυγό που έβαφαν ήταν της Παναγίας και το έβαζαν στο εικονοστάσι. Με αυτό σταύρωναν τα παιδιά από το κακό το μάτι. Σε μερικά μέρη έβαζαν σε ένα κουτάκι τόσα αυγά όσα ήταν τα μέλη της οικογένειας και τα πήγαιναν το βράδυ στην εκκλησία, για να διαβαστούν στα 12 Ευαγγέλια. Τα άφηναν κάτω από την Αγία Τράπεζα ως την Ανάσταση και τότε καθεμιά έπαιρνε τα δικά της. Αυτά τα αυγά ήταν "ευαγγελισμένα" και τα τσόφλια τους τα παράχωναν στους κήπους και τις ρίζες των δέντρων για να καρπίσουν. Παρόμοια τύχη είχαν και τα αυγά που έκαναν οι κότες τη Μεγάλη Πέμπτη. Άμα η κότα ήταν μαύρη, ακόμα καλύτερα. Είχαν θαυμαστές ιδιότητες και μπορούσαν να διώξουν κάθε κακό. Τα αυγά τα Μεγαλοπεφτιάτικα περνούσαν τον πονόλαιμο, φύλαγαν το αμπέλι από το χαλάζι, έδιωχναν μακριά το σκαθάρι. Οι γυναίκες και τα κορίτσια στόλιζαν τα αυγά, τα "έγραφαν", τα "κεντούσαν". Πάνω στα άσπρα αυγά έγραφαν με λειωμένο κερί ευχές, σχεδίαζαν σκηνές από τη ζωή του Χριστού, πουλιά κ.ά. Έριχναν μετά τα αυγά στην κόκκινη μπογιά και μέχρι να λειώσει το κερί έμεναν τα γράμματα και τα σχέδια άσπρα. Τα "ξομπλωτά" ή "κεντημένα" αυγά, που τα λέγαν στη Μακεδονία και "πέρδικες, μια και συχνά είχαν πάνω τους πουλιά, ή ίσως και γιατί ξεχώριζαν, όπως κι οι πέρδικες, για την ομορφιά τους, θύμιζαν συχνά μικρογραφίες. Το ένα ήταν καλύτερο από το άλλο. Αυτά έστελναν δώρο οι αρραβωνιασμένες στο γαμπρό και οι βαφτισιμιές στους νονούς και τις νονές τους, σε όλα τα αγαπημένα πρόσωπα. Άλλοτε πάλι τα κορίτσια πρόσθεταν στα αυγά φτερά από χρωματιστό χαρτί, ουρά και μύτη από ζυμάρι και τα κρεμούσαν στο ταβάνι, έτοιμα να πετάξουν.


Πρωί-πρωί τη μεγάλη Πέμπτη, σε όλη την Ελλάδα, οι γυναίκες καταπιάνονται με το ζύμωμα. Ζυμώνουν με μυρωδικά τις κουλούρες της Λαμπρής και τις στολίζουν με λουρίδες από ζυμάρι και ξηρούς καρπούς. Ανάλογα με το σχήμα που τους έδιναν παλιότερα είχαν και διάφορα ονόματα: "Κοφίνια", "καλαθάκια", "δοξάρια", "αυγούλες", "κουτσούνες", "κουζουνάκια". Παρόμοιες κουλούρες έφτιαχναν και στα βυζαντινά χρόνια, τις "κολλυρίδες" και ήταν ειδικά ψωμιά για το Πάσχα, σε διάφορα σχήματα, που είχαν στο κέντρο ένα κόκκινο αυγό.
Στην Κορώνη τις λαμπριάτικες κουλούρες τις ζυμώνουν με λάδι, αμύγδαλα και γλυκάνισο. Για να είναι πιο νόστιμες ρίχνουν και ζουμί από βρασμένα δαφνόφυλλα. Τις πλάθουν στρογγυλές ή μακρουλές και τις πλέκουν. Απαραίτητο στη μέση το κόκκινο το αυγό, ενώ καθεμιά τη στολίζουν όπως τους αρέσει. Με σχέδια από ζυμάρι, με σουσάμι, με αμύγδαλα. Όταν οι κουλούρες ήταν για τα παιδιά, τότε τις έπλαθαν πραγματικές κουτσούνες. Τις έλεγαν και κουτσές ή και κοκκώνες. Τους έφτιαχναν από ζυμάρι χέρια και πόδια, για κεφάλι έβαζαν ένα κόκκινο αυγό και πάνω του με μικρά ζυμαράκια σχημάτιζαν τα μάτια, το στόμα, τη μύτη... Στη Χίο μάλιστα, ο άντρας είχε πάντα μια γκλίτσα και η γυναίκα φορούσε τη φορεσιά της. Τέτοια κουλούρια έπαιρναν τα παιδιά, τα βαφτιστήρια, τα εγγόνια, ακόμα και τα παιδιά των φίλων.
"Κατ' έτος την Μεγάλη Πέμπτη... Η θεια Σοφούλα εσφουγγώνετο μέχρις αγκώνων και εζύμωνε μόνη της τας τριάκοντα εννέα αυγοκουλούρας δια τους τόσους βαπτιστικούς της... Εν συνόλω εχρειάζετο εβδομήκοντα και πλέον κοκκώνες, δηλ. παιδικός κουλούρας δια τους βαπτιστικούς, δια τους εγγονούς και τα δισεγγόνια. Εις τον αριθμόν τούτον δεν συμπεριλαμβάνονται αι μεγαλείτεραι κουλούραι, τας οποίας παρεσκεύαζε δια τας συντέκνισσας, δια τας ανεψιάς και τας δισεξαδέλφας της..."
γράφει ο Παπαδιαμάντης στην Τελευταία βαπτιστική.
Στη Χίο τις κουτσούνες τις έκρυβαν μέχρι το Μεγάλο Σαββάτο και όταν χτυπούσαν οι καμπάνες τις έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι των παιδιών και έλεγαν:
"Ξύπνα, ήρθε η γρια η Λαμπρινή και σου έφερε την κουτσούνα από το φουγάρο."



Τότε τα παιδιά σηκώνονταν, τύλιγαν την κουτσούνα τους σε ένα μαντιλάκι και την έπαιρναν μαζί στην εκκλησία. Μετά το "Χριστός Ανέστη", όταν γύριζαν στο σπίτι, την έκοβαν και την έτρωγαν. Μερικές φορές στις κουλούρες των παιδιών έδιναν και σχήματα ζώων ή πουλιών. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει το πουλάκι με μια κόκκινη κορδέλα στο ράμφος του. Στην Κέρκυρα τα τσουρέκια που έφτιαχναν σε σχήμα κούκλας, με ένα κόκκινο αυγό για κεφάλι, τα έλεγαν κολομπίνες. Συνήθιζαν όμως και τις ζαχαρένιες κουτσούνες, από αλεύρι και νερό, που τις έκαναν με χρωματιστά ζυμάρια. Αγαπημένο θέμα τους ήταν και οι καβαλάρηδες, ο Αϊ-Γιώργης και ο Αϊ-Δημήτρης, αλλά και τα σπαθιά. Έβραζαν διάφορα χορταρικά (παντζάρια, χόρτα κ.ά.) ανάλογα με το χρώμα που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν για να κάνουν π.χ. το φουστάνι της κολομπίνας, το άλογο, το σπαθί και το ζουμί το έριχναν μέσα στο ζυμάρι.
Το μεσημέρι επίσης της Μ. Πέμπτης, σε κάποιες περιοχές, ομάδες παιδιών επισκέπτονταν τις γειτονιές, κρατώντας καλαθάκια, τραγουδώντας και μαζεύοντας λουλούδια για να διακοσμήσουν τον επιτάφιο του Χριστού. Ο στολισμός του Επιταφίου γίνεται σε πολλά μέρη τις πρώτες πρωινές ώρες, μετά την τελετουργία της Σταύρωσης. Είναι έθιμο να μένουν οι γυναίκες στην εκκλησία και να τραγουδούν παραδοσιακά μοιρολόγια. Το απόγευμα στις εκκλησίες γίνεται η λειτουργία των 12 Ευαγγελίων και η αναπαράσταση της Σταύρωσης του Χριστού. Οι πιστοί προσφέρουν στεφάνια σε Αυτόν. Στη Δυτική Μακεδονία φέρνουν κουλουράκια για τους ζωντανούς και μετά την εκκλησία τα μοιράζουν στον κόσμο. Στη Ρόδο ανάβουν φωτιές και τα παιδιά πηδούν και καίνε το "μάρτη" τους. Οι γυναίκες, στην Κεφαλονιά, βάζουν στη μέση τους μια λουρίδα και μετά από κάθε Ευαγγέλιο δένουν και από έναν κόμπο παρακαλώντας να γίνει μέσα στη χρονιά ό,τι ποθούν. Κάθε οικογένεια, στα περισσότερα μέρη, φέρνει στην εκκλησία για να αγιαστούν τα πιο πολύτιμα πράγματα του σπιτιού: ψωμί, αλάτι, αυγά, νερό σε μπουκάλια κ.ά. θαυμαστές ιδιότητες αποδίδουν στα κεριά της Μεγάλης Πέμπτης. Έπειτα από κάθε Ευαγγέλιο, στην Αγιάσο στη Λέσβο, έφτιαχναν με το κερί ένα σταυρό και μετά την εκκλησία κόλλαγαν τα 12 σταυρουδάκια στο σπίτι, σε διάφορα σημεία, για να ψοφάνε οι κοριοί και οι ψύλλοι. Για φυλακτό έχουν το κερί που μένει άκαυτο, στη Σπάρτη. Όταν μπουμπουνίζει και αστράφτει το ανάβουν για να μην τους πέσει αστροπελέκι. Στη Λήμνο πάλι, στη βάση που ακουμπάει ο παπάς το Ευαγγέλιο οι μητέρες κρεμούσαν τα τσεμπέρια των παιδιών τους για να είναι γερά. Ακόμα και τις κασέλες άνοιγαν στο Γύθειο, γιατί πίστευαν πως θα εξαφανιστούν τα ποντίκια.



"Σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα,
σήμερα κόσμος θλίβουνται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα βάλανε βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κ' οι τρισκαταραμένοι,
για να σταυρώσουν το Χριστό, τον πάντων βασιλέα..."
Σε μερικά μέρη τη Μεγάλη Πέμπτη ετοιμάζουν τον «Ιούδα». Από παλιά ρούχα φτιάχνουν το ομοίωμα του και το περιφέρουν από σπίτι σε σπίτι ζητώντας "καψίδια". Κάθε νοικοκυρά δίνει ό,τι της βρίσκεται. Κληματόβεργες, λινάτσες ή του ρίχνει πετρέλαιο.
"Ράτσα, κεράτσα δώσ' μια κληματσίδα να κάψουμε τον Οβριγιό πόχει πολλή κασσίδα, Οβριγιός φορεί φτερό στο κεφάλι τ' το ξερό..."
τραγουδούν τα παιδιά.
Τον Ιούδα τον καίνε τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλού πάλι ανήμερα το Πάσχα, τη Δεύτερη μέρα του Πάσχα, καμιά φορά και την Τρίτη.



Post Top Ad

.............