Το βαθιά ανθρώπινο άρθρο του Δημητρίου Χ. Σάββα: “Οι τύποι του παλιού καιρού στο Ηράκλειο”, στην εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ” της 18ης Φεβρουαρίου 2008, υποδήλωνε ακόμα ένα στόχο του, τη συστηματικότερη παρουσίαση “των σπουργιτιών των πεζοδρομίων” του Μεγάλου Κάστρου, στα πρώτα 80 χρόνια του 20ου αιώνα.
Με το πρόσφατο βιβλίο του: Οι σπουργίτες των πεζοδρομίων, τίτλος δανεισμένος από σχετικό δημοσίευμα της επίσης τοπικής εφημερίδας Ελευθέρα Σκέψις, της 19ης Δεκεμβρίου 1929, ο Δημήτρης Χ. Σάββας, προϊστάμενος της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου, πραγματοποίησε και αυτόν τον στόχο, με την ευαισθησία που τον διακρίνει, γενικότερα, στις σχέσεις με όλους τους συνανθρώπους του.
Ο ΜΑΡΚΟΣ |
Η ΣΑΒΒΑΤΟ |
ΤΟ ΑΛΕΚΑΚΙ
Στο βιβλίο προηγούνται οι ευχαριστίες του συγγραφέα στους συναδέλφους του και ιδιαίτερα στην Ειρήνη Χατζάκη, φιλόλογο, για την επιμέλεια των κειμένων και στον Γιάννη Αλεξανδράκη για την ψηφιοποίηση και ψηφιακή επεξεργασία του φωτογραφικού υλικού. Ευχαριστίες, από καρδιάς, απευθύνονται και στον Γιώργο Παχυγιαννάκη για το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που έθεσε στη διάθεσή του, το οποίο συμπληρώνει και ολοκληρώνει την έκδοση.
Ακολουθεί ο πρόλογος της επιμελήτριας Ειρήνης Εμμ. Χατζάκη, όπου παρουσιάζεται το πλαίσιο των γραφικών τύπων του Μεγάλου Κάστρου, η “άλλη”, η διαφορετική από την καθημερινή όψη της πόλης, όπου ξεχωρίζουν οι χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες με ιδιαίτερα έντονα προσωπικά στοιχεία, τα οποία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο του Ηρακλείου. Οποιοι κι αν είναι οι τύποι αυτοί: μοναχικοί, φτωχοί, ακαμάτηδες, από “μεγάλα τζάκια” ή “τρόφιμοι του πεζοδρομίου”, εντυπωσιάζουν με την εμφάνιση και το ήθος τους, τη μοναδικότητα του χαρακτήρα τους και τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Η παρουσίασή τους στο βιβλίο αυτό, τη στιγμή που οι αλματώδεις ρυθμοί αλλαγών έτειναν να εξαφανίσουν τα ίχνη τους και να αλλοιώσουν αυτήν την όψη της σύγχρονης μικροϊστορίας της πόλης, διέσωσε την “ομορφιά” του παλιού Κάστρου.
Στο δικό του πρόλογο, ο συγγραφέας αναφέρεται στην “ιστορία” του συγκεκριμένου βιβλίου, στη σύλληψη της ιδέας και στην προσπάθεια πραγματοποίησής της. Πάντα τον συγκινούσαν αυτά τα πρόσωπα, με όποιες ιδιαιτερότητες, γι’ αυτό και δεν τα ξεχώρισε ποτέ από τους “ΑΛΛΟΥΣ” κατοίκους της πόλης του Ηρακλείου. Το βιβλίο του, ιδιαίτερα για τους μεγαλύτερους, φέρνει στη μνήμη ευχάριστες στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος, που αυτοί οι συμπαθείς τύποι αποτελούσαν μέρος της καθημερινότητάς τους, κυρίως στις περιοχές: Αγία Τριάδα, Λάκκος, Παλιά Λαχαναγορά, Καμαράκι και Λεωφόρος Καλοκαιρινού (Πλατιά Στράτα).
Ο ΚΑΛΟΓΙΟΣ
Ο ΜΑΝΩΛΑΣ
Η ευαισθησία του Δημητρίου Χ. Σάββα κορυφώνεται στην εισαγωγή του βιβλίου για τους δικούς του “σπουργίτες των πεζοδρομίων”, την ιδιόμορφη προσωπικότητά τους και την ξεχωριστή θέση τους στην Καστρινή κοινωνία. Η μελέτη τους έδειξε πως ο καθένας αποτελούσε ξεχωριστό τύπο. Κανένας δεν υπήρξε αντίγραφο κάποιου άλλου. Και δεν βρέθηκε ακόμα κανείς να τους μοιάζει (Βλ. και εφημερίδα Εθνική Φωνή, της 7ης Δεκεμβρίου 1970, όπου παρουσιάζονται μερικοί από τους χαρακτηριστικούς τύπους του Ηρακλείου).
Στο κυρίως κείμενο του βιβλίου, σε δύο ενότητες, παρουσιάζονται: Οι προπολεμικοί τύποι του Μεγάλου Κάστρου: 39 Ελληνες και 15 γραφικοί τύποι τουρκικής καταγωγής. Οι “ωραίοι” του Ηρακλείου, γνωστοί κυρίως με τα μικρά τους ονόματα ή και με κάποια παρανόμια, που όλοι τους ήξεραν: Ο Γκιαουρογιάννης, ο Ράδος ο Μαλεβυζώτης, ο Γιάννης ο Ρολογάς, ο Μαμούτης ο κουλουράς, ο Γιουγκούλας... η Ασπασία, το Ζαμπιό... ο Ιμανήμ Εφέντης, η Χανούμη Αμπλά Ούμπλα... Ολοι ήταν καλοί και αγαθοί, ακίνδυνοι και αγαπητοί στο Ηράκλειο και στους συνανθρώπους τους. Με το δικό τους μοναδικό τρόπο, ακούραστοι, έδιναν μια άλλη ξεχωριστή νότα ζωής στην πόλη τους. Αριθμητικά υπερτερούσε το ισχυρό φύλο, που άφησε, πολύ έντονα, το στίγμα του.
Και Οι μεταπολεμικοί τύποι του Μεγάλου Κάστρου, οι οποίοι, με το δικό τους τρόπο, έδιναν άλλο νόημα στην καθημερινότητα της πόλης: Ο Κουλουράς, ο Ανδρέας, ο Γιάννης, ο Πάντος, ο Μανόλας, ο Μάρκος ο στρατηγός, ο Μαλτέζος, το Γιωργιό... η Σαββάτο, η Γεσθημανή, η Μαριώ κ.α., συνολικά 70 στον αριθμό.
Ελάχιστοι από τους τύπους αυτούς εξακολουθούν να “εμπλουτίζουν” την καθημερινότητα των Ηρακλειωτών... όπως εκείνον τον παλιό καλό καιρό! Το δικό μας ερώτημα είναι, εάν οι γραφικοί τύποι, και όχι μόνο του Μεγάλου Κάστρου, μειώθηκαν στην πραγματικότητα ή αυξήθηκαν τόσο πολύ, που δεν μπορούμε πλέον να τους παρακολουθήσουμε..., αλλά ούτε και να διασκεδάσουμε μαζί τους! Η απάντηση, στο φαινόμενο αυτό, μπορεί να δοθεί από ένα άλλο βιβλίο, εξίσου σημαντικό... και για τους κοινωνικούς ανθρωπολόγους.
Του Μιχάλη Τρούλη προέδρου της ΙΛΕΡ
ΠΗΓΗ - εφημ. ΠΑΤΡΙΣ
Απίστευτες μορφές!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιάβασα το βιβλίο πριν δυο χρόνια, πιστεύοντας ότι θα έκανα ένα ταξίδι στα παλιά και πραγματικά απογοητεύτηκα. Αυτά που διάβαζα, δεν είχαν καμμιά σχέση με αυτά που είχα δει, είχα ακούσει και είχα ζήσει. Προφανώς ο άνθρωπος που το έγραψε, δεν είχε σχέση με το Ηράκλειο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ ΑΡΘΟΓΡΑΦΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΗΣ ΒΙΚΕΛΑΙΑΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΑΒΒΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν και πέρασε καιρός από την ανάρτηση του σχολίου μου και την απάντηση σε αυτό, τυχαία βρέθηκα ξανά απόψε στο blog οπότε επανέρχομαι στο σχολιασμό. Δεν διάβασα πουθενά για τον "ΑΡΚΑΛΟ" ένα καλοκάγαθο συμπολίτη μας και μασκώτ του ΟΦΗ, κάτι σαν τον μακαρίτη τον Αττίλιο του Ολυμπιακού. Για όσους υπήρξαν Ηρακλειώτες και οπαδοί του Ομίλου θα θυμούνται την έκφραση, "εργαλείο το πηρούνι" η οποία αργότερα έγινε "εργαλείο ο καινούριος χρόνος. Δεν διάβασα πουθενά τις ατάκες του θρυλικού Μανώλα, "οι καλοφαγάδες τρώνε στα Βαλκάνια", πηγαίνοντας τις προμήθειες από τη λαχαναγορά στο γνωστό τότε εστιατόριο της πόλης. Δεν διάβασα πουθενά για τον Καμαράτο, το θρυλικό καμάκι που καθιέρωσε την έκφραση "οι σβούροι", υπονοώντας τους τουριστοκυνηγούς. Αν δεν γεννήθηκες στο Ηράκλειο, αν δεν έχεις τα Λιοντάρια και τις Τρείς Καμάρες στο DNA σου, μοιραία δεν γνωρίζεις τις παραπάνω πληροφορίες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ ανώνυμε.
ΔιαγραφήΣας βρίσκω απολύτως σωστό αναφορικά με την κριτική του εν λόγω βιβλίου. Ο Κος Σάββας δεν μελέτησε τίποτα ως όφειλε, απλά μάζεψε πέντε δέκα μαρτυρίες και τις παρουσίασε σε μία προχειροδουλειά. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν έχει ιδίαν γνώση του θέματος μια που ως μη Ηρακλειώτης δεν το έχει ζήσει, φέρει ένα βαθειά απογοητευτικό αποτέλεσμα ειδικά για ανθρώπους που σέβονται τις μνήμες του παρελθόντος.
Ανώνυμος_ΙΙ