Ένας χρόνος πέρασε από τη μέρα που ο φιλόλογος Σήφης Κοσόγλου έφυγε από τη ζωή, χάνοντας τη μάχη με την επάρατη νόσο.
Την ερχόμενη Κυριακή, 25 Οκτωβρίου και ώρα 8.30 στον Ι.Ν. Αγίου Αντωνίου Σοκαρά η οικογένειά του τελεί μνημόσυνο στη μνήμη του και καλεί τους συγγενείς και τους φίλους να παραστούν.
Την ερχόμενη Κυριακή, 25 Οκτωβρίου και ώρα 8.30 στον Ι.Ν. Αγίου Αντωνίου Σοκαρά η οικογένειά του τελεί μνημόσυνο στη μνήμη του και καλεί τους συγγενείς και τους φίλους να παραστούν.
Ο γενέθλιος τόπος του
ο Σοκαράς έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος τόσο ως κοινότητα
όσο και ως ιστορική οντότητα, γιατί η θητεία του Σήφη ως αιρετού
Προέδρου της, την τετραετία 1994-1998, δεν συνδέθηκε μόνο με κοινωφελή ή
εγγειοβελτιωτικά έργα, αλλά και με την ανάδειξη αυτού του τόπου ως
«μαρτυρικού χωριού».
Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής στο Γυμνάσιο και Λύκειο Μοιρών, αλλά και σε σχολεία του Ηρακλείου.
Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής στο Γυμνάσιο και Λύκειο Μοιρών, αλλά και σε σχολεία του Ηρακλείου.
Ο Σήφης Κοσόγλου διετέλεσε πρόεδρος της κοινότητας Σοκαρά, ενώ έγραψε πολλά βιβλία για τον τόπο που μεγάλωσε και λάτρεψε.
Eυτύχησα
να τον γνωρίσω να του σφίξω το χέρι και να πούμε δυό κουβέντες στο
Νοσοκομείο όπου είχαμε βρεθεί με αφορμή τότε
ευχάριστο γεγονός αφού εγώ έγινα Πατέρας και ο Σήφης Παππούς.
Αλλάξαμε τηλέφωνα και ανανεώσαμε το ραντεβού μας που δυστυχώς δεν έγινε ποτέ.
Να βρεθούμε στο ΣΔοκαρά μου είχε πεί να έρθεις να πιούμε μια ραικί και να σε πάω εγώ σε μέρη να φωτογραφίσεις.
Ηρθε όμως λίγες ημέρες μετά στο Ράδιο Κρήτη και μου άφησε τα βιβλία του αλλά δεν ήμουν εκεί.
Το
χρέος του φιλολόγου δεν είναι μόνο να διαβάζει, να ερμηνεύει, να
εντάσσει τα κείμενα στο ιστορικό τους περιβάλλον ή να αναδεικνύει τη
σημασία τους και να τα διδάσκει∙ χρέος του είναι, επίσης, να ανακαλύπτει
τα κείμενα και να τα εκτιμά, όσο περιφρονημένα κι αν είναι από τον
χρόνο, ως μαρτυρίες ζωής, ως τεκμήρια διεκδικήσεων και ως φωνές
πατριωτικής αυτογνωσίας. Για τον Σήφη τον Κοσόγλου, και οι δυο
διαστάσεις του χρέους συνυπάρχουν στη ζωή του∙ είναι ο τρόπος του να ζει
και να σκέφτεται σ’οποιουδήποτε τόπου το χώμα πατεί. Έτσι έκανε
πάντοτε, από τα φοιτητικά μας χρόνια στα Γιάννενα κι έπειτα νεοδιόριστοι
στην Κάσο και όλα τούτα τα χρόνια στην Κρήτη.
Ο
γενέθλιος τόπος του ο Σοκαράς έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος
τόσο ως κοινότητα όσο και ως ιστορική οντότητα, γιατί η θητεία του Σήφη
ως αιρετού Προέδρου της, την τετραετία 1994-1998, δεν συνδέθηκε μόνο με
κοινωφελή ή εγγειοβελτιωτικά έργα, αλλά και με την ανάδειξη αυτού του
τόπου ως «μαρτυρικού χωριού». Το βιβλίο του με τον δραματικό τίτλο “Τη
17η Αυγούστου, εφυφεκίσθημεν, ελεηλατήθημεν και εδιώχθημεν υπό των
Γερμανών”, που αναβιώνει απεγνωσμένες διαπιστώσεις χορού αρχαίας
τραγωδίας, συμβάλλει στην ικανοποίηση του συλλογικού αιτήματος.
«Να με θυμάστε – είπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα
Χωρίς ψωμί, χωρίς νερό και τριαντάφυλλα.
Την ομορφιά ποτές μου δεν την πρόδωσα.
Όλο το βιός μου το μοίρασα δίκαια.
Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμφτωχος
Με ένα κρινάκι του αγρού
Τις πιο άγριες νύχτες μου φώτισα.
Να με θυμάστε...
Χωρίς ψωμί, χωρίς νερό και τριαντάφυλλα.
Την ομορφιά ποτές μου δεν την πρόδωσα.
Όλο το βιός μου το μοίρασα δίκαια.
Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμφτωχος
Με ένα κρινάκι του αγρού
Τις πιο άγριες νύχτες μου φώτισα.
Να με θυμάστε...
[Γ. Ρίτσου: Συλλ. Τα αρνητικά της Σιωπής]
Στη ζωή μου προσπάθησα να πορευτώ με Ανθρωπιά, με Αξιοπρέπεια, με Καλοσύνη καιΔικαιοσύνη.
Χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς εμπάθεια, χωρίς προκατάληψη για κανέναν των ανθρώπων... Μα προπάντων χωρίς κακία ή έχθρα...
Αγάπησα - «ερωτικά» θα' λεγα - ότι έμψυχο (άνθρωποι προπάντων) ή άψυχο υπήρξε γύρω μου...
Αγάπησα την ίδια τη Ζωή με πάθος και προσπάθησα να ρουφήξω όλες τις μικροχαρές της... Πάντα να λαχταρούσα να προλάβω να ζήσω...
Αγάπησα πολύ τα ταξίδια που δίνανε νόημα και χαρά στη ζωή μου...
Αγάπησα τα δέντρα (τις ελιές, τις κουτσουπιές, τα πλατάνια, τα πεύκα, τις ροδιές... όλα).
Αγάπησα τα φυτά (όλα) προπάντων όμως λάτρεψα τα λουλούδια (τα γεράνια, τους ιβίσκους, τις μπουκαμβίλιες... όλα).
Αγάπησα τα
πουλιά – προπάντων τους ανέμελους γλάρους και τα κοτσύφια με το
παραπονιάρικο κελάηδημα μου... Τα χελιδόνια που κουβαλούν την Άνοιξη...
Αγάπησα και λάτρεψα τη φύση – ομολογουμένως τη φύση – ήθελα να ζω μια ζωή.
Αγάπησα τα
βουνά, τους λόφους, τα ποτάμια, τα ρυάκια, τη βροχή, τα σύννεφα.
Προπάντων όμως λάτρεψα τη θάλασσα, όλες τις εποχές...
Απλός και ανθρώπινος προσπάθησα να είμαι με όλους – με τους μαθητές στο σχολείο – με τους συνανθρώπους στην κοινωνία – παντού.
Αγάπησα και
λάτρεψα τη χώρα μου – «το τρελλοβάπορο» την Ελλάδα μας – που δυστυχώς
διαχρονικά την ευτελίζανε και την εξευτελίζανε ανίκανοι πολιτικοί, ώσπου
να την φουντάρουνε οικονομικά και να την παραδώσουν στη χλένη και την
απαξίωση των άλλων...
Αγάπησα και
λάτρεψα τον τόπο μου – την Κρήτη – για ότι μεγαλειώδες δημιούργησε στο
χώρο του πολιτισμού και όχι φυσικά το χώρο του ρατσισμού και των
μπιστολιών...
Προπάντων όμως αγάπησα και λάτρεψα το γενέθλιο χώρο τον Σοκαρά μου.
Έναν τόπο
αγιασμένο με το αίμα των 27 εκτελεσθέντων της Σπηλιάρας, συν των 4
μεμονωμένα εκτελεσθέντων (Γιώργης Ανδρεαδάκης, Σταύρος Ανδρεαδάκης,
Δημήτρης Βαλαβάνης, Θοδωρής Μαρής) και των αδικοχαμένων Αντ. Αρκουλάκη
(Κουφαντώνη), Μόσχαρη, Θοδ. Καταρτζόγλου.
Μια ζωή ο Σοκαράς ήταν η έγνοια μου, ο καημός μου, ο στόχος μου, η «αρρώστια μου».
Ήθελα να τον δω ψηλά, όπως του άξιζε...
Σαν θα' ρθει το τέλος θα' θελα μονάχα να' ρθει χωρίς πόνο κι εγώ να φύγω Περήφανος,Γενναίος και Αξιοπρεπής.
Αν κάτι καλό
έκανα στη ζωή μου – σε οικογενειακό – σχολικό ή κοινωνικό επίπεδο –
εκείνο που ζητώ απ' τους δικούς μου ανθρώπους και τους ανθρώπους που
γνώρισα είναι να με θυμούνται με αγάπη... Τίποτα άλλο...
Και σαν πεθάνω αφήνω παραγγελιά, πως δεν θέλω στέφανα από ανθοπωλεία, κλάμματα κ.α. Δεν θέλω τίποτα από κανέναν...
Μονάχα,
όποιος θα' ρθει να μ' αποχαιρετήσει να κρατά μαζί του – ένα απλό
λουλούδι από τον κήπο του ή από τον κήπο της φύσης (ένα αγριολούλουδο).
Και φυσικά όχι τραπέζια και τέτοια...
Έναν απλό
καφέ κι όλα τ' άλλα – χρήματα εννοώ – να γίνουν «γωνιές ευλογημένες» για
τα παιδιά του Σοκαρά (παιδικές χαρές, βιβλιοθήκη), τη διάσωση μνημείων
(Βάκιοτες, Ζουρίδη Μύλος) τη στέγαση του Ιστορικού και φωτογραφικού
υλικού, τη δημιουργία Λαογραφικού Μουσείου (χώρος Αποθηκών
Συνεταιρισμού).
Όπως και να' χει «εγώ φεύγω... εσείς να δούμε τώρα...» καθώς έλεγε και ο αγαπημένος μου Οδυσσέας Ελύτης.
Αν φεύγω ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά θα νιώθω πολύ ευτυχισμένος...
Να με θυμάστε...
Σήφης Κοσόγλου
Ιούλης 2014