Η Πολυφίλητη, το κρητικό γλωσσικό ιδίωμα,
και το "άγγιγμα" της ιστορίας
Εκδήλωση οργανωμένη από τους φίλους του συγγραφέα και το Πολύκεντρο Σητείας
Μια σπάνια βραδιά αναμένεται να περάσουν όσοι βρεθούν ΣΗΜΕΡΑ το απόγευμα της Δευτέρας, στις 7 το απόγευμα, στο Πολύκεντρο Σητείας. Μια ομάδα Στειακών, φίλοι όλοι του Νίκου Ψιλάκη, προσκάλεσαν τον συγγραφέα της Πολυφίλητης σ' ένα διάλογο με επίκεντρο τη λογοτεχνία, τον Κρητικό Πόλεμο (1645-1669) και τη γλώσσα ως κώδικα επικοινωνίας.
Στην Πολυφίλητη, το τελευταίο έργο του Κρητικού συγγραφέα, αναπλάθεται η Κρήτη του 17ου αιώνα μέσα από μικρές ανθρώπινες ιστορίες και, κυρίως, μέσα από την ιστορία μιας νέας γυναίκας που βιώνει την 22χρονη πολιορκία του Χάνδακα κλεισμένη σε μιαν ακρινή γειτονιά της πόλης, αφού πρώτα είχε αφήσει έκθετο το παιδί της στα σκαλοπάτια του Αγίου Σαλβαδόρου. Στον πολιορκημένο Χάνδακα συνωστίζονται στρατιώτες από πολλές χώρες της Ευρώπης, μισθοφόροι απεσταλμένοι του Πάπα και διαφόρων ηγεμόνων της γηραιάς ηπείρου, που θεωρούν την Κρήτη ως τελευταίο οχυρό της Χριστιανοσύνης στην Ανατολή. Συνωστίζονται, όμως, και πρόσφυγες· Κρητικοί που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους -τα Χανιά, το Ρέθυμνο, τη Σητεία, τα χωριά της ενδοχώρας. Ένας απ' αυτούς γίνεται δημόσιος κήρυκας στα τελευταία χρόνια της πολιορκίας. Είχε έρθει από τη Σητεία και είναι ένας από τους δευτερεύοντες ήρωες του έργου. Ωστόσο, ο ρόλος του γίνεται ιδιαίτερα σημαντικός γιατί, μέσα απ' αυτόν, ο συγγραφέας βρίσκει την αφορμή να μιλήσει πολλές φορές για το εκφραστικό γλωσσικό ιδίωμα της Κρήτης:
"Μακάρι να μη σταματούσε, μακάρι να φώναζε μέρα και νύχτα, και να εξηγούσε τα ξερά κείμενα που συντάσσανε οι γραμματικοί της εξουσίας. Από την άλλη άκρα του νησιού ήταν φερμένος, από το πατημένο κάστρο της Ανατολής, τη Στεία, πρόσφυγας κι αυτός. Κοντακιανός, λιπόσαρκος, σβέλτος, με μάτια που βγάζανε σπίθες. Μόλις χτες διάβαζε τις οδηγίες για την εγκατάλειψη της πόλης και για να τις καταλάβουν όλοι εξηγούσε τη θύελλα σα «φούσκωση του ανέμου». Άλλες φορές μετάφραζε λέξεις και φράσεις αλάκερες, έκανε τους απειράριθμους στρατιώτες «χιλιομυριαρίφνητους» και την τρικυμία «αναχοχλάκισμα του κυμάτου». Αχ, κακόπαθη πατρίδα μου, Κρήτη μυριοδάκρυτη, πόσα μαργαριτάρια πολύτιμα κρύβεις ακόμη στη λαλιά των παιδιών σου!"
Με τους λογοτεχνικούς ήρωές του ο συγγραφέας μάς επιφυλάσσει ένα ταξίδι στην Κρήτη μιας άλλης εποχής, αναφερόμενος όχι μόνο στα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την ευρωπαϊκή ιστορία, αλλά και στα ήθη, στη γλώσσα, στα προτάγματα, στις αγωνίες, στους φόβους, στις ελπίδες, στις διαψεύσεις. Παράλληλα, όμως, συζητά διαχρονικά προβλήματα που απασχολούν και τις σημερινές κοινωνίες, όπως είναι η διαχείριση του φόβου από τις εκάστοτε εξουσίες.
Είναι πρωτότυπο και ασυνήθιστο να οργανώνεται μια εκδήλωση παρουσίασης βιβλίου κι ένας διάλογος με την κοινωνία μιας πόλης από μια ομάδα ανθρώπων, φίλων του συγγραφέα. Στην περίπτωση της Πολυφίλητης, πάντως, οι οργανωτές βρήκαν την ολόθερμη συμπαράσταση του Δήμου και του Πολύκεντρου Σητείας.