Η Ιερά Μονή Αρκαδίου είναι μια ιστορική Μονή στην Κρήτη. Ιδρύθηκε περί τον 12ο αιώνα, επί του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Αρκάδιο, του οποίου το όνομα φέρει είτε προς τιμή του, είτε προς κτήτορα.
Κτίσθηκε επί μικρού οροπεδίου σε θέση στρατηγική της ΒΔ. πλαγιάς του όρους Ήδη πάνω από γραφικό φαράγγι, που συνδέει τις επαρχίεςΡεθύμνου, Μυλοποτάμου και Αμαρίου.
Η Μονή Αρκαδίου απέχει 23 χιλιόμετρα από την πόλη του Ρεθύμνου και η πρώτη ολοκληρωμένη φρουριακή μορφή της δημιουργήθηκε την τελευταία περίοδο της Ενετοκρατίας. Το σημαντικότερο μέρος της Μονής Αρκαδίου είναι ο κεντρικός δίκλιτος ναός που είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (το ένα κλίτος), και στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη(το έτερο κλίτος), που περιβάλλεται από πολύ παχύ αυλότοιχο εντός του οποίου υφίστανται διάφορα βοηθητικά οικήματα. Στις στέγες των οικημάτων αυτών φέρονται επάλξεις,(στηθαία), με σκοπιές και τυφεκιοθυρίδες.
Σημαντικότερα κτίσματα των βοηθητικών χώρων της Μονής αυτής είναι:
- Ο «Ξενών» και το «Ηγουμενείο»,
- Η «Τράπεζα», (αίθουσα κοινής εστίασης) με ιδιαίτερη αυλή
- Τα «Κελαρικά», (μεγάλο θολωτό διαμέρισμα που χωρίζεται σε μαγειρείο, ζυμωτήριο, φούρνο, αρταποθήκη και αλευραποθήκη).
- Η «Πυριτιδαποθήκη», μεγάλη επιμήκης αίθουσα χρησιμοποιούμενη παλαιότερα ως «κρασομαγατζές» (οιναποθήκη), που περί το 1866 μετατράπηκε σε πυριτιδαποθήκη όπου στα υφιστάμενα βαρέλια φέρονταν η πυρίτιδα για τη χρήση των όπλων της εποχής.
- Τα «Μεσοκούμια» που ίσως εκ παραφθοράς του ονόματος ήταν το νοσοκομείο, πρόκειται για μεγάλο επίσης επίμηκες θολωτό διαμέρισμα που χωρίζονταν σε 8 μικρότερους χώρους κελιά.
- Το «Μουσείο» που διαμορφώθηκε το 1932, από πρώην Ηγουμενείο, υπό τη μέριμνα του τότε επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Τιμόθεου Βενέρη, στο οποίο και φυλάσσονται σπουδαία κειμήλια της Μονής (σκεύη, άμφια, κ.λπ.).
- Τα «Κλάουστρα», θολωτά διώροφα κελιά μοναχών.
- Τα «Κελλία» χώροι κατοικίας των μοναχών που διακρίνονται σε ισόγεια και ανώγεια και
- Οι «Αποθήκες»
Στον ίδιο χώρο, εκτός της Μονής Αρκαδίου, περί τα 80 μ. ΒΔ της Μονής, στο χείλος του φαραγγιού, βρίσκεται το υπέροχο Ηρώο που δεσπόζει από μακριά του χώρου. Στη θέση αυτή παλαιότερα ήταν ο ανεμόμυλος της Μονής που αργότερα είχε γίνει οστεοφυλάκιο. Επίσης εκτός της Μονής βρίσκονται οι "στάβλοι" και το λεγόμενο «Δραγατοκάλυβο» (φυλάκιο του Δραγάτη = αγροφύλακα).
Για την ύδρευση της Μονής χρησιμοποιούνταν τρία παρακείμενα πηγάδια σε απόσταση περί τα 250 μέτρα, καθώς και μία υπόγεια υδατοδεξαμενή (στέρνα) που βρίσκονταν μέσα στην αυλή
Τσανλί Μοναστίρ
Μετά την άλωση της Κρήτης από τους Τούρκους, το 1669, ο Πορθητής πασάς (Κυπρισλή) απαγόρευσε να κτυπούν καμπάνες σ΄ όλες τις εκκλησίες και τα μοναστήρια. Ο τότε ιεροδιάκονος όμως της Μονής Αρκαδίου, ο Νεόφυτος Πατελάρης, που ήταν τουρκομαθής, έσπευσε με δώρα στον πορθητή στο Τυμπάκι, όπου είχε εγκαταστήσει το μεγάλο στρατόπεδό του και τον παρακάλεσε να επιτρέψει τουλάχιστον τη χρήση της καμπάνας του Αρκαδίου. Ο Πορθητής δεχόμενος τα δώρα και εκτιμώντας τον ιεροδιάκονο για την μοναδική προσέλευση κληρικού επέτρεψε την κατ΄ εξαίρεση χρήση. Εκ του γεγονότος αυτού η Μονή Αρκαδίου έφερε την ονομασία "Τσανλί-Μαναστίρ" που σημαίνει δικαιούχος κώδωνας, καμπάνα, (να ηχεί) κατά τις διάφορες ιεροτελεστίες. Μάλιστα δόθηκε και ιδιαίτερη φρουρά για τη Μονή που διέμενε στο παρακείμενο χωριό Αμνάτο.
Ιστορία της μονής
Κρήτες επαναστάτες είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται στο Αρκάδι από τις 3 Μαρτίου του 1866 για να φθάσουν το Νοέμβριο να αριθμούν τους 259 πολεμιστές και 705 γυναικόπαιδα. Στις24 Σεπτεμβρίου είχε αφιχθεί ο συνταγματάρχης του Ε.Σ. Π. Κορωναίος με λίγους εθελοντές και ανακηρύχθηκε αρχηγός. Ο Κορωναίος έκρινε ότι η τοποθεσία δεν ήταν κατάλληλη για άμυνα, όμως ο Ηγούμενος της Μονής Γαβριήλ δεν ήθελε να την εγκαταλείψει. Έτσι προχώρησε σε αμυντικές προπαρασκευές, εγκατέστησε ως φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ι. Δημακόπουλο και μετέβη στις επαρχίες προς στρατολόγηση πολεμιστών.
Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 6.000 πεζούς, 200 ιππείς, 1.200 Αλβανούς και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Παράλληλα ζήτησε από τον ηγούμενο Γαβριήλ να παραδοθεί. Η απάντηση ήταν αρνητική.
Η επίθεση ξεκίνησε στις 8 Νοεμβρίου. Στις μάχες διακρίθηκαν οι: Δημακόπουλος, Σπύρος Ολύμπιος, Κούβος, Δενιανάκης, Γαληνάκης. Τη δεύτερη όμως ημέρα η εξωτερική γραμμή άμυνας διασπάται, σκοτώνεται ο Ηγούμενος Γαβριήλ και οι Τούρκοι εισέρχονται στον περίβολο της Μονής. Εξαντλημένοι και με βέβαιη την αιχμαλωσία και όλα τα συνακόλουθα, ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης από το χωριό Άδελε του Ρεθύμνου κλείνεται μαζί με άλλους πολεμιστές και γυναικόπαιδα στην πυριτιδαποθήκη. Η πυροδότηση των βαρελιών με το μπαρούτι προκάλεσε την καταστροφή της Μονής και το θάνατο πολλών Ελλήνων αλλά και Τούρκων εισβολέων. Ο κρότος λέγεται ότι ακούστηκε μέχρι το Ηράκλειο. Μετά την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης ο Ι. Δημακόπουλος συνέχισε να μάχεται κατά των Τουρκαλβανών στον περίβολο της Μονής. Ο ίδιος την 9η Νοεμβρίου αποφάσισε να παραδοθεί στον τακτικό τουρκικό στρατό όταν έλαβε εγγυήσεις για την ζωή των τελευταίων υπερασπιστών που μάχονταν μέσα από τα ερείπια. Ωστόσο, την επομένη εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό τόσο αυτός όσο και οι περισσότεροι αιχμάλωτοι.
Μετά την καταστροφή του, το 1866, ανοικοδομήθηκε πλήρως και αναστηλώθηκε στην πρότερή του μορφή. Μόνο ένα μισοκαμένο τέμπλο στα αριστερά της Αγίας Τράπεζας και μια μπάλα κανονιού σφηνωμένη στο αιωνόβιο κυπαρίσσι στα δεξιά στης εκκλησίας μαρτυρούν το αίμα που χύθηκε πριν 140 χρόνια.
Η Ουνέσκο έχει χαρακτηρίσει το Αρκάδι Ευρωπαϊκό Μνημείο Ελευθερίας.
ΠΗΓΗ - ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου