όγιος και κληρικός με φιλοσοφική και θεολογική κατάρτιση, εργάστηκε ως διδάσκαλος σε σχολεία της Κρήτης και της Ιταλίας και ανέπτυξε ευρεία συγγραφική δράση. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του κατείχε το αξίωμα του μητροπολίτη Φιλαδελφείας στην ορθόδοξη εκκλησία της Βενετίας.
Καταγόμενος από αρχοντική και πλούσια οικογένεια, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Ηράκλειο (Χάνδακα) της Κρήτης, όπου και έλαβε την εγκύκλιο μόρφωση στη σχολή του Σιναϊτικού μετοχίου της Αγίας Αικατερίνης. Η ανάδειξη της πόλης σε σημαντικό πνευματικό κέντρο της εποχής έδωσε στο Βλάχο τη δυνατότητα να παρακολουθήσει μαθήματα φιλολογίας, φιλοσοφίας και θεολογίας, ο ίδιος όμως θέλοντας να διευρύνει τη γνωστική του κατάρτιση θα μεταβεί για περαιτέρω σπουδές στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας [Υδρία, 1980: 124].
Αφότου ολοκληρώσει τις σπουδές ρητορικής, θεολογίας και φιλοσοφίας στην Ιταλία, επιστρέφει στο Ηράκλειο για να αναλάβει διδασκαλικά καθήκοντα στη σχολή του Σιναϊτικού μετοχίου. Παράλληλα, έχοντας προσχωρήσει στη ιεροσύνη, γίνεται ιεροκήρυκας και εφημέριος για να οριστεί τελικά ηγούμενος στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Σκαλωτού. Κατά την περίοδο της παραμονής του στο νησί βοηθά στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων· έχει ενεργό συμμετοχή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της πολιορκίας του Ηρακλείου μετά το 1648, ενώ αργότερα θα προσφέρει την περιουσία του για την οικονομική ενίσχυση του αγώνα [ΕΕΕ, 1983: 320].
Το 1655 θα βρεθεί στη Βενετία ως διδάσκαλος των φιλοσοφικών και θεολογικών μαθημάτων στο σχολείο της ελληνικής παροικίας της πόλης, ενώ πιθανότατα την ίδια περίοδο θα διατελέσει και εφημέριος στον εκεί ορθόδοξο ναό του Αγίου Γεωργίου [Σάθας, 1868: 336-337]. Η παραμονή του στην Ιταλία συνοδεύεται με ευρεία συγγραφική δραστηριότητα, επαφές με άλλους –στην πλειονότητά τους Γάλλους- λογίους, αλλά και συνεχείς εκκλήσεις σε ευρωπαίους ηγεμόνες για συμπαράσταση στον αγώνα των Κρητικών. Θα στείλει επιστολές στο Γερμανό αυτοκράτορα Λεοπόλδο τον Α΄ (1661), στον τσάρο Αλέξανδρο (1662) καθώς και στο Βενετό πρίγκιπα (1656 και 1662) [Υδρία, 1980: 124].
Αναχωρεί από την Ιταλία το 1662 όταν η Γερουσία της Βενετίας με ψήφισμά της του παραχωρεί την ευθύνη της εγκαταλειμμένης μονής της Παναγίας της Παλαιοπόλεως στην Κέρκυρα [ΕΕΕ, 1983: 320]. Ως μοναχός κι αργότερα ηγούμενος (1664) επιμελείται την αποκατάσταση του κατεστραμμένου μοναστηριού, ενώ παράλληλα εκφωνεί κηρύγματα και συνεχίζει το συγγραφικό του έργο. Η παραμονή του στο νησί θα διακοπεί στα 1680 όταν εκλέγεται μητροπολίτης Φιλαδελφείας από την ελληνική κοινότητα της Βενετίας, οπότε αναχωρεί εκ νέου για την Ιταλία αφήνοντας υπεύθυνο στη μονή της Κέρκυρας τον ανιψιό και μέχρι τότε βοηθό του εκεί Αρσένιο Καλούδη [Σάθας, 1868: 337].
Θα παραμείνει στη θέση αυτή ασκώντας τα αρχιερατικά του καθήκοντα έως και το θάνατό του το Μάρτιο του 1685. Με τη διαθήκη του κληροδοτούσε στο ναό του Αγίου Γεωργίου την πλούσια βιβλιοθήκη του υπό τον όρο να λειτουργήσει ως δανειστική και να έχουν πρόσβαση σ’ αυτήν οι Έλληνες της παροικίας [ΕΕΕ, 1983: 321].
Η συγγραφική παραγωγή του Γ. Βλάχου αποτελείται από φιλοσοφικές πραγματείες, θεολογικά συγγράμματα και μεγάλο αριθμό διδακτικών εγχειριδίων γραμματικής, λογικής και ρητορικής. Στα κείμενά του, τα οποία προορίζει κατά κύριο λόγο για εκπαιδευτικούς και μορφωτικούς σκοπούς, χρησιμοποιεί απλό ύφος και την καθομιλουμένη ελληνική γλώσσα της εποχής του [ΕΕΕ, 1983: 320].
Με κατάρτιση στην αρχαία και νεότερη φιλοσοφία, συνέγραψε μελέτες πάνω στα αριστοτελικά έργα στις οποίες εισάγει αναφορές δανεισμένες από τη χριστιανική θρησκεία. Ο ίδιος θεωρεί ότι η φιλοσοφία είναι η 'γνώση των όντων'· τμήμα της αποτελεί και η επιστήμη την οποία ορίζει ως 'γνώση, θεωρία, εμπειρία, διδασκαλία' [Υδρία, 1980: 124]. Ανάμεσα στα επιστημονικά του κείμενα συγκαταλέγονται η Αρμονία οριστική των όντων (1661) ένα σύγγραμμα με θρησκευτικά, φιλοσοφικά και επιστημονικά παραθέματα και ο Θησαυρός της Εγκυκλοπαιδικής Βάσεως ένα είδος λεξικού της νέας ελληνικής γλώσσας.
Πολύ καλός γνώστης της δυτικής θεολογίας αλλά και θερμός υποστηρικτής του ορθόδοξου δόγματος, προσπάθησε με τα θρησκευτικά του έργα να ενισχύσει και να υπερασπίσει τις θέσεις της Ανατολικής εκκλησίας [ΕΕΕ, 1983: 320]. Το σπουδαιότερο από αυτά, οι Διδαχές, περιλαμβάνει σε δώδεκα τόμους τα δικά του κηρύγματα της περιόδου 1652-1684.
Εργογραφία
- Θησαυρός Εγκυκλοπαιδικής βάσεως τετράγλωσσος, Βενετία, 1659
- Αρμονία Οριστική των όντων κατά τους Έλληνες σοφούς, Βενετία, 1661
- Διδαχές
- Εγχειρίδιον Μετρικής, (ανέκδοτο)
- Σχολαστικά ζητήματα εις το α΄, β΄, γ΄ βιβλίο των μετεωρολογικών του Αριστοτέλη
- Διδασκαλία περί του ακραιφνούς τρόπου του διδάσκειν το θείον και ιερόν Ευαγγέλιον
http://www.lib.uoa.gr/