ΤΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ ΜΑΝΟΥΡΑ
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Νικολακάκη, καθηγητή του τμήματος
Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, «η βεντέτα είναι ένας
κοινωνικός κώδικας που στηρίζεται στην έννοια της τιμής και της προστασίας. Και
η τιμή αυτή αφορά άτομα από την ίδια πάντα οικογενειακή ομάδα, αποτελεί δε
στοιχείο της ταυτότητας και του κοινωνικού της κύρους».Πολλές φορές ο χώρος που
επιλέγεται από τους συγγενείς για την τέλεση του εκδικητικού φόνου είναι το
ίδιο το δικαστήριο, την ώρα που δικάζεται ο δράστης και ιδιαίτερα κατά τη
διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας ή της απαγγελίας της απόφασης. Η επιλογή
αυτή κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, καθώς ο χώρος του δικαστηρίου λειτουργεί
συμβολικά και οι «εκδικητές» με αυτόν τον τρόπο υποδηλώνουν ότι απονέμουν δικαιοσύνη.
Η ιστορία, ωστόσο, δεν τελειώνει με την εκδίκηση της οικογένειας του θύματος.
Αντίθετα, στο σημείο αυτό ξεκινά ένας αέναος κύκλος αντεκδικήσεων ανάμεσα στις
«αντίπαλες» οικογένειες, με αποτέλεσμα εκατοντάδες αθώα θύματα και δεκάδες
ξεκληρισμένες οικογένειες. Υπάρχουν βεντέτες που διήρκεσαν 70 ολόκληρα χρόνια
με περισσότερα από 60 θύματα, όπως αυτή ανάμεσα στις οικογένειες Σαρτζετάκη και
Πεντάρη που υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες βεντέτες που συγκλόνισαν ποτέ την
Κρήτη.
Η υπόθεση αυτή «έκλεισε» έπειτα από χρόνια με τον ίδιο τρόπο που
λύνονται συνήθως οι βεντέτες. Με τη διαμεσολάβηση ατόμων κύρους που έχαιραν της
εκτίμησης και των δυο αντιμαχόμενων οικογενειών, συνάπτονταν γάμοι μεταξύ μελών
των δυο οικογενειών. Με τον τρόπο αυτόν, οι δυο οικογένειες συγγένευαν και το
πάθος για εκδίκηση έσβηνε. Κάποιες φορές χρειάζονταν διαδοχικοί γάμοι,
προκείμενου να σταματήσουν τελείως οι προκλήσεις. Ένας ακόμα τρόπος για να
σταματήσει μια βεντέτα ήταν η διαφυγή των υποψήφιων δραστών ή θυμάτων σε άλλες
πόλεις. Η βεντέτα, πάντως, δεν είναι μόνο Κρητικό, ούτε καν μόνο ελληνικό
φαινόμενο. Συναντάται σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, καθώς και σε αραβικές
χώρες. Η Κρητική βεντέτα ωστόσο αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση και
συναντάται πιο συχνά στην ελληνική κοινωνία. Βεντέτες έχουν καταγραφεί κυρίως
στους δυτικούς νομούς της Κρήτης –το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο και τα Χανιά. Παρά το
γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο βρίσκεται σε ύφεση, υπάρχουν
στοιχεία σύμφωνα με τα οποία παραμένουν κάποιες «εστίες» ανοιχτές, κυρίως στη
δυτική Κρήτη και στις ορεινές περιοχές. Στα ορεινά χωριά οι κοινωνίες
παραμένουν κλειστές και η προσωπική τιμή εξακολουθεί να αποτελεί υψηλή αξία για
τους κατοίκους τους. Αντίθετα, σε περιοχές όπου ο ντόπιος πληθυσμός έχει έρθει
σε επαφή με άλλους πολιτισμούς, η νέα γενιά σπουδάζει και μορφώνεται και το
βιοτικό επίπεδο έχει ανεβεί, το «έθιμο» της βεντέτας έχει πλέον εξασθενήσει.
Άλλωστε, όπως υποστηρίζουν και οι ίδιοι οι Κρητικοί, «έστω και στη σκιά, η
διατήρηση της βεντέτας είναι δυσφήμιση για τον τόπο».
Η περίπτωση του Γιάννη Παπαδόσηφου, που σκότωσε τον φονιά του γιου του Γιάννη Βενιεράκη στις 20 Δεκεμβρίου του 1988 στην αίθουσα του Εφετείου Πειραιώς, είναι από τις πιο γνωστές στην πρόσφατη ιστορία της Κρητικής βεντέτας. Η ιδιαιτερότητά της εντοπίζεται και στην ευρηματικότητα του πατέρα που πέρασε στη δικαστική αίθουσα το όπλο της αντεκδίκησης, ένα «Παραμπέλουμ», κρύβοντάς το κάτω από τη μεγάλη γενειάδα του. Το στερέωσε μάλιστα με τη χοντρή φανέλα του μέσα από το πουκάμισο.
Ο Παπαδόσηφος δεν είχε το όπλο μαζί του, όταν μπήκε πρώτη φορά στο Εφετείο. Το είχε αφήσει οπλισμένο και απασφαλισμένο στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου ενός φίλου του. Κάποια στιγμή βγήκε από την αίθουσα για να πιει καφέ. Επέστρεψε προσποιούμενος τον ανήμπορο στους φρουρούς που του έκαναν σωματική έρευνα. Μία ώρα αργότερα επανέλαβε την έξοδό του και είδε ότι οι φρουροί δεν του έκαναν έλεγχο. Λίγο πριν από τις 12 βγήκε για τελευταία φορά από την αίθουσα, πήρε το όπλο, το έκρυψε στη γενειάδα και κατευθύνθηκε στην αίθουσα για να ολοκληρώσει την αποστολή του. Ο γιος του Παπαδόσηφου και ο δράστης είχαν μια απλή γνωριμία.
Ο δράστης «χολώθηκε όταν πληροφορήθηκε από κάποια συνδεόμενη με αυτόν γυναίκα ότι ο Μανώλης την είχε συμβουλεύσει να είναι προσεκτική στη σχέση της με τον Βενιεράκη». Στη συνάντηση που επιδίωξαν ο Βενιεράκης πυροβόλησε τον νεαρό Παπαδόσηφο με δύο σφαίρες στο στήθος, που του επέφεραν ακαριαία το θάνατο.
Η πιο πολυάριθμη βεντέτα
Η βεντέτα με τους περισσότερους θανάτους έγινε στο χωριό Βορίζα, ένα παλιό ριζίτικο χωριό στη νοτιοανατολική πλαγιά του Ψηλορείτη. Το αιματηρό δράμα ξετυλίχθηκε την 27η Αυγούστου 1955 μέσα σε δύο ώρες και κόστισε τη ζωή σε έξι ανθρώπους και την αρτιμέλεια σε άλλους δεκατέσσερις. Το κακό ξεκίνησε σε στιγμή γλεντιού, στη γιορτή του Αγίου Φανουρίου, όταν το χωριό ήταν ζαλισμένο από το κρασί και την Κρητική λύρα.
Πρώτο θύμα ο τριανταοκτάχρονος κτηνοτρόφος και δασοφύλακας Γιάννης Φραγκιαδάκης, τον οποίο σκότωσε με απανωτές μαχαιριές στην πλάτη ο καφετζής και χασάπης Μανούσος Εμμανουήλ Βεϊσάκης. Τα αίτια της διαμάχης τους δεν είναι σαφή, αν και σύμφωνα με το δικαστήριο η ένταση ανάμεσα στο δασοφύλακα και τον καφετζή ξεκίνησε από μια παράνονη υλοτόμηση του δημόσιου δάσους. Ο πρώτος φόνος πυροδότησε το μακελειό που ακολούθησε, στο οποίο δεν χρησιμοποιήθηκαν μόνο όπλα, αλλά και η ρίψη χειροβομβίδας.
Η σφαγή των Σωμαράκηδων
Μία από τις πιο άγριες Κρητικές βεντέτες, στην οποία συνυφάνθηκε το δικαιικό με το πατριωτικό αίσθημα, ήταν εκείνη που έγινε στο Ηράκλειο τον Οκτώβριο του '45. Μετά την Κατοχή συστάθηκε και συνεδρίαζε επί τρία χρόνια το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων για την τιμωρία όσων συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Τότε έγινε η δίκη πέντε μελών της οικογένειας Σωμαράκη, από το χωριό Σάρχος, τα οποία είχαν συνεργαστεί με τον εχθρό. Αν και οι ποινές που επέβαλε το δικαστήριο στους κατηγορούμενους ήταν βαριές (ποινή θανάτου, ισόβια κάθειρξη κ.ά.) οι συγχωριανοί τους θέλησαν να τους εκδικηθούν με τον δικό τους τρόπο. Με δυνατές κλοτσιές έσπασαν την πόρτα του δωματίου όπου κρατούνταν, έβγαλαν μαχαίρια και κατέσφαξαν και τους πέντε Σωμαράκηδες.
Άνοιξαν μάλιστα τα εξωτερικά παράθυρα του δωματίου και πέταξαν στο δρόμο τα κατακρεουργημένα πτώματα. Ένα φορτηγό του δήμου τα περισυνέλλεξε και τα έριξαν σε ένα λάκκο χωρίς καμία θρησκευτική τελετή. «Έγινε μακελειό» λέει ο Δημήτρης Ξυριτάκης. Και προσθέτει: «Οι κατηγορούμενοι είχαν προκαλέσει το θάνατο σε περισσότερους από 30 συγχωριανούς τους». Ο Πάτρικ Λι Φέρμορ στα πλοκάμια της Κρητικής βεντέτας
Από τη μάστιγα της Κρητικής βεντέτας δεν εξαιρέθηκε ούτε ο κορυφαίος Βρετανός συγγραφέας και φιλέλληνας Πάτρικ Λι Φέρμορ (πέθανε πρόσφατα, στις 10 Ιουνίου, σε ηλικία 96 ετών) που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Καρδαμύλη της Μάνης. Ο Φέρμορ είχε αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με την Κρήτη, αφού πολέμησε στα κρητικά βουνά στο πλευρό των ανταρτών και συμμετείχε στην απαγωγή του Γερμανού κατοχικού διοικητή της Κρήτης, Κράιπε. Στη διάρκεια της Κατοχής ο συγγραφέας σκότωσε κατά λάθος το συμπολεμιστή του Τσαγκαράκη. Οι συγγενείς του θύματος εκδήλωσαν διαθέσεις αντεκδίκησης, αλλά με το πέρασμα των χρόνων και με την παρέμβαση των παλιών συμπολεμιστών του λύθηκε η παρεξήγηση.
http://www.enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου