O Τζίτζικας κι ο Μέρμηγκας": Ένα διασκεδαστικό...φινάλε σε ένα παραμύθι για μικρούς, μεγάλους και ΠΟΛΥ μεγάλους
01.11.2014 - 19:57
Ο μύθος "χρησιμοποιήθηκε" επίσης με ένα τρόπο άκρως χλευαστικό και από τους δανειστές του Ελληνικού Κράτους, που μας παρομοίασαν με τον ανεγκέφαλο, σπάταλο τζίτζικα που στο τέλος έπεσε στην ανάγκη του "εργατικού - πλην όμως - φιλάργυρου - τοκογλύφου, Τροϊκανού Μέρμηγκα..
Η αλήθεια είναι ότι ο" Έλληνας Τζίτζικας" δεν έπεσε στην ανάγκη του Τροϊκανού Μέρμηγκα.... Έπεσε ΘΥΜΑ της ίδιας του της ευπιστίας στις πολιτικές κάποιων επιτήδειων που παραποίησαν τα οικονομικά στοιχεία για το έλλειμμα της χώρας, με στόχο την ένταξή της σε μηχανισμό στήριξης.
Ο Έλληνας Τζίτζικας εξακολουθεί να πέφτει θύμα της ίδιας πολιτικής, που επιτρέπει τη συνέχιση της διόγκωσης του χρέους, τη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων και τη ληστρική αύξηση της φορολογίας των πολιτών.
Αν ο Αίσωπος ζούσε σήμερα, νομίζω πως θα έγραφε τον μύθο αλλιώς!!! Κι αντί την αποταμίευση να μας άφηνε παρακαταθήκη τα ιδανικά της Δικαιοσύνης, της Εναπόθεσης και της Εμπιστοσύνης στη ζωή..
Μια προσπάθεια παράφρασης του μύθου, μέσα από την σημερινή πραγματικότητα, από τον "συνήγορο" του Τζίτζικα
Κάποτε ήταν ένας τζίτζικας κι ένας μέρμηγκας που ζούσαν αρμονικά, ο πρώτος στην κορυφή ενός μεγάλου δέντρου κι ο δεύτερος στη ρίζα του. Ζούσαν έτσι γιατί εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού το τζιτζίκι είχε φτερά κι έπρεπε να κατοικεί κάπου ψηλά. Επίσης το τζιτζίκι είχε ανοιχτό μυαλό κι ελεύθερο...κατά συνέπεια η φύση του δεν του επέτρεπε να περιορίσει το οπτικό του πεδίο σε κάτι λιγότερο απ' τον ανοιχτό ορίζοντα. Εξάλλου είχε την ικανότητα να "τραγουδάει" για ένα σωρό πράγματα από την πλούσια ιστορία των προγόνων του και ν' ακούγεται απ' όλο το δάσος.
Ο σκοπός του τζιτζικιού ήταν να εξυμνεί τη ζωή και παράλληλα να δημιουργεί ευχάριστες συνθήκες εργασίας, ακόμα και στο μυρμήγκι που ήταν κοντόφθαλμο, απαισιόδοξο, φοβισμένο, δεν εμπιστευόταν κανένα και νόμιζε ότι με το να συγκεντρώνει υλικά αγαθά θα εξασφάλιζε καλύτερη ποιότητα ζωής..
Συχνά - πυκνά οι δύο γείτονες συζητούσαν για το μέλλον αλλά η κάθε κουβέντα κατέληγε σε διαμάχη, διότι οι απόψεις τους ήταν πέρα για πέρα αντίθετες.
Κατά βάθος ο μέρμηγκας ζήλευε τον τζίτζικα και ταυτόχρονα τον θαύμαζε..
Θαύμαζε το γεγονός ότι ο Τζίτζικας "έβλεπε", ό,τι εκείνος αδυνατούσε ακόμα και να φανταστεί..
Τον θαύμαζε για το κέφι του και για το ότι είχε καταφέρει να μετατρέψει το χόμπυ του σε εργασία, η οποία μάλιστα του απέδιδε αρκετά χωρίς ιδιαίτερο κόπο. (Το Θείο Δώρο της ικανότητας να τραγουδάει, του επέτρεπε να εργάζεται και ταυτόχρονα να διασκεδάζει).
Ο Μέρμηγκας ζήλευε τον Τζίτζικα και για ένα ακόμα λόγο: Δεν χρειαζόταν να ξυπνά από τ' άγρια χαράματα, ούτε ήταν απαραίτητο για την δουλειά του να σηκώνει φορτία, ούτε είχε άγχος για το τι θα επακολουθούσε την επόμενη μέρα. Απλά εμπιστευόταν τον εργοδότη και δημιουργό του, τον οποίο ευχαριστούσε καθημερινά με το τραγούδι του κι εκείνος με τη σειρά του ήταν ικανοποιημένος απ' αυτό που έκανε ο Τζίτζικας - αφού γι' αυτό τον είχε προορίσει..
Με λίγα λόγια ο Τζίτζικας ζούσε το ΤΩΡΑ, ενώ ο Μέρμηγκας, δούλευε από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου, χωρίς αναπαμό, για να ζήσει το ΑΥΡΙΟ.
Και κάποτε ήρθε ο Χειμώνας!!!
Οι αποθήκες του Μέρμηγκα ήταν γεμάτες ως το ταβάνι με τρόφιμα κι ο ίδιος απόλυτα ήσυχος πια, πως τώρα θα ξεκουράζεται για μήνες και θα τρώει από τα έτοιμα.
Στην κορυφή του δέντρου ο Τζίτζικας άρχισε να νιώθει τη πρώτη ψύχρα...Όμως δεν απογοητεύθηκε.."Κάτι θα γίνει στο τέλος" - έλεγε - "την δουλειά που μου ανέθεσαν την έφερα εις πέρας. Τι κι αν τώρα είναι κάπως δύσκολα; Ίσως να κρυώνω λίγο περισσότερο, ίσως να τρέφομαι λιγότερο...δεν θα πεθάνω όμως...θα τα καταφέρω"..μονολογούσε..και συνέχιζε: " Σε λίγους μήνες θα έρθει πάλι το ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ"
Ο Μέρμηγκας τότε δεν έχασε την ευκαιρία και τοποθετώντας το δείκτη του χεριού του στον κρόταφο, του λέει: "Αγαπημένε γείτονα και φίλε, εγώ σου τα έλεγα, μα εσύ δεν με άκουγες..Τέλος πάντων είμαι πρόθυμος να σου ΔΑΝΕΙΣΩ για τον χειμώνα, αλλά να ξέρεις πως για πολύ καιρό θα μου χρωστάς κι αν δεν τα καταφέρεις στην αποπληρωμή και στην καταβολή των τόκων, τότε θα πρέπει να μου παραχωρήσεις το ρετιρέ και να πας να βρεις άλλη κατοικία.
Ο δόλιος ο Τζίτζικας δεν πίστευε στ' αφτιά του. Αυτά τα λόγια εκστομίζονταν από τον φίλο του; Είχε ξεχάσει πόσες φορές του είχε περιγράψει όλα όσα έβλεπε από το ρετιρέ, "μεταφέροντάς" του εικόνες, χρώματα κι αρώματα από τον "έξω κόσμο";
-"Μα τι είναι αυτά που λες; Να ξεσπιτωθώ μου ζητάς; ρώτησε ο Τζίτζικας..Μέχρι εσύ να σκαρφαλώσεις στην κορυφή θα έχει τελειώσει ο χειμώνας"..του είπε..
- "Δεν έχεις άλλη επιλογή.. συμφωνεί και ο βασιλιάς του δάσους"..απάντησε ο Μέρμηγκας, "ήδη υπέγραψε το μνημόνιο" συμπλήρωσε και στράφηκε στη ρίζα του δέντρου για να μπει στην ασφάλεια της "τρύπας" του..
Για πρώτη φορά ο Τζίτζικας, ένιωσε απελπισία, η οποία μεγάλωνε όσο μαζεύονταν όλο και περισσότερα μαύρα σύννεφα στον ουρανό..
Η μπόρα δεν άργησε να ξεσπάσει και πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε νεροποντή. Ένας ορμητικός χείμαρρος παρέσυρε τα πάντα και το ισόγειο του Μέρμηγκα με όλες τις προμήθειες, κατέληξαν να βρίσκονται μέσα σ' ένα ποτάμι λάσπης, στην άλλη άκρη του δάσους.
Μέσα στον πανικό της θεομηνίας, ο Τζίτζικας έκανε την απέλπιδα προσπάθεια και άνοιξε τα νοτισμένα του φτερά. Εκείνα ευτυχώς δεν τον πρόδωσαν κι έτσι κατάφερε να πετάξει για λίγο και να μπει από μια χαραμάδα στο καταφύγιο των κυνηγών που ήταν πιο πέρα..
Εδώ θα περάσω τον χειμώνα σκέφτηκε κι άρχισε να τσιμπολογά λίγα ψίχουλα που υπήρχαν στο τραπέζι δίπλα ακριβώς από ένα ξεχασμένο μεγάλο καρβέλι ψωμί..
Έτρωγε, έκλαιγε και αναλογιζόταν αν είχε γλυτώσει ο φίλος του ο Μέρμηγκας ...Το δέντρο που κατοικούσαν είχε ξεριζωθεί και μαζί μ' αυτό χάθηκε και το ρετιρέ και το ασφαλές ισόγειο!!
Δεν πειράζει - έλεγε και ξανάλεγε ο Τζίζτζικας - αρκεί να είναι ζωντανός και το καλοκαίρι δεν θ' αργήσει να 'ρθει...
Τότε θα βρούμε μαζί ..ένα άλλο δέντρο...Το δέντρο της ΖΩΗΣ!!!
Εύα Μαστρογιαννάκη