Πραγματικά, το πώς πίνουμε τον καφέ μας είναι αντανάκλαση των βαθύτερων πολιτισμικών ριζών μας, στα όρθια και βιαστικά σε μια εσπρέσο εκδοχή της ζωής μας ή αργά, τελετουργικά, σχεδόν με θρησκευτικότητα, όχι ιδιωτικά αλλά στην "αγορά", όπως οι παππούδες μας.
Ας δούμε λοιπόν και μεις πως θα επανέλθουμε στον παλιό καλό τούρκικο (συγγνώμη, ελληνικό!) καφέ μας και, παράλληλα, να ξανακερδίσουμε λίγη από την χαμένη ηρεμία μας.
Η βάση είναι η προμήθεια ωμών κόκκων καφέ, γιατί πρέπει να ψήνονται στον φούρνο μας. Έτσι εξασφαλίζεται η φρεσκάδα του καφέ αλλά και η δική μας επιλογή του πόσο ψημένο (πόσο βαρύ) τον θέλουμε. Μετά οι καβουρδισμένοι κόκκοι αλέθονται στον προσωπικό τους μύλο. Αν το κάνουμε και εμείς, θα βρουν δουλειά και οι παραδοσιακοί σωληνωτοί μπρούτζινοι μύλοι που υπάρχουν στα περισσότερα σπίτια σαν διακοσμητικά αντικείμενα. Επιτρέπουν και την επιλογή του πόσο λεπτόκοκκος θα είναι ο αλεσμένος καφές, ο πιο λεπτός δεν είναι για όλα τα γούστα ο καλύτερος! Το "ελάτε για έναν καφέ" αποκτά έτσι μιαν άλλη, τελείως διαφορετική σημασία!
Ο καφές που χρησιμοποιούν είναι σκέτος, όπως ο δικός μας και ο κυπριακός, δεν τον ανακατώνουν με αρωματικά φυτά όπως στην Μέση Ανατολή. Έτσι και μεις! Βάζουμε, λοιπόν, όση ποσότητα θέλουμε από τον αλεσμένο καφέ στο νερό, αυτό εξαρτάται από την ποσότητα που θέλουμε να φτιάξουμε αλλά και από το γούστο μας. Ο δυνατός καφές γίνεται με τρία έως τέσσερα μικρά κουταλάκια (εννοούμε μικρά, όχι αυτά του τσαγιού, από αυτά ενάμισυ είναι αρκετό) για κάθε φλιτζάνι καφέ. Το μπρίκι όμως που θα βάλουμε τον καφέ να βράσει πρέπει να έχει σχήμα κωνικό, μεγαλύτερη βάση και στενό στόμιο, γιατί έτσι κάνει καλύτερο καϊμάκι. Αν έχουμε μαγκάλι, το μπρίκι μπαίνει μέσα στη χόβολη, αν όχι, δεν πειράζει και πολύ, το ίδιο πιστεύουν και οι Βόσνιοι.
Για κάποιο περίεργο λόγο, ο καφές γίνεται καλύτερος αν αφήσουμε το νερό να βράσει και μετά τον ρίξουμε μέσα, αντίθετα με την συνήθειά μας να βάζουμε τον καφέ σε κρύο νερό και να περιμένουμε να έρθει σε βρασμό. αφού τον ρίξουμε στο βραστό νερό περιμένουμε να ξαναέλθει σε βρασμό και να "φουσκώσει". Αλλιώς τα μισά αρώματα θα μείνουν κλειδωμένα μέσα στον κόκκο και δεν θα βγουν στο φλυτζάνι μας.
Το πόσο θα βράσει ο καφές είναι και αυτό θέμα γούστου, οι παραγγελίες στα ελληνικά παραδοσιακά καφενεία ήταν τόσο λεπτομερείς που, λες, ο καθένας ήθελε τον καφε του διαφορετικά από κάθε άλλον. Η γλώσσα του καφενείου ήταν πλούσια, και πιο πλούσια μπορεί να γίνει και στο σπίτι μας, αφού τον φτιάχνουμε μόνοι μας. Ακόμα ακούγονται στα παλιά καφενεία οι παραδοσιακές παραγγελίες του ελληνικού καφέ: Μέτριος, με ολίγη, γλυκύς και σκέτος αφορά την περιεκτικότητά του σε ζάχαρη, βαρύς και ελαφρύς την περιεκτικότητά του σε καφέ, βραστός ή καϊμακλής για το πόσο θα είναι το καϊμάκι του (ο βραστός χάνει το καϊμάκι του, το πολύ καϊμάκι εξασφαλίζεται με το να τραβήξουμε το φλιτζάνι από τη φωτιά μόλις αρχίσει ο καφές να φουσκώνει), και αυτά σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς, αλλά και με υποδιαιρέσεις, π.χ. πολλά βαρύς με ολίγη! βαρύ γλυκός και όχι! Έτσι και στους καφενέδες της Βοσνίας, δεν χρειάζεται να ξέρεις τη γλώσσα για να καταλάβεις πως οι παραγγελίες αφορούν τα προσωπικά γούστα του καθενός για τον καφέ του!
http://www.windmillstravel.com
ΦΩΤ - ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου