Η ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ - Κρήτη πόλεις και χωριά

Κρήτη πόλεις και χωριά

Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟ INTEΡNET - www.kritipoliskaixoria.gr

.........
Επικοινωνήστε μαζί μας - kritipolis@hotmail.com
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

Η ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ


Η Κρήτη διαθέτει ιδιαίτερη μουσική παράδοση, από την οποία ξεχωρίζουν αναμφίβολα τα ριζίτικα, τραγούδια από τις «ρίζες» (=τις υπώρειες) των Λευκών Ορέων, που χωρίζονται σε ριζίτικα της τάβλας και ριζίτικα της στράτας. Τα πρώτα εκτελούνται χωρίς όργανα από δύο αντιφωνικές ομάδες ανδρών τραγουδιστών, ενώ τα δεύτερα τραγουδιούνται καθ' οδόν με τη συνοδεία οργάνων.

ΡΟΔΙΝΟΣ

Από την αρχαιότητα η καλλιέργεια της μουσικής στην Κρήτη είχε ξεχωριστή θέση. Από τις αρχαιολογικές ανασκαφές (Κνωσού, Φαιστού κ.ά.) και τα αρχαία κείμενα παίρνουμε πολύτιμες πληροφορίες. Αναπαραστάσεις (γλυπτών, κεραμικών, ζωγραφικής) απεικονίζουν μουσικούς και χορευτές που παραπέμπουν στη σημερινή εποχή, που ο λυράρης παίζει στη μέση και οι χορευτές χορεύουν γύρω του κυκλικά. Στο αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου σώζεται αυλός με δακτυλίους που μετακινούμενοι καλύπτουν τις οπές για να αποδοθούν οι νότες. Από αποσπάσματα αρχαίου δράματος μαθαίνουμε ότι "ο Μίνως διέταξε να ταφούν μαζί με τον γιό του Γλαύκο και οι αυλοί του, που αυτός τους αγαπούσε όσο ζούσε". Αλλού εικονίζονται αυλοί, δύαυλοι, βούκινα, σάλπιγγες. Η αρχαία κιθάρα δεν ήταν αγαπητή στην Κρήτη, αλλά παιζόταν η αρχαία λύρα, όπως φαίνεται από αναπαραστάσεις σε γραφές, τοιχογραφίες, σφραγίδες κ.ά.
Ο Αιμιλιανός ("ποικίλη ιστορία") αναφέρει ότι "οι Κρήτες τους παίδας μανθάνειν τους νόμους εκέλευον μετά τινος μελωδίας, ίνα εκ της μουσικής ψυχαγωγούνται και ευκολώτερον τη μνήμη διαλαμβάνουσιν..." δηλ. οι Κρήτες έδιναν εντολή τα παιδιά να μαθαίνουν τους νόμους με τη συνοδεία κάποιας μελωδίας, αφενός για να ψυχαγωγούνται με τη μουσική και αφετέρου για να εντυπώνουν (τους νόμους) καλύτερα στη μνήμη ... . Η μουσική παιδεία των αρχαίων Κρητών αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι όταν ο Κρητικός νομοθέτης και μουσικός Θαλήτας από την Γόρτυνα κλήθηκε στη Σπάρτη τον 8ο π.Χ. αιώνα, μεταλαμπάδευσε εκεί όλη τον μουσικό πλούτο της Κρήτης και δημιούργησε, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος ("περί μουσικής") την "δεύτερη μουσική κατάσταση" στη Σπάρτη εισάγοντας τη χρήση του φρυγικού αυλού (που είχαν φέρει στην Κρήτη οι Κορύβαντες και Κουρήτες) ώστε συνδυάζοντάς τον με την κιθάρα της στεριανής Ελλάδας και διδάσκοντας την "πυρρίχη", τον τεχνικότατο αυτό χορό της Κρήτης και τελειοποιώντας τα υπορχήματα (μουσική-χορός-ποίηση) με κανόνες επέβαλλε τους Κρητικούς ρυθμούς. Οι μελωδίες του Κρητικού Θαλήτα ακουγόνταν και μετά 200 χρόνια, λέγεται ότι ο Πυθαγόρας ευχαριστιόταν να τις ακούει. Στους "Πυθίους εναύλους αγώνας" πρώτος νικητής ήταν ο Κρητικός αυλητής Χρυσάνθεμις... Αργότερα ο Αριστοφάνης κατηγορεί τον Ευρυπίδη ότι καθιέρωσε στις τραγωδίες του Κρητικές μονωδίες. Μετά την κάθοδο των Δωριέων, οι αρχαίοι απόγονοι των Μινωιτών περιορίσθηκαν στην Ανατολική Κρήτη, οι επονομαζόμενοι Ετεόκρητες όπου διέσωσαν την αρχαία μουσική τους.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ

Η Κρήτη παρέμεινε στην κυριαρχία των Ενετών και μετά των Άλωση της Πόλης (1453), διαιωνίζοντας σε πιο ελεύθερο περιβάλλον την Ελληνική - Βυζαντινή μουσική κληρονομιά, αφού πολλοί δάσκαλοι της εκκλησιαστικής μουσικής από την Πόλη όπως ο Μανουήλ Χρυσάφης, ο Ακάκιος Χαλκιόπουλος κ.ά. ίδρυσαν σχολές Ελληνικής - Βυζαντινής μουσικής στην Κρήτη απ' όπου αναδείχθηκαν σπουδαίοι μελωδοποιοί όπως ο Κοσμάς Βαράνης, αδελφοί Επισκοπόπουλοι, Δημ. Ντάμιας. Παράλληλα καλλιεργήθηκε και η πατροπαράδοτη ταυτόσημη Κρητική δημοτική μουσική. Το 1669 μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους πολλοί Κρητικοί βρήκαν καταφύγιο στα Επτάνησα όπου καλλιέργησαν την γνωστή από τότε Κρητοεπτανησιακή ή Κρητική μουσική που ακούγεται μέχρι σήμερα ευχάριστα. Στη Ζάκυνθο επέζησε μέχρι τις μέρες μας η "Κρητική" όπως λέγεται πολυφωνική λειτουργία, επειδή όμως έχει υποστεί επιδράσεις από την Ιταλική καντσονέτα, έχασε το αρχικό της ύφος.
Οι μελετητές της σύγχρονης Κρητικής μουσικής έχουν διαπιστώσει τις επιδράσεις από πολύ παλιές παραδόσεις, ακόμη και από τη βυζαντινή μουσική). Επιπλέον, η Κρητική μουσική, σε αντίθεση με τη δημοτική παράδοση άλλων περιοχών της Ελλάδας, εξακολουθεί να είναι ζωντανή και να εμπλουτίζεται. Αυτό οφείλεται και στην ιδιαίτερη σημασία που έχει ο στίχος, είτε πρόκειται για μεγάλη ρίμα, είτε για σύντομη δίστιχη μαντινάδα, ο οποίος εξακολουθεί να εξελίσσεται και μέσω αυτοσχεδιασμού, που άλλωστε θεωρείται βασικό προσόν ενός καλού λυράρη. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι έχουν καταγραφεί και κρητικά τραγούδια που αναφέρονται σε πολύ πρόσφατα ιστορικά γεγονότα, όπως τη Μάχη της Κρήτης, τη δικτατορία, ή τηνεξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο αυτοσχεδιασμός είναι αναπόσπαστο στοιχείο της κρητικής μουσικής, αφού ποτέ ο οργανοπαίκτης κατά τη διάρκεια του χορού (του συρτού, του χανιώτη, του πεντοζάλη, της σούστας, κ.ά.) δεν περιορίζεται στην τυπική αναπαραγωγή της βασικής μελωδίας, αλλά, ανάλογα και με την ψυχική του διάθεση, αυτοσχεδιάζει με βάση τις διάφορες μελωδίες (τις κοντυλιές).

ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ
Τα αρχέγονα όργανα της Κρήτης είναι τα πνευστά: το απλό ποιμενικό θιαμπόλι, είδος φλογέρας, η μαντούρα, είδος κλαρινέτου, και η ασκομαντούρα ή ασκομπαντούρα, κρητική παραλλαγή του άσκαυλου. Στην ανατολική Κρήτη μέχρι και το 1960 συνυπήρχε η ασκομαντούρα και το φιαμπόλι με το νταουλάκι ή τουμπάκι. Το βιολί με τη μορφή της βιολόλυρας που ξέρουμε σήμερα εμφανίζεται τον 13o αιώνα χωρις όμως να εντάσσεται πλήρως, μάλλον συμπληρωματικά και παραπληρωματικά. Με την πάροδο των χρόνων, το βιολί, που το συναντάμε και με την ονομασία "βιόλα" και "λύρα" -αφου για αρκετούς αιώνες οι έννοιες αυτες στη δύση ήταν σχεδον ταυτόσημες (lira da gamba, viola da braccio κλπ)- και το λαούτο, που και αυτο ήρθε απο τη δύση σαν εξέλιξη του αράβικου (la-)ud, εντάσσονται γύρω στον 17ο αιώνα στη μουσική της Κρήτης. Το έπος του Ερωτόκριτου, γραμμένο μεταξύ 1600-50 απο ένα Βενετσιάνικης καταγωγής ευγενή, σε άπταιστη κρητική διάλεκτο, αναφέρει το λαούτο πολλές φορες. Το βιολί όπως το ξέρουμε σήμερα, διαμορφώθηκε στην Ευρώπη περίπου την ίδια εποχή και ξέρουμε απο Κισαμίτες ότι ήρθαν 3 βιολιά του Γκουαρνέρι στην Κίσαμο το 1700. Παράλληλα όμως το ενέταξαν στις λαϊκές μουσικές τους όλοι οι λαοί της περιοχής μας αλλα και σε όλη την Ελλάδα, ιδίως στα νησιά. Η λύρα με τη μορφή του λυρακιού ήρθε απο τη Μικρα Ασία και την Πόλη, αφου ήδη επικρατούσε επι αιώνες εκει σαν εξέλιξη του αράβικου ρεμπέκ, ενταγμένο στην παράδοση μας μέχρι τη Θράκη και τη δυτική Μακεδονία αλλα και σε πολλά νησια (Ρόδο, Λήμνο, Καρπαθο, Κάσο κλπ). Οι πιο πολλοί μουσικοί μετα το 1700 φαίνεται να ξεκινούν με λύρα, τις πιο πολλές φορές απο το φυτο αθάνατο και όχι ξύλινη και στην πορεία μάθαιναν βιολί που θεωρείτο πιο δύσκολο όργανο. Ακόμα και ο περίφημος Χάρχαλης ξεκίνησε με λύρα ! Βέβαια οι σκοποί που μπορούσε κάποιος να παίξει στη λύρα τότε ήταν λιγοστοί, αφου δεν υπήρχε ακόμα η τεχνική για πιο "προχωρημένα" παιξίματα. Το βιολί στο Ν. Λασιθίου είχε μερικές φορές σαν μουσικό συνοδό την κιθάρα. Οι παλιοί λυράρηδες συνόδευαν τη μελωδία της λύρας με τον ρυθμικό ήχο των γερακοκούδουνων, μικρών σφαιρικών κουδουνιών που τα στερέωναν κατά μήκος του δοξαριού της λύρας. Η ονομασία γερακοκούδουνα προέρχεται από τα βυζαντινά χρόνια. Είναι τα κουδούνια που κρεμούσαν οι κυνηγοί στο λαιμό των εξημερωμένων γερακιών που χρησιμοποιούνταν σαν κυνηγετικά πουλιά, όπως τώρα χρησιμοποιούνται οι κυνηγετικοί σκύλοι. Το μαντολίνο είναι ένα σχετικό καινούριο όργανο. Απο τα τέλη τους 19ου αιώνα έως και τη γερμανική κατοχή υπήρξε πολυ διαδεδομένο σε ολόκληρη την Κρήτη. Παίζανε μάλιστα και πολλές κοπελλιές στα σπίτια, στις παρέες και σε μικρά γλέντια. Σήμερα παραμένει διαδεομένο σε πολλές περιοχές του Ν. Ρεθύμνου μελωδικό μουσικό όργανο με τις μορφές μάλιστα Κρητικό -πλακέ- μαντολίνο και μαντόλα.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΣΚΟΡΔΑΛΟΣ και ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ
Τα ριζίτικα τραγούδια είναι τραγούδια της τάβλας και της στράτας. Της τάβλας τραγουδιώνται σε πολλές μελωδίες, γύρω στις 30 διαφορετικές ενω της στράτας είναι πάνω σε ένα σκοπό. Τραγουδιούνται ομαδικά - χορωδιακά, ή αρχικά άδεται ένα ημιστίχιο από έναν καλλίφωνο τραγουδιστή και κατόπιν αυτό επαναλαμβάνεται χορωδιακά από την παρέα (καθ' υπακοήν και κατ' αντιφώνησιν) ενώ αρκετά ριζίτικα είναι ιδιόμελα με δικές τους μελωδίες. Στο λήμμα ριζίτικα τραγούδια αναφέρονται αρκετά στοιχεία για τα παραδοσιακά αυτά τραγούδια της Κρήτης.
Οι παρέες πριν και μετά από τα ριζίτικα, τραγουδούν σε αργό ρυθμό μελωδικούς σκοπούς του Χανιώτικου συρτού με μαντινάδες επίκαιρες όπως:
έλα, ελάαα, θεέ μου μεγαλοδύναμε, μεγαλοδύναμέ μου,
τέτοια παρέα όμορφη δεν είδα εγώ ποτέ μου.
Τη συντροφιά σας ρέγομαι, τη συναναστροφή σας,
άχι και νά'τον μπορετό νά΄μαι πάντα μαζί σας,
Χίλιως καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι,
απού 'χει τον αυγερινό και τον αποσπερίτη.
Μερικές φορές, στην αρχή της κατανυκτικής μέθεξης με τους προαιώνιους μελωδικούς δρόμους των ριζίτικων, ένας καλλίφωνος τραγουδάει μέρος του στίχου και η παρέα (οι επισκέπτες) επαναλαμβάνει χορωδιακά, ενώ μερικές φορές απαντάει εναλλάξ η άλλη παρέα-χορωδία (του οικοδεσπότη) τους εξής στίχους:
- Χίλιως καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι
του φίλου του συντέκνου μας του πλια καλού μας φίλου
και του καιρού χαιράμενος κι' αντί καιρού και πάντα
να ζούμε και να σμίγομε.
Αντιφώνηση:
- Κι' εμάς καλώς μας ήρθανε οι φίλοι οι εδικοί μας
οι φίλοι κι' οι συντέκνοι μας οι πλια καλοί μας φίλοι
και του καιρού χαιράμενοι κι' αντί καιρού και πάντα
νά 'ρχονται να μασε θωρούν.

Ακολουθούν τα τραγούδια της τάβλας, π.χ.

Από την άκρη των ακριώ ώστε να πάει(-ς) στην άκρη
έχουσι τάβλες αργυρές, στρωμνιά μαλαματένια
ποτήρια με τις ερωθιές κι' όποιος τα δει πλανάται
και πέρασεν ο βασιλιάς κι' είδε τα κι' επλανέθη!
Χριστέ, μην ήμουν βασιλιάς, Χριστέ μην ήμουν Ρήγας
να πέζευγα να χόρευγα... με νιες και μαυρομάτες;
Ένα από τα αρχαιότερα ριζίτικα είναι το "κρούσος της Αντριανούπολης" που μαρτυρά τη στενή σχέση των Κρητών με τους βόρειους Έλληνες.
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι,
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη,
Όπου την εκουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου:
Τω Χριστουγέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγια,
Και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη.
Το γνωστότερο ριζίτικο τραγούδι είναι το "Πότε θα κάνει ξαστεριά":
Πότες θα κάμει ξεστεριά, πότες θα Φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου, την έμορφη πατρώνα
να κατεβώ στον Ομαλό, στη στράτα τω μουσούρω
να κάμω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες
να κάμω και μωρά παιδιά να κλαιν' δίχως μανάδες
να κλαιν' τη νυχτα για νερό και την αυγή για γάλα
και τ' αποξημερώματα για τη γλυκιά τως μάνα,
πότες θα κάμει ξαστεριά.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΚΟΥΛΑΣ

Στο νομό Χανίων μέχρι περίπου το 1970 και την αλόγιστη "επέλαση" των τουριστών, υπήρχαν γλέντια ιδίως τα μικρότερα (αρραβωνιάσεις, βαπτίσεις, γιορτές) όπου "βγαίνανε" μόνο με τραγούδια, χωρίς όργανα. Η μιά παρέα καλούσε την άλλη και το γλέντι διαρκούσε πολλές ώρες.
Ο Ερωτόκριτος του Βιντσέντζου Κορνάρου τραγουδιέται σε όλη την Κρήτη:
Τά ΄κουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα; ο κύρης σου με ξόρισε στης ξενιτειάς τη στράτα.
Τέσσερις μέρες μοναχά μού 'δωκε ν' ανιμένω κι' ύστερα να ξενητευτώ, πολλά μακρυά να πχαίνω.
Και πως θα σ' αποχωριστώ και πως θα σου μακρύνω και πως θα ζήσω δίχως σου στον ξορισμόν εκείνο;
Κατέχω το κι΄ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγει, ρηγόπουλο αφεντόπουλο ως είσαι εσύ γυρεύγει.
Και δεν μπορείς ν' αντισταθείς σα θέλουν οι γονιοί σου, νικούν τηνε τη γνώμη σου κι' αλλάσσει η όρεξή σου.
Μια χάρη αφέντρα σου ζητώ κι΄εκείνη θέλω μόνο και μετά 'κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω:
Όταν θα αρραβωνιαστείς να βαρυαναστενάξεις κι' όταν σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις
κι' όντε σα νύφη άλλου γαμπρού θες δώσεις την εξά σου και νοικοκύρης να γενεί στα κάλλη τσ' όμορφιάς σου
ν' αναδακρυώσεις και να πεις:- Ρωτόκριτε καημένε τα σου 'ταξα ελησμόνησα, τά 'θελες πλιο δεν έναι
κι' όταν με σπλάχνος σε φιλεί και σε περιλαμβάνει θυμήσου ενούς όπου για σε εβάλθη ν'αποθάνη ...
Σήμερα ο "Ερωτόκριτος" έχει επικρατήσει να τραγουδιέται πάνω στη διασκευή του Νίκου Ξυλούρη, άμετρα. Ομως οι παλιοι οργανοπαίκτες παίζανε τον "Ερωτόκριτο" με μέτρα όπως οι κοντυλιές, σε μελωδία παρόμοια με αυτη που είναι σήμερα γνωστος ο σκοπός. Υπάρχει ηχογράφηση του Καλογερίδη το 1952 με εκτέλεση σαν κοντυλιές, η εκτέλεση του Ναύτη το 1994 όπως τον άκουσε στο Ηράκλειο στη δεκαετία του 1930 πάλι σαν κοντυλιές και αυτη που διέσωσε ο λασηθιώτης Βαγγέλης Βαρδάκης πάλι σε διαφορετική εκτέλεση, αλλα ρυθμικά είναι και πάλι σιγανός (κοντυλιές). Λιγότερο ακούγεται η Ερωφίλη, η Βοσκοπούλα και η θυσία του Αβραάμ που αν και προέρχονται από τη λόγια ποίηση, είχαν περάσει στη δημοτική παράδοση.


Αρκετά από τα παλιότερα ιστορικά τραγούδια τραγουδιούνται ακόμα, ρίμες ή ριζίτικα π.χ. στον Νομό Χανίων και ειδικότερα στα Σφακιά ακούγεται το γνωστό τραγούδι του Δασκαλογιάννη:
Θεέ μου και δως μου φώτιση και νου σαν το καζάνι, ν' αναθιβάλω και να πω για τον Δασκαλογιάννη.
Θεέ μου και δός ΄μπόρεση και δύναμη ν' αρχίξω το δάσκαλο τον ξακουστό πρικιά να τραγουδήξω...

Οι ηλικιωμένοι κατά επαρχίες θυμούνται τα τραγούδια: του Μιχαήλ Κόρακα, του Ξωπατέρα, "της Κρήτης το τραγούδι" (κάθε πρωϊ με το δροσιό π' ανοίγει το λουλούδι αφουγκρασθείτε να σας πω τση Κρήτης το τραγούδι), του καπετάν Παυλή, του καπετάν Κριάρη, αλλά και πιο πρόσφατα, του Βενιζέλου, τραγούδια των αγωνιστών στη Β.Ελλάδα Κρητών (το 9ο Σύνταγμα κρητών ήτο εις τη Λαμία, στη Λάρισα εδώ κι' εκεί δια περιπολία... διατάχθηκε το Σκρα να καταλάβει...και μόλις καταλάβανε (οι εχθροί) πως φτάσανε οι Κρήτες όλα τα παρατήσανε ξυράφια και καρφίχτες), Γείς πληγωμένος στο βουνό, Δε με πονούνε οι πληγές (1904-1908, 1912) κ.ά. Πολλοί Κισαμίτες και Σελινιώτες, που "φτάσανε" μέχρι τη δεκαετία του 1980, ήξεραν απέξω όλη τη ρίμα του Θοδωρομανώλη του ήρωα και λυράρη απο το Σέλινο.
Υπάρχουν πάρα πολλά τραγούδια μη χορευτικά, από όλη την Κρήτη με πολλούς στίχους, που η μουσική τους παίζεται με λύρα και λαγούτο στα γλέντια και στις παρέες. Ο τζίτζικας μου 'πάντηξε κι είχε τ΄ατζί στριμμένο...γειά σου χαρά σου τζίτζικα... αμπέλι έχω στη Βλαχιά κι΄ έκαμε πέντε ρόγες και γέμισε δυο κόφες, πως θα το κουβαλήσω και πως θα το πατήσω, να πιουν οι φίλοι μου κρασί. Μερικά κρητικά μη χορευτικά τραγούδια, όπως τα γνωστά: "Φιλεντέμ" και η "Κρουσταλλοβραχιονάτη" του Γιώργη Κουτσουρέλη, με τη φωνή του αείμνηστουΝίκου Ξυλούρη έγιναν πανελλήνια γνωστά.
Νανουρίσματα... Κάλαντα... Εθιμικά...
Ορισμένα έντεχνα τραγούδια μη χορευτικά, έχουν μπει στη μουσική παράδοση της Κρήτης, όπως το : Κρήτη μου όμορφο νησί, κλειδί του παραδείσου, θεριό ανήμερο εσύ βγες να σε χαιρετήσουν που το πρωτοτραγούδησε ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης.
Μια ειδική ομάδα τραγουδιών είναι οι 'μανέδες και μια άλλη τα λεγόμενα σταφιδιανά ή ταμπαχανιώτικα ή Κρητικά ρεμπέτικα. Μερικά από αυτά έχουν επιδράσεις από τα μουσικά μοτίβα και το στίχο των παραδοσιακών τραγουδιών της Μικράς Ασίας, αφού πρόσφυγες Μικρασιάτες εγκαταστάθηκαν και στην Κρήτη. Απο τα μέχρι τώρα στοιχεία το πρώτο τραγούδι σε αυτο το μοτίβο υπήρξε ο "Σταφιδιανός σκοπός" του τουρκοκρητικού Σταφιδάκη γύρω στο 1890. Παλιοί σκοποί επίσης ήταν οι : Χαλεπιανός μανές (Τα βάσανα μου χαίρομαι), Νενέ, Σουρμελίμ, Καρότσα (ή ο Καρότσας), Κράτα καλο λογαριασμό, Φιλεντέμ και άλλα. Δείγματα στίχων :

Ούλοι μου λένε γιάντα κλαις μα αν κλαίω ποιον πειράζω;
στον κόσμο εγεννήθηκα καρδιές να δοκιμάζω...
Ούλοι μου λένε γιάντα κλαις
μα συ μου λες πως δε με θες.
και... Το μερακλίδικο πουλί με τον κελαηδισμό του
ή χαίρεται και κελαηδεί ή κλαίει τον καημό του...
έλα έλα πέρδικά μου να σου δείξω τη φωλιά μου,
έλα έλα που σου λέω μη με τυρρανείς και κλαίω.

Οσο βαρούν τα σίδερα βαρούν τα μαύρα ρούχα
γιατί τα φόρεσα κι΄εγώ για μιαν αγάπη απού' χα.
Είχα και υστερήθηκα θυμούμαι και στενάζω
άνοιξε γης μέσα να μπω κόσμο να μην κυττάζω.
Το "Φιλ-Εντέμ" αναφέρεται στο βιβλίο του Μ.Νικολακάκη, "Τα παλιά Χανιά" (1961) ότι το 1916 ήταν το πρώτο σε δημοτικότητα τραγούδι στα Χανιά. Απο τελευταίες έρευνες φαίνεται ότι στο μεσοπόλεμο έπαιζαν πάρα πολλοι μπουλγαρί στα αστικά κέντρα, Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο, Σητεία και Ιεράπετρα.
Τραγουδιούνται και τα Κρητικά σατιρικά τραγούδια, ιδίως στις απόκρηες...
Με τη θειά μου τη Θοδώρα επηγαίναμε στη Χώρα,
κι' ήλεγέ μου κι' ήλεγά τζη κι΄ήγγιζέ μου κι' ήγγιζά τση...
επίσης λέγονται και μαντινάδες με αντίστοιχο περιεχόμενο.

Χορευτικοί ρυθμοί της Κρήτης υπάρχουν πάρα πολλοί με τις αντίστοιχες μελωδίες τους.
Στις μέρες μας όμως ξεχνιούνται σιγά σιγά οι παλιοί σκοποί και χοροί και επικράτησε να παίζονται οι μουσικοί ρυθμοί και μελωδίες που συνοδεύουν τους χορούς: Συρτό (Χανιώτικο, Ρεθεμνιώτικο), Πεντοζάλη (Σιγανό - οι κοντυλιές και Γρήγορο), Μαλεβιζιώτη ή Καστρινό, Σούστα και τοπικά σε μερικές επαρχίες της Κρήτης τους χορούς Ανωγειανό Πηδηκτό - Όρτσες, Στειακό Πηδηκτό, Ξενομπασάρη, Μικρό Μικράκι, Αγκαλιαστό, Κατσαμπαδιανό, Λαζώτικο, Πρινιώτη και πολλούς άλλους που η σύγχρονη μαζοποίηση τους έχει οδηγήσει στο περιθώριο.
Ο αρχαίος πανελλήνιος χορός όρμος, χορεύεται σε όλη την Κρήτη με συνοδεία μουσικών μελωδιών. Είναι ο γνωστός καλαματιανός και ονομάζεται έτσι όχι γιατί προέρχεται από την Καλαμάτα αλλά από τους στίχους "μαντήλι Καλαματιανό" που διαδόθηκαν παντού.
Γνωστότεροι Καλαματιανοί:
Κ.Μουντάκη:
- Ο πραματευτής.
- Ο αργαλειός:
- Έφτασ΄ο καιρός καλέ που πέφτουν οι ελιές
και στα λιόφυτα θα πιάσουν πάλι οι κοπελιές
μυλωνάδες και μαζώχτρες, θα τα λέμε πότες πότες
κι΄αφορμή θά' ν οι ελιές νά 'χομε πολλές δουλειές.

Θανάση Σκορδαλού:
- Μια ψαροπούλα τη λένε Παναγιά πάει για να ψαρέψει στης Κρήτης τα νερά,
η ψαροπούλα με πρίμα τον καιρό σαν το δελφίνι τον σχίζει τον αφρό
και μια μελαχρινούλα στο μόλο σιωπηλή για τον ψαρά που φεύγει πετάει ένα φιλί.
Σύρε ψαρά μου για ψάρια στο γιαλό και να γυρίσεις για σε παρακαλώ.

Οι γρήγοροι χοροί της Κρήτης Πεντοζάλης, Σούστα, Καστρινός ή Μαλεβιζιώτης, οι Πηδηχτοί, έχουν μουσική υπόκρουση με προέλευση από τους αρχαίους πυρρίχιους χορούς, που αποτελούσαν πολεμικά γυμνάσια και ανάμνηση του χορού των Κουρητών και Ιδαίων Δακτύλων οι οποίοι ρυθμικά κτυπούσαν τα πόδια τους στο έδαφος και ταυτόχρονα τις ασπίδες με τα δόρατα και τα ξίφη τους ώστε να καλύψουν το κλάμα του νεογέννητου Δία για να μην το ακούσει ο Κρόνος που ήθελε να τον εξοντώσει. Οι πυρρίχιοι της Κρήτης έχουν άμεση σχέση με του πυρρίχιους χορούς του Πόντου, σέρα, τρομαχτόν, μασερί χορόν, αφού η Μίλητος, η αποικία από την οποία ξεκίνησε ο αποικισμός του Εύξεινου Πόντου ήταν αποικία της Κρητικής πόλης Μιλάτου. Και βέβαια πολλοί Βορειοελλαδίτες - Πόντιοι εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη με το στρατό του Νικηφόρου Φωκά και με τα 12 Βυζαντινά Αρχοντόπουλα. Το Κρητικό Ριζίτικο λέει: αετός κρατά στα νύχια του παλληκαριού κεφάλι ενώ το Ποντιακό λέει παλληκαριού βραχιόνα ..., το Κρητικό τραγούδι αναφέρεται "κάτω στη Δάφνη ποταμό" ενώ το Ποντιακό "έλα Δάφνη ποταμέ"... και αν παίξει κάποιος σε αργότερο tempo Ποντιακές μελωδίες κότσαρι ή πυρρίχιου θα ανακαλύψει γρήγορο πεντοζάλη ή καστρινό πηδηχτό ... και αντίστροφα..
Η σούστα είναι ο χορός της αγάπης όπου οι χορευτές σχηματίζουν ζευγάρια και χορεύουν αντικρυστά με πολλές φιγούρες. Οι μουσικές μελωδίες που συνοδεύουν τη σούστα διατηρούν τον πυρρίχιο ζωηρό χαρακτήρα αλλά έχουν εξελιχθεί σε πιο ευαίσθητα μουσικά ξόμπλια (στολίσματα) και συνοδεύονται από τις αντίστοιχες μαντινάδες:
-Η σούστα είναι ο χορός ο πιο παλιός της Κρήτης
κι' όντε τονε χορεύγουνε σείεται ο Ψηλορείτης
- Χόρεψε χαϊδεμένο μου, χόρεψε σούστα σούστα
κι' ο τσάγκαρης είναι κοντά και φτιάχνει σου παπούτσια
- Ο νούς μου πρεμαζώνεται στση λύρας το δοξάρι
όντε θα πιάσει στο χορό ένα καλό ζευγάρι.
Ο Σιγανός Πεντοζάλης και ο Συρτός είναι πιο ήρεμοι χοροί, λεβέντικοι και μερακλίδικοι που η μελωδία τους ανυψώνει το νου των ακροατών - χορευτών και οι μαντινάδες που λέγονται σ' αυτούς είναι δημιουργήματα υψηλού επιπέδου ποίησης.
Στο σιγανό ή χυματικό κατά τους ντόπιους, οι μελωδίες που παίζουν οι λυράρηδες λέγονται και κοντυλιές (από τον κόντυλο του καλαμιού με το οποίο ήταν κατασκευασμένη η μαντούρα του βοσκού, είδος αυλού με γλωσσίδι). Οι μαντινάδες μπορούν να διαρκέσουν πολλή ώρα και να είναι και αντικρυστές δηλ. να απαντάει ο ένας στον άλλο ή νόθες ρίμες δηλ. σειρά μαντινάδων του ίδιου θέματος. Στις μελωδίες του σιγανού λέγονται επίσης οι περιπαικτικές και εύθυμες μαντινάδες, μοναδικές στην Κρήτη:
Απόψε κάτης θα γενώ και τα τειχιά θα πιάσω κι΄όπου μου λένε να, ψιψι εκειά θα πα να κάτσω, ή:
Στρεπτομυκίνη το κρασί, η ρακή πενικιλίνη κι΄όποιος τα πίνει δεν πατεί εις του γιατρού την κλίνη, ή:
Ακόμη δεν τον ηύρηκες το μάνταλο ν' ανοίξεις, να μας κεράσεις μια ρακή κι' έπειτα να σφαλίξεις.
Τραγουδιούνται και μαντινάδες της λεβεντιάς και ιστορικές, της αγάπης και το πόνου, μαντινάδες κάθε θέματος:
'Ολος ο κόσμος απ' τη μια κι' η Κρήτη από την άλλη, έ! την παντέρμη ζυγαριά στην Κρήτη γέρνει πάλι.

- Είπα σου ξαναλέω σου αυτά δεν είναι μάτια, είναι σπαθιά που κάνουνε τον άνθρωπο κομμάτια.

Αν μ' αγαπάς μία φορά θα σ' αγαπώ τριάντα, μα αν μ' αρνηθείς και μια στιγμή θα σ' αρνηθώ για πάντα.

- Στο πέρασμα του γερακιού τ' άλλα πουλιά κουρνιάζουν, στο πέρασμά σου κοπελιά πολλοί αναστενάζουν.

- Ως σ΄αγαπώ δεν ημπορεί κανείς να σ' αγαπήσει ως δε μπορεί κι΄η μάνα σου να σε ξαναγεννήσει.

- Τη λευτεριά ρωτήσανε ποιας μάνας είναι γέννα κι' είπε πως τηνε γέννησε των Κρητικών το αίμα.

Στα άκρα της Κρήτης, Νομούς Χανίων και Λασιθίου, το βιολί επικρατεί σαν παραδοσιακό μουσικό όργανο κάποιων επαρχιών.
Ξακουστά είναι τα Κισσαμίτικα συρτά και τα Χανιώτικα παντοζάλια που αποδίδονται με βιολί και οι Στειακές και Γεραπετρίτικες κοντυλιές και οι Στειακοί πηδηκτοί που αποδίδονται επίσης με βιολί.
Πρωτομάστορες της Χανιώτικης μουσικής παράδοσης θεωρούνται οι βιολάτορες Χάρχαλης, Μαύρος, Κωστής Παπαδάκης ή Ναύτης, η Ασπασία Παπαδάκη, ο Φώτης Κατράκης, ο Μιχάλης Κουνέλης κ.ά. ενώ επάξια συνεχίζουν ο Μανόλης Φαντάκης, ο Αντώνης Μαρτσάκης κ.ά. Οι σκοποί Πρώτος και Δεύτερος Χανιώτικος Συρτός διαιωνίζουν τα πανάρχαια κρητικά υπορχήματα και οι μελωδίες τους μεταλαμπαδεύτηκαν κατά τις παραδόσεις από το Βυζάντιο. Με βάση τους ρυθμούς αυτούς συνεχίζεται η σύνθεση νέων συρτών σε όλη την Κρήτη.
Στο Νομό Λασιθίου εποχή άφησαν οι βιολάτορες Παντελής Μπαριταντωνάκης και Γιάννης Δερμιτζάκης (Δερμιτζογιάννης) καθώς και οι Γιάννης Παπαχατζάκης, Αρίστος Σπανακάκης κ.ά. ενώ ο σύγχρονος βιολάτορας Βαγγέλης Βαρδάκης συνεχίζει την παράδοση. Στο Νομό Ηρακλείου άφησε εποχή ο Λασιθιώτης βιολιστής Στρατής Καλογερίδης και συνέχισε ο γνωστός Αβησσυνός. Στο νομό Λασιθίου τη λύρα ή το βιολί, τα συνόδευε η κιθάρα (Μανόλης Δερμιτζάκης, Βασ. Σπανακάκης) και παλιότερα το νταουλάκι, ενώ στις μέρες μας κυριαρχεί το λαούτο σαν συνοδευτικό όργανο του βιολιού ή της λύρας.
Η λύρα κυριαρχεί όμως, ιδίως στα τελευταία 50 χρόνια, στην Κρητική μουσική παράδοση. Σε αυτο βοήθησε ο Σίμωνας Καρράς και η συμπαιγνία του στην κρατική ραδιοφωνία που εξοβέλισε με πάθος το βιολί για λόγους που δεν έχουμε μάθει έκτοτε... Ενδεχομένως η "κοντρα" του με το Ναύτη σε επαφή που είχαν όταν ο Ναύτης ήταν στην ΑΘήνα ή οι εκπομπές στον ραδιοφωνικό σταθμό Χανίων όταν ο σταθμός εγκαταστάθηκε στη Σούδα, γύρω στο 1955, που ενδεχόμενα μεροληπτούσαν υπερ του βιολιού. Μέχρι το 1955 πάντως ιστορικά ποτέ δεν υπήρξε πρόβλημα με τη συνύπαρξη των δύο οργάνων στην Κρήτη. Υπάρχουν το λυράκι, η λύρα, η βροντόλυρα, η βιολόλυρα, 4 είδη λύρας. Οι καλύτερες λύρες θεωρούνται οι λύρες κατασκευής του αείμνηστου Μανόλη Σταγάκη που τυποποίησε τη σύγχρονη λύρα και έδωσε σ' αυτή τον σημερινό αναντικατάστατο ήχο της, κατασκευάζοντας το καπάκι της από κατράνι δηλαδή από παλιό -300,400 ετών- στεγνό ξύλο κέδρου Λιβάνου από μεσοδόκια παλιών σπιτιών, σκάφος από μουρνιά, καρυδιά, ασφένταμο κ.ά. και βερνικώνοντάς την με βερνίκι που η σύνθεσή του αποτελεί μυστικό. Η σύγχρονη λύρα δεν έχει ξύλινα στριφτάλια αλλά κλειδιά μεταλλικά και τρεις (ή 4 η βιολόλυρα) μεταλλικές χορδές ειδικές για λύρα Κρήτης (lira di Creta) που κατασκευάζονται ειδικά για λύρα στη Βενετία και αλλού. Το κούρντισμα της κρητικής λύρας είναι κατά πέμπτες καθαρές και οι χορδές κουρδίζονται περίπου στις Νότες LA (η ψιλή ή καντίνι), RE η μεσαία και SOL η μπάσα, αλλά βέβαια το μουσικό αυτί των λυράρηδων και λαουτιέρηδων δεν κουρδτίζει απόλυτα στα Hz του διαπασών αλλά συγχρονίζεται με την κρητική μουσική κλίμακα, η οποία, όπως και η βυζαντινή, βασίζεται στους "μουσικούς δρόμους" (ήχους). Η λύρα στη σύχρονη κρητική ορχήστρα συνοδεύεται από το λαούτο και τελευταία, από δυό λαούτα εκ των οποίων συνήθως το ένα παίζει πρίμα τη μουσική και το άλλο παίζει "πάσο" δηλ. ακομπανιάρει σε συγχορδίες (μινόρε - μαντζόρε ή απλές) παίζοντας και το ρόλο του κρουστού οργάνου.
Οι πρώτοι επώνυμοι λαϊκοί μουσικοί που γνωρίζουμε σήμερα είναι ο Θοδωρομανώλης (λυράρης απο το Σέλινο, Χανίων) και ο Στέφανος Τριανταφυλλάκης ή Κιόρος (βιολάτορας απο τις Λουσακιές, Κισάμου), οι οποίοι έζησαν τον 18ο αιώνα έως τις αρχες του 19ου. Ο Κιόρος σύμφωνα με την προφορική παράδοση, συνέθεσε τον πρώτο συρτό, τον πεντοζάλη και 3 ακόμα συρτους. Σε αυτον οφείλονται οι μουσικές φράσεις που ήρθαν να δημιουργήσουν μαζι με τους ανώνυμους "χορογράφους", τους δύο νέους αυτους χορούς το 1750 το (Χανιώτικο )συρτό στα Πατεριανά Κισάμου και το 1770 τον πεντοζάλη στα Σφακιά αντίστοιχα. Ο πεντοζάλης μάλιστα ήταν πολεμικός χορός, παραγγελία του Δασκαλογιάννη, για το ξεκίνημα της επανάστασης εναντίον των Τουρκών, 100 μόλις χρόνια μετα την "εγκατάσταση" τους στην Κρήτη και 20 χρόνια πριν την Γαλλική Επανάσταση !! Στον 19ο αιώνα γνωρίζουμε τους μουσικούς : Κιόρο 2ο και 3ο, Βουρογιάννη, Μπαλαμπό, Καναρίνη, Μανιατογιάννη, Κοτσυφό, Φρουδάκη, Μαθιουδάκη, Αγκανά, Σταφιδάκη κ.α. στα Χανιά, Πίσκοπο, Νικήτρατο κ.α. στο Ρέθυμνο, Βέκιο, Όρμπο, Νίκο Αλεξίου ή Μαλεβιζιώτη, Βούρτση κ.α. στο Ηράκλειο και Σαλής, Φοραδάρης, Καλοχωριανός, Ανατολιωτάκης στο Λασήθι. Απο την περίοδο της ημιανεξαρτησίας (1870) και μετά, οι συνθήκες αλλάζουν και όλοι και περισσότεροι οργανοπαίκτες γίνονται γνωστοι και κάποιοι απο αυτους ως ένα βαθμο επαγγελματίες. Στα Χανια οι : Ν.Λαϊνάκης, Φελεσογιάννης, Καραγκιουλές, Κουφιανός, Ανδρ.Κουτσουρέλης, Κουνελοκωστής, Μαριαναντρέας, Φαντομανώλης, Γ.Κεραμειανάκης, Χάρχαλης, Χαρίλαος Πιπεράκης, Γιώργος Καντέρης, Καντεροσταυρούλης, Κοπανίδης, Γ.Τσουρλάκης, Γ.Πολυχρονάκης στο Ρέθυμνο : Μ.Σιγλέτος, Μύρος Κοντογιάνης, Ψύλλος, Βλαδίμηρος Πλουμιστάκης, Κανακάκης, στο Ηράκλειο οι : Κολομπότσης, Φουστάνης, Προβατίνης, Κοντόχας κ.α. στο Λασήθι οι : Κιρλίμπας, Ρεμπελάκης, Καλογερίδης κ.α.
Δημιουργοί της σύγρονης μουσικής Κρητικής παράδοσης στη λύρα θεωρούνται οι Αντώνης Καρεκλάς, Χαρίλαος, Πλακιανός, Αλέκος Καραβίτης, Μανόλης Λαγός, Ανδρέας Ροδινός, Γιώργης Καλογρίδης κ.ά. ενώ οι δύο μεγάλοι συνεχιστές στους οποίους στηρίχτηκε και στηρίζεται η σύγχρονη Κρητική μουσική παράδοση, μετά το 1950, είναι αναμφισβήτητα ο δεξιοτέχνης Κώστας Μουντάκης και ο μεγάλος δάσκαλος της λύρας Θανάσης Σκορδαλός με συνεχιστές στη λύρα τους Λεωνίδα Κλάδο, Σπύρο Σηφογιωργάκη, Γιώργο Μουζουράκη, Γιώργο Κατσαμά, Μανώλη Καρπουζάκη, Νίκο Ξυλούρη, Μιχάλη Τσαγκαράκη, Αστρινό Ζαχαριουδάκη, Κώστα Βερδινάκη, Κοκολογιάννη, Νίκο Σκευάκη, Μανόλη Μανουρά, Χαράλαμπο Γαργανουράκη, Βασίλη Σκουλά, Αλέκο Πολυχρονάκη, Σήφη Παναγιωτάκη, Μανόλη Αλεξάκη, Νικηφόρο Αεράκη, Νίκο Γωνιανάκη, Δημήτρη Πασπαράκη, Νίκο Κολιακουδάκη (Χανιά), Βαγγέλη Πυθαρούλη, Νίκο Ζωϊδάκη, Μαντουράρη, τους παραδοσιακούς και άξιους συνεχιστές του Σκορδαλού και του Μουντάκη, δεξιοτέχνες και σεμνούς λυράρηδες και τραγουδιστές: Στέφανο Μεσσαριτάκη, Κώστα Κακουδάκη, Νεκτάριο Σαμόλη, το Ζαχαρία Σπυριδάκη κ.ά.
Ένας καινούριος άνεμος φύσηξε στην καρδιά μου, και μου γιατρεύει τσι πληγές που μ' άνοιξες κερά μου.

Δώσε μου το δικαίωμα μονάχα να σε βλέπω, γιατί με τρώει η έγνοια σου αν κάθομαι κι΄αν στέκω.

Υπάρχω μεσ΄στη σκέψη σου, υπάρχω εις τη ζωή σου κι΄όσο θα ζεις κι΄εγώ θα ζω μέσα στη θύμησή σου.

Στερουσιανή μου πέρδικα, πέρδικα πλουμισμένη, απ΄ ούλα τα πουλιά τση γης σ΄έχω μπεγιαντισμένη.

Ένας ψαράς παλιός ψαράς μ' έμαθε να ψαρεύγω, και μού 'πε εις τα θολά νερά ψάρια να μη γυρεύγω.

Έχω ένα πόνο στην καρδιά πολύ βαθειά κρυμμένο, κι' όταν σε συλλογίζομαι στη σκέψη σου πεθαίνω.

Να μπόργειες με τα μάθια μου να δείς την ομορφιά σου να δεις το πως μου φαίνεσαι να με πονεί η καρδιά σου.

Ποιος ουρανός ποια θάλασσα ποια βρύση θολωμένη θα μου τη σβήσουνε τη φωθιά που μού΄χεις αναμμένη.

Με μαχαιριές πληρώνονται όσοι αγαπούνε στ' αλήθεια, γι΄αυτό κι΄εσύ μου πλήγωσες τα πονεμένα στήθεια.

Μόνο για σένα τραγουδώ για σένα αναπνέω και σα βρεθώ στην κλίνη μου ξυπνώ και σε γυρεύω.

Σαν τση Μαδάρας το βουνό σαν τα Λευκά τα όρη μοιάζεις Χανιωτοπούλα μου και σου ζηλεύουν όλοι.

Εις του Κουμπέ στα δυο στενά κι΄εις τω Χανιώ την πόρτα μικρή Χανιωτοπούλα μου κάμω σε εκειά μια βόλτα,
να ιδούνε χάρη κι΄ομορφιά πού'χει το πρόσωπό σου, παράδειγμα των γυναικών είναι το ντύσιμό σου.

Ηύρες τη μαύρη μου καρδιά στόχο και σημαδεύεις κι' αλύπητα με τυρρανάς κι΄όλο κακό μου θέλεις.

Κρήτη πανέμορφο νησί, Κρήτη μου δοξασμένη Κρήτη μου, όλη μου η ζωή σ' εσένα είναι δοσμένη.
Στα σπλάχνα σου γεννήθηκα, στ' ονειρεμένο Σπήλι κι' ας πάνε να το γνωρίσουνε τση λύρας μου οι φίλοι
να πάνε να θαυμάσουνε τα γάργαρα νερά του μα και να καμαρώσουνε τη φυσική ομορφιά του!

να μερικές από τις μαντινάδες που δίνουν το όνομα στους παραδοσιακούς πλέον Κρητικούς χορευτικούς σκοπούς -δεκάδες συρτούς- που δημιούργησε ο Θανάσης Σκορδαλός.
Στο Κρητικό λαούτο πρωτομάστορες θεωρούνται ο Γιώργης Κουτσουρέλης (Ν.Χανίων), ο Γιάννης Μπερνιδάκης (Μπαξεβάνης) και ο Γιάννης Μαρκογιαννάκης (Ν.Ρεθύμνης) που με τη λύρα του Θανάση Σκορδαλού οδήγησαν την Κρητική μουσική σε δυσθεώρητα ύψη. Εκτός από τον καλλίφωνο Μπαξεβάνη, αηδόνι της Κρήτης χαρακτηρίστηκε ο λαουτιέρης Νίκος Μανιάς ενώ αρκετοί μουσικοί υπήρξαν και υπάρχουν άξιοι συνεχιστές της παράδοσης του Κρητικού λαούτου όπως στην Αθήνα ο αείμνηστος σεμνός Νίκος Καδιανός, ο Δημήτρης Σκουλάς, στην Κρήτη οι Γιάννης Μαρκογιαννάκης, Μανόλης Κακλής, Παντελής Κρασαδάκης, Αντώνης Φραγκιαδάκης, Μιχάλης Φραγκιαδάκης, Γιώργης Ξυλούρης, Στέλιος Λαϊνάκης, Δημήτρης Σκουλάς, Βασίλης Κατσαμάς, Μανόλης Βερδινάκης, Γιώργης Κρουσανιωτάκης, Σταύρος Μαυροδημητράκης, Σήφης Κατσαμάς, Σαλούστρος, Δημήτρης Παπουτσάκης, Μανώλης Μανιαδάκης, Μανόλης Κονταρός, Γιώργης Καραγιώργης, Κώστας Αλεξάκης, ο Γιατρομανωλάκης, ο ικανότατος δεξιοτέχνης του λαούτου και μαντόλας και παραδοσιακός μερακλής τραγουδιστής, Μανόλης Λιαπάκης από την Ιεράπετρα στενός συνεργάτης του Θανάση Σκορδαλού και πιο πρόσφατα του Μανόλη Αλεξάκη, του Βαγγέλη Βαρδάκη κ.ά.
Στο μπουλγαρί πρωτομάστορας ήταν ο Στέλιος Φουσταλιεράκης (Φουσταλιέρης) σπό το Ρέθυμνο.
Ο ταλαντούχος Λουδοβίκος των Ανωγείων εκπροσωπεί με το είδος της μουσικής που εκφράζει, ένα εντεχνο-παραδοσιακό είδος, παίζοντας το Κρητικό πλακέ μαντολίνο και τη μαντόλα.
Η Κρητική μουσική θεραπεύεται εκτός από την Κρήτη και σε κάθε περιοχή όπου ζουν απόδημοι Κρήτες. Ο Χαρίλαος Πιπεράκης και ο Γιώργος Καλογρίδης μεγαλούργησαν στην Αμερική. Άξια λόγου είναι η παρουσία καλλιτεχνών της Κρητικής μουσικής και στη Θεσσαλονίκη με πείσμα στη διαιώνιση της παράδοσης, στη λύρα οι Μανόλης Μαθιουδάκης, Ανδρέας Τσαγκαράκης, Γιάννης Μαράκης, Παντελής Τερεζάκης, Κώστας Κυριτσάκης, Γιάννης Πετρακάκης κ.ά., στο λαγούτο οι Στέλιος Λαϊνάκης, Νίκος Λαϊνάκης, Στέλιος Βαρβαντάκης, Σταύρος Βουρβαχάκις κ.ά.
Το ριζίτικο τραγούδι καλλιεργείται από πολλές χορωδίες, όπως "Αποκώρωνας" και "Κρητικές Μαδάρες" κ.α. του Ν. Χανίων. Αξιόλογος εκφραστής του ριζίτικου τραγουδιού υπήρξε ο π.'Αγγελος Ψυλλάκης ενώ στις μέρες μας το ριζίτικο τραγούδι παγκρήτια από τους Κρήτες καλλιτέχνες. Στην παγκόσμια διάδοση των ριζίτικων τραγουδιών συντέλεσε ο Νίκος Ξυλούρης με τα ΡΙΖΙΤΙΚΑ σε ενορχήστρωση Γιάννη Μαρκόπουλου.
Οι σύγχρονοι παραδοσιακοί Κρητικοί λυράρηδες αν και παίζουν όλες τις μελωδίες και σκοπούς, ακολουθούν ο καθένας με σεβασμό, μια από τις παραδοσιακές "σχολές" τής κρητικής μουσικής, στο ύφος, ήθος, στον τρόπο παιξίματος, στο ρεπερτόριο...: Στη λύρα η σχολή Μουντάκη και Σκορδαλού, στο βιολί το τοπικό ηχόχρωμα της Κισάμου και της ανατολικής Κρήτης ενω στην κεντρική Κρήτη είναι διαμορφωμένος ο Ανωγειανός τρόπος στη λύρα κα ιστο μαντολίνο. Τελευταία αρκετοί Κρητικοί μουσικοί της νεότερης γενιάς, έχουν καθιερώσει ένα τρόπο παιξίματος και έκφρασης που έχει επιρροές απο το σύχγρονο λαϊκό τραγούδι, χρησιμοποιώντας όμως τους κρητικούς σκοπούς κυρίως. Τα πολλά ηλεκτρικά όργανα και το ξενόφερτο ήθος αυτης της "μόδας" αν δεν προσέξουμε, θα καταστρέψουν ότι πολιτισμό έχει δημιουργήσει ο κρητικός λαος επι αιώνες !! Παράλληλα όμως μια άλλη μερίδα μουσικών στρέφεται στο ψάξιμο των παλιών και παραδοσιακών σκοπών και τρόπων παιξίματος ενω κάποιοι απο αυτους δεν διστάζουν να προχωρήσουν σε πιο έντεχνες νέες δημιουργρίες, που πλησιάζουν στους παλιούς αυτους τρόπους. Υπάρχουν όμως στην Κρήτη, στην υπόλοιπη Ελλάδα και σ' όλο τον κόσμο αρκετοί νέοι λυράρηδες που με σεβασμό πορεύονται στα δυσπρόσιτα στους πολλούς, όσο αφορά την μουσική τεχνική, μονοπάτια της αυστηρά παραδοσιακής Κρητικής μουσικής παράδοσης, με τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου, π.χ. Ο Αντώνης Μαρτσάκης και ο Μανόλης Φαντάκης στα Κισσαμίτικα, ο Βαγγέλης Βαρδάκης στα Γεραπετρίτικα και Λασιθιώτικα, ο Νεκτάριος Σαμόλης στα παραδοσιακά Ρεθμνιώτικα, και αρκετοί επαγγελματίες καθώς και δεκάδες ερασιτέχνες μη εμπορικοί λυράρηδες και βιολάτορες που ακολουθούν τα μουσικά βήματα της σχολής Σκορδαλού και άλλοι της σχολής Μουντάκη καθώς και των τοπικών παραδόσεων του Ναύτη (Κωστή Παπαδάκη), Δερμιτζογιάννη, Μπαριταντωνάκη.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, εκτός από την καθαρά παραδοσιακή Κρητική μουσική, που καλλιεργείται πλέον μόνο από τους παραδοσιακούς γνώστες των ορεινών επαρχιών της Κρήτης και τους μυημένους μη εμπορικούς ερασιτέχνες και επαγγελματίες Κρήτες μουσικούς, υπάρχει και η πιο "σύγχρονη" εμπορική εκδοχή της, που συμβαδίζει με την κάθε εποχή και συντελεί στο να έρθουν και οι μη μυημένοι ακροατές σε επαφή με την πανάρχαια μουσική παράδοση μέσω των πιο εύπεπτων σύγχρονων ακουσμάτων. Η εκδοχή αυτη ίσως όμως επιτρέψει να σβήσουν σταδιακά οι παλιοί παραδομένοι τρόποι, δεδομένης της πρεμούρας της εποχής μας να φανεί ώς η πιο "έξυπνη" και εξελιγμένη, που τελικά μάλλον ληγμένη είναι... Ισως κάποιοι ελάχιστοι από αυτούς, οι πιο άξιοι, επιδιώξουν να εντρυφήσουν στα αρχέγονα νάματα της ελληνικής μουσικής κλίμακας. Μεγάλη προσφορά στο ζήτημα αυτό αποτελεί η έκδοση σε CD αρχειακών μουσικών καταγραφών από δίσκους γραμμοφώνου 78 στροφών του 1920 και εξής όπου ο νέος ακροατής ή μουσικός μπορεί να ακούσει και να μελετήσει τον αυθεντικό τρόπο παιξίματος λύρας, βιολιού, λαούτου, μπουλγαρί, μαντολίνου, ασκομαντούρας, μαντούρας, τις γνήσιες μελωδίες - σκοπούς καθώς και τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο τραγουδιούνται οι μαντινάδες και τα τραγούδια, ριζίτικα, 'μανέδες, ταμπαχανιώτικα, του γάμου και άλλα. Με βάση την παράδοση λοιπόν, καθένας μπορεί και επιβάλλεται να αξιολογήσει το κάθε παρακλάδι της σύγχρονης εξέλιξης της Κρητικής μουσικής. Διότι αρκετά από τα σύγχρονα κρητικά γλέντια έχουν σαν σκοπό αποκλειστικά τους πυροβολισμούς και τη ξεφάντωση και πλέον δεν είναι ο σκοπός το παίξιμο ποιοτικής μελωδικής παραδοσιακής Κρητικής μουσικής αλλά η με τη βοήθεια ηλεκτρονικών οργάνων (πλήκτρα-αρμόνιο-κρουστά)δημιουργία ρυθμού. Πάντα όμως ξεχωρίζουν οι ρέκτες, οι παραδοσιακοί λυράρηδες και λαουτιέρηδες, ιδίως ερασιτέχνες, που θα υπάρχουν σε πείσμα των καιρών.
Η Κρητική μουσική είναι μονοφωνική, όπως η Δημοτική μουσική της υπόλοιπης Ελλάδας (πλην ορισμένων πολυφωνικών τραγουδιών της Ηπείρου και Επτανήσου). Μορφολογικά προσομοιάζει με κάποιες μουσικές των νησιών, κυκλάδων και δωδεκανήσων, όπως και στο χορό. Οι διαφοροποιήσεις απο νομό σε νομό και απο τις πεδινές στις ορεινές περιοχές, δίνουν ένα ιδιαίτερο και μοναδικό χρώμα. Επιρροές μπορεί να υπήρξαν απο τα 400 περίπου χρόνια της Ενετοκρατίας και εντοπίζονται στις δυτικότροπες λασηθιώτικες μελωδίες, που στην πορεία όμως υιοθετήθηκαν απο τους κάτοικους του Ψηλορείτη και μετετράπησαν σε καθαρό κρητικό ιδίωμα, τις χυ(ει)ματικές κοντυλιές που έως τότε πιθανολογούμε ότι τραγουδιώταν σε άλλους σκοπούς ή ήταν μόνο απαγγελία. Για τις ρίμες, οι παλιοί όπως ο δάσκαλος Γιάννης Κουτουλάκης, υποστηρίζουν ότι τραγουδιώταν σε δύο σκοπούς. Ρίμες βγάζανε σε όλη την Κρήτη, για γεγονότα, ιστορίκα, ηρωικά ή της καθημερινότητας, μία συνήθεια πανάρχαιη. Κάποιες 90χρονες γιαγιάδες σήμερα ισχυρίζονται ότι ανα πάσα στιγμή μπορούνε να βγάλουνε τραγούδι !!
Το δημοτικό τραγούδι και η βυζαντινή μουσική, που διαιωνίζουν την αρχαιοελληνική μουσική κληρονομιά όπως διαδόθηκε από τον Μ.Αλέξανδρο στους λαούς της ανατολής μέχρι Ινδία, Πέρσία, Αραβία, είναι μουσική της εγρήγορσης του νου. Ο παραδοσιακός Έλληνας ακροατής και χορευτής, και βέβαια ο Κρητικός, συμμετέχει και στο παραμικρό μουσικό παιχνίδισμα του οργανοπαίκτη, τη μελωδική δημιουργία του οποίου παρακολουθεί άμεσα, χορεύοντας ή ακούγοντας ή και τραγουδώντας μαζί του αλλά και ο μουσικός συμμετέχει αυτοσχεδιάζοντας σε κάθε τσαλίμι του χορευτή.
Εξάλλου η Κρητική μουσική, εξακριβωμένα, δεν αποδίδεται επακριβώς με την Ευρωπαϊκή μουσική σημειογραφία όπου καταγράφονται μόνο τόνοι και ημιτόνια και οι σταθερές νότες. Η λύρα και το βιολί δεν έχουν τάστα και οι μουσικοί της Κρητικής - ελληνικής μουσικής και οι τραγουδιστές των ριζίτικων, μπορούν να παίζουν και να τραγουδούν και στα μεσοδιαστήματα μεταξύ νότας και ύφεσης ή δίεσής της. Για το λόγο αυτό, το λαούτο που συνοδεύει τη λύρα και το βιολί, δεν έχει σταθερά προσαρμοσμένα τάστα αλλά τους κινητούς "μπερντέδες" τους οποίους οι μερακλήδες γνώστες μουσικοί μετακινούν, ανάλογα με τον δρόμο (μακάμι) που θα ακολουθήσουν όταν παίζουν πρίμα τη μελωδία. (το ούτι δεν έχει καν τάστα ή μπερντέδες για τον ίδιο λόγο). Η Βυζαντινή μουσική παρασημαντική όπου οι νότες χωρίζονται μεταξύ τους έως και σε 9 διαστήματα, μπορεί να καταγράψει καλύτερα την Κρητική μουσική, αλλά πάλι περιορισμένα.
Μια άλλη βασική διαφορά της ευρωπαϊκής μουσικής με την Ελληνική παραδοσιακή μουσική και συνεπώς τη Κρητική, είναι ότι οι κρητική μουσική (όπως και η βυζαντινή και η δημοτική Ελληνική μουσική) είναι τροπική, ακολουθεί δηλ. τους λεγόμενους δρόμους (αρχαίους τρόπους, τους ήχους της βυζαντινής μουσικής, τα μακάμια των λαών της ανατολικής Μεσογείου) ξεκινώντας από τη βασική νότα που επιλέγει ο μουσικός ενώ η δυτική μουσική με τη συγκερασμένη μουσική κλίμακα καταγράφει επακριβώς συγκεκριμένες νότες.
Η αγάπη των Κρητικών για την παράδοσή τους, η επιθυμία πολλών νέων να μάθουν την παραδοσιακή μουσική του τόπου τους, καθώς και οι προσπάθειες έντεχνων δημιουργών να ενσωματώσουν στοιχεία από την κρητική μουσική στη δημιουργία τους, από τον Γιάννη Μαρκόπουλο παλιότερα, ο οποίος, αξιοποιώντας και την καταλυτική προσωπικότητα του Νίκου Ξυλούρη, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διάδοση της κρητικής μουσικής εκτός Κρήτης, τον Ψαραντώνη και το συγκρότημα Χαΐνηδες έως τον Ιρλανδοκρητικό Ρος Ντέιλι στις μέρες μας, επιτρέπουν στην κρητική μουσική παράδοση να παραμένει σήμερα περισσότερο ζωντανή παρά ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Post Top Ad

.............