Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΑΡΟΤΣΗΣ - Κρήτη πόλεις και χωριά

Κρήτη πόλεις και χωριά

Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟ INTEΡNET - www.kritipoliskaixoria.gr

.........
Επικοινωνήστε μαζί μας - kritipolis@hotmail.com
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΑΡΟΤΣΗΣ


Μια σκοτεινή νύχτα ένας άνθρωπος με μαύρη ψυχή έφυγε από το μεγάλο Κάστρο και χάθηκε στο σκοτάδι. Ήταν Βενετσάνος. Ο επίβουλος μηχανικός, ραδιούργος, πολυμήχανος, έξυπνος, φιλοχρήματος Ανδρέας Μπαρότσης , ο προδότης του Μεγάλου Κάστρου. Ήταν Νοέμβριος του 1667. Οι φρουροί δεν ξαφνιάστηκαν που είδαν τον άνδρα αυτόν στις γραμμές τους, είχαν συνηθίσει  σε τέτοιες νυχτερινές επισκέψεις. Ήταν τόσες πολλές οι αυτομολήσεις τον τελευταίο καιρό που θεωρούνταν πια κάτι πολύ κοινό. Λέγανε πως τούτος ο άνθρωπος είχε μια εξαιρετική τεχνική ιδιοφυΐα , ακριβό σχεδιασμό και πολύ φιλοδοξία.


«…Κι ειπέν του απού του Δερματά μπορεί να μας νικήση,

Όχι από μέσα του γιαλού, αμμ΄απού το Καντόνι

Τ΄ αγίου Πνευμάτου το τειχιό, όπου ΄τον το ροκιόνι.

Κι απού τηνΆμμο αν έλθουνε και ΄κει για να σιμώσουν

όσαις κι α ρίξουν λουμπαρδαίς, δεν ημπορά του δώσου.

Τούτοι δυο τόποι ήτονε κάτω ΄ς  τα περιγιάλια

Και τύχαινε για να το πη τούτο αγάλια ΄γάλια.

Μα το ‘ πε όξω φανερά ο λόγος όπου ΄βγήκε

Και του Μπαρότση  ΄ς τη καρδιά ο δάιμονας εμπήκε,

Γιατ΄ έτονε με το μουσού κι΄ ότ΄ είχανε συντύχη…

…οπού της Άμμος τη μεργιά κι απόυ τον Άγιον Αντρέα ,

Γιατί δεν ήτον φύλαξαις ΄ς  εκέινηςν την μερέαν. ..

Μπαρότσης ο αλύπητος κ έίχεν αποφασίση

Και γίνηκε επίβουλος Ιούδας και προδότης

Κι ΄όξω  την  νύκτα έδωκε και ΄γινε καταδότης.»

     Μαρίνος Ζάνε Μπουνιαλής, Ο Κρητικός πόλεμος

Ο Κρητικός Πόλεμος όπως λέγεται ο πόλεμος ανάμεσα στους Ενετούς και τους Τούρκους , όπως όλοι γνωρίζουμε κράτησε είκοσι τέσσερα  ολόκληρα χρόνια και απ΄ αυτά τα 22 αφιερώθηκαν στην πολιορκία της πόλης του Ηρακλείου . Είναι γνωστό επίσης πως από τους βασικούς λόγους που η πόλη « έπεσε » στα χέρια των Τούρκων ήταν μεταξύ άλλων και οι προδοσίες πολλών βενετών, γάλλων  και άλλων που αυτομολούσαν στην αντίθετη μεριά , με πιο γνωστή και οδυνηρή για την εξέλιξη των γεγονότων, αυτήν του Ενετού Μηχανικού Ανδρέα Μπαρότση. Αυτός τους υπέδειξε ποια ήταν τα ευάλωτα σημεία του Μ. Κάστρου και τους είπε από πού πρέπει το κτυπήσουν αν θέλουν αυτός ο πόλεμος κάποτε να τελειώσει και να βρει τους Τούρκους νικητές.

Μέχρι το τέλος του 1667 οι Τούρκοι πολεμούσαν την ΝΔ μεριά των Τειχών στον Προμαχώνα του Παντοκράτορα, Βηθλεέμ και Μαρτινέγκου. Οι δύο άκρες της θάλασσας οι προμαχώνες του Αγίου Ανδρέα και Σαμπιονέρας δεν είχαν δεχτεί επίθεση μέχρι τότε λόγω της ιδιομορφίας του εδάφους , επειδή ήταν βραχώδες και με άμμο. Από τον Ιανουάριο του 1668 από πληροφορίες πολλών αυτομόλων και κυρίως του Ανδρέα Μπαρότση ο  Μ. Βεζίρης  αλλάζει τακτική ακολουθώντας τις οδηγίες του. Ο Μπαρότσης γνώριζε πολύ καλά τα μηχανικά έργα αμύνης και λέγανε πως η στρατηγική του ιδιοφυία  ήταν αναμφισβήτητη. Ο φθόνος, η πλεονεξία η απόκτηση πολλών χρημάτων και τιμαρίων πιθανόν να τον οδήγησαν σε τέτοια προδοτική δράση.  Αποκαλύπτει λοιπόν στους Τούρκος όλες τις αδυναμίες του αμυντικού συστήματος των Ενετών και μάλιστα υπάρχει αναφορά σε κείμενα του Pavanello  ότι χάραξε πάνω σε μαλακό λίθο λεπτομερές σχέδιο της πόλης για να κατατοπίσει τον Μεγάλο Βεζίρη.  Φτιάχνουν επιχωματώσεις μεγάλης κλίμακας, κτίζουν ισχυρά λίθινα βάθρα για να στηρίξουν τα κανονιοστάσια τους, και υψηλούς πύργους απέναντι από τα δύο άκρα τοποθετώντας σ΄ αυτούς τα πυροβόλα τους έτσι ώστε να προκαλούν συνεχείς ζημιές στους δύο προμαχώνες.

Για την πράξη του αυτή ο Μπαρότσης αμείφτηκε πολύ καλά από τον Κιοπρουλή. Η ανταμοιβή και το δώρο που πήρε  δεν έμοιαζε με κανενός άλλου. κδόθηκε ειδικό αυτοκρατορικό μπεράτι που τον κατέτασσε σε ιδιαίτερη τιμητική σειρά και θέση που ακόμα και μουσουλμάνος σπάνια θα μπορούσε να έχει. Συνήθως δεν χορηγούνταν τιμάρια και φέουδα στους Χριστιανούς αλλά αυτή εδώ ήταν μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Ο Κιοπρουλής τον θεώρησε φίλο του και μια από τις διακρίσεις του ήταν ο τίτλος : « Ο τύπος και ο υπογραμμός του έθνους των Χριστιανών ο Ανδρέας* ».Το δε φέουδο που του παραχωρήθηκε βρισκόταν στην επαρχία Τεμένους  και συγκεκριμένα το χωριό Επάνω Αρχάνες  με την κοινοτική του περιφέρεια καθώς και μια μεγάλη έκταση δυτικά του Κανλί – Καστελλίου.


Στα Τούρκικα Αρχεία Ηρακλείου σύμφωνα με τον Ν.Σταυρινίδη οι Μπαρότσηδες ήλθαν
στην Κρήτη σαν άποικοι ευγενείς στα 1252 , περίπου 41 χρόνια μετά την κατάκτηση του νησιού από τους Ενετούς. Ο πρώτος Μπαρότσης που εγκαθίσταται στην Δυτική  Κρήτη ονομάζεται Ανδρέας και   δίδεται σ  αυτόν δύο καβαλλαρίες , δηλ. δύο φέουδα που ήταν τα χωριά Μυριοκεφάλα, Αργυρούπολη, Άγιος Κωνσταντίνος και Ρούστικα του Ν. Ρεθύμνης .Ακόμη και σήμερα μια ολόκληρη συνοικία της Αργυρούπολης ονομάζεται « Μπαροτσιανά». Επίσης υπάρχει και μια εκκλησία στην ίδια συνοικία με το όνομα « Η Παναγία του Μπαρότση». Μέχρι και το 1941 στο χωρίο Αργυρούπολη σωζόταν το μέγαρο Μπαρότση το οποίο κατεδαφίστηκε από τους Γερμανούς για να χρησιμοποιηθούν τα υλικά σε ένα κέντρο διασκέδασης. Σα Ρούστικα υπάρχει η τοποθεσία « Μπατσουναριά » και μια μεγαλοπρεπής βρύση με πολλά εδώλια που φέρει την επιγραφή Φραγκίσκος Μπαρότσης και χρονολογείται το 1509. Οι Μπαρότσηςδες συναντούνται και σε άλλα μέρη της Κρήτης, όπως στο μοναστήρι της Κεράς Γωνιάς Κισάμου στα 1659, αλλά και στο Μεγάλο Κάστρο που στο μόνο έγγραφο που σώζεται αναφέρεται ότι ανήκαν στην τάξη των « πολιτών». Στο Μεγάλο Κάστρο υπήρχε επίσης μια ορθόδοξη εκκλησία « η Παναγία η Μπαροτσανή » που πιθανόν στο ίδιο κτίσμα ή τοποθεσία υπήρχε και η οικία Μπαρότση.

Ο Ανδρέας Μπαρότσης που θα απασχολήσει εμάς ανήκε δογματικά και φυλετικά στην οικογένεια των Βενετσιάνων Μπαρότσηδων και μάλιστα οι ιστορικοί της εποχής τον θεωρούν Λατίνο στο θρήσκευμα .
Μετά το τέλος  του περίφημου Κρητικού πολέμου σύμφωνα με τα Τούρκικα Αρχεία Ηράκλειου , ο Ανδρέας Μπαρότσης παραμένει στην πόλη για δύο περίπου χρόνια. Προσπαθεί να ζήσει από το φέουδο που του παραχωρήθηκε σαν αμοιβή για την προδοσία του  όμως συναντά πολλές δυσκολίες και από τους Χριστιανούς δουλοπάροικούς του και από τους Τούρκους αγάδες και άλλους ισχυρούς ης εποχής.

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΜΠΑΡΟΤΣΗ

Συνεχίζει να χρηματίζεται για διάφορες υπηρεσίες του , όμως το φέουδό του αν και ήταν προσοδοφόρο δεν του αποφέρει τα έσοδα που εκείνος είχε υπολογίσει. Ειδικά από τα χωριά των Επάνω Αρχανών και Κανλί Καστελλίου όσοι ήθελαν να επισκεφθούν μέρη που οδηγούσαν στο Μονοφάτσι και στη Μεσσαρά έμεναν σ αυτά μαζί με τα ζώα τους και ανάγκαζαν τους κατοίκους Χριστιανούς να τους τροφοδοτούν. Επιπλέον οι τουρκικές αρχές ανάγκαζαν τον Μπαρότση να τους πληρώνει διάφορα ποσά , δημιουργώντας πολλά εμπόδια όταν ήθελε να εισπράξει τα νόμιμα δικαιώματα που τα εισέπρατταν αυτοί οι ίδιοι που θεωρούνταν εισπράκτορες του Δημοσίου. Όλος ο χριστιανικός πληθυσμός μισούσε θανάσιμα τον Μπαρότση ώστε ακόμα και οι δικοί του δουλοπάροικοι τον εγκαταλείπουν και τα χωριά από το φέουδό του αρχίζουν να ερημώνονται . Άρχισε να νοιώθει ανασφαλής στην Κρήτη και ειδικότερα μετά την αποκατάσταση των Ενετών με την Οθωμανική Αυτοκρατορία όταν οι ενετοί έμποροι δεν έλειπαν από τα Κρητικά λιμάνια. Ήξερε πως για τους Ενετούς θα ήταν πάντα ένα « μαύρο πρόβατο» αφού τον θεωρούσαν κύριο υπεύθυνο για τον χαμό του πιο σπουδαίου τους φρουρίου στη  Μεσόγειο θάλασσα. Η αλήθεια ήταν πως ο Μπαρότσης παρακολουθείτο συνέχεια σε κάθε του κίνηση. Ήθελε λοιπόν να φύγει από το νησί και να αλλάξει το φέουδό του με ένα άλλο αυτό της Χίου ή να εγκατασταθεί στην Κων/λη. Φεύγει από την Κρήτη το 1671 για την Ανδριανούπολη πράγμα που οι Βενετσιάνοι πράκτορες πληροφορούνται αμέσως όπως και ο Βάϊλος ( πρέσβης ) της Ενετίας στην Κων/λη. Μάλιστα στις αρχές του Ιανουαρίου του 1672 γίνεται μια απόπειρα δολοφονίας του Μπαρότση από έναν Γάλλο Ευγενή που ονομαζόταν Κόντε , με πιστόλι, την ώρα που έπαιζαν μαζί,  χαρτιά. 
 
 
Ο υπηρέτης του Γάλλου έβαλε μπροστά το χέρι του και ο  Μπαρότσης δεν έπαθε τίποτα.
Επιστρέφει και πάλι στην Κρήτη,  τον  παρακολουθούν άγρυπνα .Ένα μυστικό έγγραφο του αρχείου της Ενετίας αναφέρει πως ο Κιοπρουλής που βρίσκεται στην Πολωνία χρειάζεται τη γνώμη του Μπαρότση για ο φρούριο Καμενέτζ που  πληροφορείται από ένα Γάλλο αρχιμηχανικό. Μεταφέρεται στην Κων/λη με γαλέρα και συναντιέται με τον Μεγάλο Βεζίρη. Του χαράζει μάλιστα πάνω σε πέτρα το φρούριο του Καμενέτζ για να δει ο Κιοπρουλής αν ήταν το ίδιο με αυτό που έλεγε ο Γάλλος μηχανικός και τωρινός προδότης σχεδίων. Η βοήθεια του Μπαρότση αποδείχτηκε τόσο πολύτιμη που το κάστρο έπεσε στα χέρια των Τούρκων, καταστώντας τον Μπαρότση απαραίτητο τεχνικό σύμβουλο του Μ. Βεζίρη. Είναι η στιγμή που βρίσκει την ευκαιρία ο Μπαρότσης να ζητήσει την εγκατάλειψη του φέουδού του στην Κρήτη παραθέτοντας ένα σωρό λόγους και να του δοθεί αυτό της Χίου. Ο Μ. Βεζίρης όμως δεν εκπληρώνει την επιθυμία του αμέσως και ο Μπαρότσης επιστρέφει ξανά στην Κρήτη φέρνοντας « φιρμάνι » από το Τελωνείο της Κωνσταντινούπολης για αυτό το θέμα. Οι διαταγές αυτές όμως δεν γίνονται δεκτές από τους Γενίτσαρους και Αγωνιστές που έχουν πια εγκατασταθεί στο Μ. Κάστρο . Είναι Γενάρης του 1673. Ο Μπαρότσης ξαναφεύγει από την Κρήτη για την Ανδριανούπολη. Συνεχίζει να είναι ο ευνοημένος του Κιοπρουλή και να τον βοηθά σε όλες τους τις στρατιωτικές επιχειρήσειςμέχρι και το 1676 που ο Φεζίλ Αχμέτ Πασάς Κιοπρουλής πεθαίνει. Η θέση του Μπαρότση γίνεται πολύ δύσκολη τώρα και προσπαθεί αν κερδίσει την εύνοια του νέου πασά Καρά Μουσταφά συνεχίζοντας να προδίδει χίλια δυο σχέδια . Έχει χάσει πια κάθε αίσθημα ανθρωπισμού και χριστιανικής συνείδησης και γίνεται όργανο δολοπλοκιών και πολίτικων βλέψεων και για άλλα κράτη. Τον χρησιμοποιούν οι Γάλλοι που έχουν συμφέροντα να εξωθήσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά των Γερμανών. Έτσι πια αμείβεται από παντού.  Το Σεπτέμβριο του 1677 επιτελούς καταφέρνει να ανταλλάξει το φέουδό του στην Κρήτη με το χωριό Χαλκούση της Χίου. Νομίζει ότι μ αυτόν τον τρόπο θα ησυχάσει πια από τις τύψεις και τις φοβίες του .Οι Ενετοί όμως δεν λησμονούν ανθρώπους σαν αυτό και η ώρα της εκδίκησης φτάνει σιγά σιγά.


Οι Βενετσιάνοι Βάϊλοι έχουν εξουσιοδοτηθεί από την προϊσταμένη τους αρχή να μην λυπηθούν όσα χρήματα και αν ξοδέψουν στην υπόθεση αυτή, αρκεί να τον εξοντώσουν. Στα 1680 επιχειρείται μια νέα απόπειρα εναντίον του Μπαρότση. Ο Τζιοβάννι Μοροζίνι Πρέσβης της Ενετίας στην Κωνσταντινούπολη, εξαγοράζει με πολλά χρήματα κάποιον Βενετσιάνο Τζουάννε Ντάμπι που ήταν εξόριστος στην Κωνσταντινούπολη  καθώς και ένα εξωμότη του Χασάν Αγά, πρόγονο του Νταμπί και φίλο του Καρά Μουσταφά Πασά. Του βάζουν  μια μέρα στο κρασί μερικές στάλες δηλητήριο, όμως ή λόγω γερής κράσης του Μπαρότση ή γιατί το δηλητήριο δόθηκε σε λίγη ποσότητα ή λόγω παλαιότητας είχε χάσει την δραστικότητά του, ο Μπαρότσης αν και έχασε τις αισθήσεις του και πάλι σώθηκε.

Άλλη μια απόπειρα γίνεται τον Απρίλιο του 1682 που θα είναι και η τελευταία. Του στήνουν παγίδα και τον δηλητηριάζουν ξανά. « …οι γιατροί του βρήκαν ότι είχε εσωτερικές διαβρώσεις, φλογώσεις στο πρόσωπο και η διάγνωσή του ήταν πως έπασχε από κακοήθη πυρετό…άρχισαν τις εντομές και τις καυτηριάσεις. Στο τέλος είπαν ότι το κακό της αρρώστιας βρισκόταν στα έντερα του αρρώστου κι απελπίσθηκαν, δεν πήγε ο νους τους στην πραγματική αφορμή της ασθένειας.* »

Κι όπως δεν είχε κανένα συγγενή , ούτε φίλο κανένας δεν ενδιαφέρθηκε γι  αυτόν. Στην κηδεία του ακολούθησαν μερικοί από τους Βενετσιάνους και η λειτουργία εψάλλει από τον Επίσκοπο μόνο και μόνο από ευσπλαχνία και για να εκπροσωπήσει την παροικία των Καθολικών της Κωνσταντινούπολης.

Η αμοιβή των δύο ανδρών που έβαλαν τέλος στη ζωή του Ανδρέα Μπαρότση ήταν : Στον Χασάν Αγά 2 πουγκιά χρήματα και του Τζουάννε Ντάμπι  εκτός από ημερήσια επιχορήγηση πήρε σαν δώρο και 200 ρεάλια και φυσικά πήρε χάρη για τον υπόλοιπο χρόνο της εξορίας του.

Όλοι όσοι επέζησαν εκείνα τα χρόνια ήταν της γνώμης πως το Μεγάλο Κάστρο δεν έπεσε από σπαθί αλλά από προδοσία .Ο μεγάλος Ρεθεμνιώτης ποιητής του Κρητικού πολέμου Ζάνε Μπουνιαλής λέει τελειώνοντας το υπέροχο έργο των 11.000 στίχων του :


Κι ήρθες και με πολέμησες και θέλεις να διγάσαι


Μα πως με πήρες με σπαθί ποτέ σου μην καυχάσαι.


Την  ίδια γνώμη ασπαζόμαστε ως τις μέρες μας.



Post Top Ad

.............