Η 25χρονη ακτιβίστρια από την Κρήτη περιγράφει στο «Εθνος της Κυριακής» τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε από το χτύπημα των 7,8 Ρίχτερ αλλά και τις εμπειρίες που αποκόμισε διδάσκοντας αγγλικά σε 45 μικρά παιδιά
H Κλειώ Ρουσσομουστακάκη λέει ότι για την ίδια το ταξίδι αυτό δεν ήταν εφιάλτης, αλλά ένα θεόσταλτο δώρο.
«Oι στιγμές που βοηθάς είναι πιο ιερές κι από τις στιγμές που προσεύχεσαι. Εμαθα να εκτιμώ τα όσα θεωρούσα δεδομένα, όπως καθαρό νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, εκπαίδευση. Εμαθα ότι στη ζωή πρέπει να μάχεσαι και να μη σταματάς ποτέ να χαμογελάς». Με αυτά τα λόγια η 25χρονη ακτιβίστρια Κλειώ Ρουσσομουστακάκη από την Κρήτη περιγράφει στο «Εθνος της Κυριακής» τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε από το ταξίδι της στο Νεπάλ. Ενα ταξίδι που θα μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη και την καρδιά της, αφού η ίδια και ο σύντροφός της είχαν εγκλωβιστεί στο Νεπάλ μετά τον ισχυρό σεισμό των 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Η Κλειώ και ο σύντροφός της κατάφεραν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, κάνοντας ενδιάμεσες στάσεις στο Αμπού Ντάμπι και το Βελιγράδι.
Για την 25χρονη το ταξίδι αυτό δεν ήταν εφιάλτης, αλλά ένα θεόσταλτο δώρο. Ενα δώρο που συνδυάζει την ανιδιοτελή προσφορά και την αγάπη στον συνάνθρωπο. Η Κλειώ είχε βρεθεί στο Νεπάλ μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Κατερίνα και την παρέα τους για τις διακοπές του Πάσχα, αλλά όταν η παρέα τους επέστρεψε, εκείνη αποφάσισε να παραμείνει μαζί με τον Πορτογάλο σύντροφό της, Ζοάου, στην περιοχή για να προσφέρει εθελοντική εργασία ως δασκάλα αγγλικών στο ορεινό χωριό Γκαουνσαχάρ. Η Κλειώ έχει ολοκληρώσει τις σπουδές της στα τουριστικά επαγγέλματα, είναι φοιτήτρια Νομικής, ενώ ο σύντροφός της είναι μάνατζερ ποδοσφαίρου στη Βαρκελώνη. Οι ιστορίες που έχει να θυμάται δεν αποτυπώνονται εύκολα σε ένα χαρτί.
«Το Νεπάλ είναι μια υπέροχη χώρα. Κυρίως όμως οι άνθρωποι είναι καταπληκτικοί», εξομολογείται η Κλειώ. «Αυτό το μέρος είναι μαγικό, γεμάτο πνευματικότητα, θετική ενέργεια, μυστικισμό, πίστη, ομορφιά και χαρά. Οι άνθρωποι είναι αγνοί και γεμάτοι καλοσύνη, πιστοί και ταυτόχρονα ελεύθεροι. Είναι πάμφτωχοι και εξαθλιωμένοι, ωστόσο τους χαρακτηρίζει μια έμφυτη αξιοπρέπεια και μια εκπληκτική ευγένεια. Παρόλο που υπάρχουν πείνα και φτώχεια, θα τους δεις πάντα χαμογελαστούς. Δεν μαλώνουν μεταξύ τους. Είναι φτωχοί, αλλά δεν είναι μίζεροι. Δεν υπάρχουν δρόμοι, δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε καν τρεχούμενο πόσιμο νερό από δίκτυο ύδρευσης. Τα παιδιά τρέχουν ξυπόλητα, στερούνται πράγματα που ο δικός μας πολιτισμός τα θεωρεί κάτι περισσότερο από αυτονόητα. Εξι μέρες την εβδομάδα δίδασκα αγγλικά σε 45 παιδιά, ηλικίας 5 έως 8 ετών. Τι υπέροχη εμπειρία! Περπατούσαμε στο χωριό και όλοι μας χαιρετούσαν με ενθουσιασμό. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή για μένα ήταν όταν έβλεπα τα παιδιά αυτά να γελάνε, να τραγουδάνε, να σου λένε με τα μάτια τους ότι σε λατρεύουν».
Το χωριό που βρίσκονταν όταν χτύπησε ο Εγκέλαδος ήταν από τα… «τυχερά», καθώς δεν είχε υποστεί μεγάλες ζημιές λόγω της δόμησης, αφού τα περισσότερα κτίσματα ήταν ουσιαστικά καλύβες. Αρχικά, λοιπόν, δεν ήταν δυνατόν να αντιληφθούν το μέγεθος της καταστροφής, αλλά όσο περνούσε ο χρόνος και οι μετασεισμοί ήταν συνεχόμενοι, ο πανικός άρχισε να κάνει την εμφάνισή του… «Ο πανικός ήταν κάτω στην πόλη και τον κατάλαβα όταν κατέβηκα για να επικοινωνήσω με τους δικούς μου και να ενημερώσω πως είμαι καλά», αναφέρει η Κλειώ.
Η μεγαλύτερη ανταμοιβή για την ίδια ήταν όταν έβλεπε τα παιδιά αυτά να γελάνε, να τραγουδάνε…
«Γίνονταν ακόμη μετασεισμοί και ο κόσμος έτρεχε ουρλιάζοντας. Υπήρχαν υλικές ζημιές, αλλά ελάχιστα θύματα. Ολοι ήταν τρομοκρατημένοι από αυτό που είχε συμβεί. Υπήρξαν στιγμές που και εγώ φοβήθηκα πάρα πολύ. Προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε τους κατοίκους και να οργανώσουμε μια αυτοσχέδια κατασκήνωση για να περάσουμε το βράδυ και γενικά να είμαστε ψύχραιμοι. Ωστόσο, όταν μετά από τρεις μέρες φτάσαμε στο Κατμαντού αποκαλύφθηκε όλη η καταστροφή μπροστά στα μάτια μας».
Η Κλειώ αναγκάστηκε να περπατήσει δύο ώρες για να πάει σε πόλη που είχε σύνδεση Internet για να επικοινωνήσει με τους γονείς της. Η διαδρομή ήταν αρκετή για να βιώσει την απόλυτη φρίκη που επικρατούσε στην περιοχή. Σε κάθε μετασεισμό οι κάτοικοι τρομοκρατημένοι έβγαιναν στους δρόμους ουρλιάζοντας.
«Δυο μέρες με τον σύντροφό μου και άλλους δυο εθελοντές πηγαίναμε με τα πόδια στην Μπεσισάρ, αλλά δεν μπορούσαμε να φτάσουμε στο Κατμαντού.Ευτυχώς την Τρίτη μεσολάβησε ένας πρόξενος και με το αυτοκίνητό του τα καταφέραμε. Αμέσως αγοράσαμε φάρμακα και κάναμε μια δωρεά γιατί η κατάσταση που αντικρίσαμε ήταν απελπιστική». Ωστόσο, όπως μας εκμυστηρεύτηκε, θέλει να ξαναπάει στην περιοχή για να προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της κι ότι σύντομα θα αναλάβει πρωτοβουλία για την προσφορά βοήθειας στις πληγείσες περιοχές.
«Αναλογιστείτε πως ο άνθρωπος δεν είναι μόνο ύλη και φαγητό. Είναι αισθήσεις και συναισθήματα. Και μόνο με άλλους ανθρώπους μπορούμε να τα μοιραστούμε… Η ευτυχία είναι το μόνο πράγμα που πολλαπλασιάζεται όταν διαιρείται. Οταν δίνεις, παίρνεις ταυτόχρονα πολλά, όπως ένα χαμόγελο, ένα ευχαριστώ, που είναι τα πιο σημαντικά πράγματα. Η εμπειρία αυτή ήταν ένα γερό χαστούκι για μένα. Ηρθαν σοβαρές συνειδητοποιήσεις και έπαψαν τα πάντα να είναι δεδομένα».